Στους μαιάνδρους του νου στροβιλίζονται αέναα

σαν αστρική σκόνη μυριάδες ερωτήματα,

ιχνηλατώντας το απόλυτο της ελευθερίας,

πασχίζοντας τάξη να βάλω

σε τούτο το ατέρμονο χάος της σκέψης.

 

Πώς να νικήσω τα πάθη μου;

Κι αν πρόσκαιρη νίκη κατακτήσω τι το όφελος…

Φοβάμαι πως άλλα, πιο φοβερά,

θα εισβάλλουν απρόσκλητα στην ψυχή μου!

Πώς ν’ αντιπαλέψω την αδικία;

Πώς να γεφυρώσω το ατελεύτητο

των  κίβδηλων οριζόντων;

Πώς να λυτρωθώ από τους φόβους μου;

Κι αν λυτρωθώ, τι θα ’χω να φοβάμαι;

Τι λόγο ύπαρξης θα έχει η ελπίδα;

Πώς να λυγίσω τον θάνατο;

Πώς να ελευθερωθώ από το βλέμμα της αβύσσου

που με ακολουθεί,

δίχως σημάδια στην ψυχή,

δίχως κεραυνούς στα μάτια;

Πώς να βγω από το καταφύγιό μου,

δίχως αληθινή υπόσταση,

το ανέγνωρο να κυνηγώ φάντασμα της ελευθερίας;

 

Ερωτήματα αναπάντητα,

που κρέμονται απειλητικά σαν φλογισμένα μετέωρα

στον ουράνιο θόλο της ψυχής μας,

συνταξιδιώτες αμείλικτοι,

σ’ ένα ασύνορο πέλαγος αιώνιας, χιμαιρικής αναζήτησης…

 Της απόλυτης ελευθερίας τραγικοί μύστες!

 

  ©Τζούλια Πουλημενάκου

Από τη συλλογή “Απρόσμενη ‘Ανοιξη” 

Β΄Εκδοση 2017

Κέντρο Ευρωπαϊκών Εκδόσεων Χάρη Τζο Πάτση

 

  Το ποίημα αυτό περιλαμβάνεται στην Ποιητική Ανθολογία με τίτλο «Πανανθρώπινες Αξίες» της «ΕΝΩΣΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ ΒΟΡΕΙΟΥ ΕΛΛΑΔΑΣ»(Ε.Λ.Β.Ε.) –Θεσσαλονίκη 2016

 

Επί-Λόγου – Τα έργα μου – Τα ποιήματά μου – Λεύκωμα –  Ιούλιος 2020

Γράφει η  Μίνα Μπουλέκου 

Η “Απρόσμενη Άνοιξη” συμβολίζει την άνοιξη και την ευτυχία που προσδοκούμε όλοι μας σε έναν κόσμο ιδανικό και εξευγενισμένο. Η ποιήτρια μάς καλεί σε ένα όμορφο και μαγικό ταξίδι αισθήσεων και χρωμάτων που θα αγγίξουν ολοκληρωτικά την ψυχή μας ξεφυλλίζοντας αυτές τις σελίδες του υπέροχου βιβλίου της. Η ποιητική της συλλογή χωρίζεται σε 3 ενότητες και ειδικότερα αναφέρεται στους 3 μήνες της Άνοιξης Μάρτιο, Απρίλιο, και Μάιο.

H ποιήτρια μάς παρουσιάζει στην 1η θεματική της ενότητα στοιχεία ποιητικής γραφής που απεικονίζουν το ελληνικό ιδεώδες της. Οραματίζεται μια Ελλάδα ολόφωτη σαν ηλιαχτίδα και συνάμα μας οδηγεί σε μονοπάτια λεύτερα να αφουγκρασθούμε τους ήχους της ειρήνης στην ιερή γη των αθανάτων.

Μας καλεί να αφυπνισθούμε μαζί της και να σταθούμε αγέρωχοι στα ιερά και στα όσια της πατρίδας μας στα υψηλά ιδανικά που μας κληροδότησαν οι ένδοξοι πρόγονοί μας, με μια μικρή σταγόνα του κόσμου που την βάφτισε ελπίδα «μια μικρή σταγόνα του απείρου που γέννησε την βροχή και άλλαξε τον κόσμο..», δείχνοντάς μας την δυνατή της θέληση απέναντι στον κοινωνικό και πολιτικό κομφορμισμό με μια ανεξαρτησία ψυχής και σθένους που την αντιπροσωπεύει  ως πνευματικό και καλλιεργημένο άνθρωπο.

Η ποιήτρια μας γράφει με μια “πνοή αθανασίας”

“Με ποια αλήθεια να βαφτίσω την ομορφιά

που απλώνεται εμπρός μου;

Με ποιο βλέμμα σπινθηροβόλο

ν’ ατενίσω το μέλλον της γης;

Με ποια πνοή ουρανοβόλα ν’ ανασάνω

τη θεία γαλήνη της ψυχής;”

Εκφράζοντας το ατελεύτητο σύνορο της ψυχής της και συνάμα καθοδηγώντας μας να ατενίσουμε τον ορίζοντα της ανθρώπινης υπόστασής μας.

H ποιήτρια μάς παρουσιάζει στη 2η θεματική της ενότητα στοιχεία ποιητικής γραφής που αναδεικνύουν τις υπαρξιακές της αγωνίες καθώς και τους φιλοσοφικούς της στοχασμούς σε μια αέναη αναζήτηση.

Μας καλεί ως σιωπηλός ταξιδευτής σε αλαργινούς ορίζοντες να ανταμώσουμε το φως της λύτρωσης σε μια ασύνορη ελευθερία στο πέλαγος της αιωνιότητας ως μύστες του σύμπαντος, σε μια ιερή τελετουργία με μια θυσία διαχρονική ανάμεσα στο τίποτα και στο πάντα.

Η ποιήτρια μάς γράφει..

“Μα όσο η Θάλασσα ποτίζεται

με του Θεού τα δάκρυα

κι ο άνεμος είναι δεμένος

στα ξάρτια του απέραντου,

εκείνος ο αχνός της θάλασσας

μοιάζει με κραυγή στο Είναι μου,

του νου μου τον ορίζοντα χαράσσοντας…”

Στοχάζεται με πλήρη συνείδηση οριοθετώντας τη δική της ξεχωριστή πορεία ανάμεσα στο απέραντο του πελάγου της ζωής  ακουμπώντας και τον τελευταίο λυγμό της σαν κραυγή μέχρι να βρει θάλασσες γαλήνιες που θα την οδηγήσουν σε εκείνη τη λυτρωτική πορεία στο αιώνιο ταξίδι του φωτός.

H ποιήτρια μάς παρουσιάζει στην 3η θεματική της ενότητα στοιχεία ποιητικής γραφής που υμνούν τον έρωτα με μια αέρινη πνοή μεταφέροντάς μας στης ψυχής της το μαϊστράλι που ριζώνει στο άπειρο της γης, στον αιώνα του κόσμου. Μια αρχή χωρίς τέλος φωλιάζει σαν πουλί ασάλευτο στην άγραφη μνήμη των ανθρώπων.

Και οι λέξεις της ξεπηδούν σαν χείμαρρος σε ένα ζωντανό κάλεσμα ζωής στης νιότης το ολάνθιστο φως.

Η ποιήτρια μάς γράφει..

“Έλα κοντά μου μέσα στην αγκαλιά της νύχτας.

Έλα μέσα στη σιωπή του σύννεφου.

Έλα σαν ηλιοφώτιστο θαλασσινό κύμα

Έλα σα διάφανη δροσοσταλίδα πρωϊνού.

..Εσύ, ολάκερη η ζωή ”

Μας καλεί σε ένα αιθέριο μονοπάτι, όπου μας ταξιδεύει σε άλλους κόσμους ονειρικούς και ταυτόχρονα η ποιητική της σκέψη μοιάζει δυνατή σαν φλογοβόλο βέλος διαπερνώντας κάθε κύτταρο της δικής μας ύπαρξης.

Η ποίηση της εκλεκτής μου φίλης Τζούλιας Πουλημενάκου είναι συμβολική και συνάμα γεμάτη όμορφες εικόνες και έντονα συναισθήματα. Η γλώσσα της γλαφυρή και το ύφος της λυρικό. Η ευαισθησία της είναι διάχυτη και απεικονίζεται έντονα στον ποιητικό της λόγο. Η αισθαντικότητά της αναβλύζει σε κάθε στίχο και ταυτόχρονα διατηρεί το βάθος και την ουσία της ποιητικής της έκφρασης.  Η ποίησή της είναι αναμφισβήτητα ποίηση με περιεχόμενο χωρίς να αφήνει νοηματικά κενά στον αναγνώστη.

Η ματιά της είναι διεισδυτική και σαν παλμογράφος της εποχής αποτυπώνει τις εσωτερικές και εξωτερικές αγωνίες καθώς και τα ερωτήματα που απασχολούν όλους μας. Μας φέρνει αντιμέτωπους με τη δική μας συνείδηση να αντιπαλεύει και να μάχεται ανάμεσα στο εγώ και στο εσύ, ανάμεσα στο εμείς και στο εσείς ως μέρος της ολότητας.

Η “Απρόσμενη Άνοιξη” είναι η Άνοιξη της Αφύπνισης, η Άνοιξη της Ξαστεριάς που ονειρευόμαστε όλοι μας να ζήσουμε σε έναν κόσμο πιο δίκαιο, πιο γνήσιο, και πιο αληθινό.

Την Ευχαριστούμε από καρδιάς!

για το Μήνυμα Ζωής που μας έστειλε…

Μίνα Μπουλέκου

Ποιήτρια-Πεζογράφος-Αρθρογράφος

Αθήνα, Δεκέμβριος 2017

Η Παρουσίαση του βιβλίου “Απρόσμενη Άνοιξη” πραγματοποιήθηκε στις 11 Δεκεμβρίου 2017 στην Αθήνα, στο Παραδοσιακό Καφενείο “Η Ωραία Ελλάς”, στο πλαίσιο των πολιτιστικών εκδηλώσεων με υπεύθυνη την κ. Άννα Στάικου

Οι ομιλητές της παρουσίασης  Νίκος Ταβουλάρης, Μίνα Μπουλέκου και Αγγελική Ψακή-Κωβαίου

Συντονιστής ο συγγραφέας Μιχάλης Γριβέας

Η Υπεύθυνη του Πολιτιστικού Τομέα του Πολυχώρου “Η Ωραία Ελλάς” κ. Άννα Στάικου

(Φωτογραφίες: Ζαφείρης Ζάφειρας)

 

Η αρχική φωτογραφία είναι από την αφίσα της παρουσίασης της συλλογής “Απρόσμενη ‘Ανοιξη”

(λεπτομέρεια της  “Άνοιξης” του Santro Botticelli 1445-1510)

 

Της Νέλλης Λαγάκου

Μελετώντας σελίδα τη σελίδα και μετρώντας τα βήματα της καρδιάς τής ποιήτριας, ερευνώντας τη σκέψη της, βαδίζοντας μαζί της το δρόμο τού ποιητικού της λόγου, ανακάλυψα ότι η όμορφη αυτή Μούσα της ποίησης που κρύβεται και παίζει, σαν εκείνο το κρυφτούλι που τόσο έξυπνα και ποιητικά γράφει στο ποίημα «Ημιτελές παιχνίδι», στο τέλος του βιβλίου της, κάποια στιγμή βγαίνει από τον κρυψώνα της και ρίχνει το βλέμμα της, απλώνει τα χέρια της κι αγκαλιάζει εκείνον, που είναι σίγουρη ότι θα την υπηρετήσει με αγάπη, με πάθος και με συνέπεια. Κάπως έτσι, διάλεξε αυτή η Μούσα μια ακόμη ψυχή, της φόρεσε το χιτώνα της ποίησης και της είπε: «Σου χαρίζω αυτό το δώρο μου, τον ποιητικό λόγο, ταξίδευε με τ’ όνειρο, η σκέψη σου ν’ αγκαλιάζει όλα τα μικρά και τα μεγάλα θαύματα του Θεού, τη φύση και τον άνθρωπο, που θα τον βρίσκεις παντού μέσα στην καθημερινότητα», γιατί όπως γράφει ο ποιητής Rainer Maria Rilke, στο βιβλίο του «Γράμματα σ’ ένα νέο ποιητή» : “Αν η καθημερινότητα σού φαίνεται φτωχή, μην την καταφρονήσεις, εκεί θα βρεις τον εαυτό σου απέναντι στους άλλους”.

Η Τζούλια Πουλημενάκου μάς προσφέρει τους καρπούς της δημιουργίας της, οι οποίοι μεταφέρουν μέσα τους αγάπη, αγωνία , ανάγκη για έκφραση και λέξεις μέσα σε στίχους ντυμένους με τη μουσική των αγγέλων. Η ποιήτριά μας, μάς δίνει το στίγμα τι σημαίνει αυτό, τονίζοντας στο ποίημά της «Όταν ο ποιητής γράφει» (στη σελ.37):

“ Όταν ο ποιητής γράφει/ η θάλασσα αγναντεύει το άπειρο/ και η ψυχή μεταλαμβάνει/ το νάμα του Θεού/ Όταν ο ποιητής γράφει/ ο χτύπος της καρδιάς του / είναι ο μυστικός παλμός της γης / και η απέραντη ανάσα του σύμπαντος.”

Ο ποιητικός λόγος της Τζούλιας Πουλημενάκου κινείται σε πολλές παραμέτρους, αγκαλιάζει με τις λέξεις του πολλά πρόσωπα και καταστάσεις, βαδίζει σε πολλούς δρόμους μικρούς και μεγάλους για να δει πως το φως διαχέεται σε κάθε γωνιά και μπαίνει σε κάθε ψυχή που αγωνιά και πονάει. Προσπαθεί ν’ ανακαλύψει και να αναζητήσει από πού έχει μπει το σκοτάδι και εμποδίζει το φως να φωτίσει τον άνθρωπο της ανάγκης, όποια κι αν είναι αυτή. Έτσι γράφει ότι: “Οι λέξεις γίνονται φως.. , γιατί η πένα μετουσιώνεται σε λάμψη φωτίζοντας τον κόσμο”. Κι ακόμη, στη σελ.31, στο ποίημα «Φεγγάρι μου», γράφει : “Φεγγάρι μου/ ανάτειλε το άγνωστο μέλλον της ζωής…/ με περιστέρια ολόλευκα μηνύματα ελπίδας στείλε!/ Aνυψώσου πέρα απ’ της νύχτας το άπειρο/ και με το ύστερο φως σου/ ζωντανή κράτησε την ψυχή μου!”

Σ’ αυτό το ποίημα, ο καθένας μας βρίσκει τον ήχο της ψυχής του.Κι αυτό είναι ποίηση. Να βρίσκουν όλοι τον εαυτό τους μέσα σ’ αυτή. Να βρίσκουν την αγάπη τους, την αγωνία τους, το δάκρυ του πόνου και της χαράς τους. Γιατί αυτό είναι ποίηση, όπως γράφει και ο δικός μας ποιητής Νικηφόρος Βρεττάκος στο ποίημά του «Ο κόσμος και η ποίηση»: “Άλλωστε τι θαρρείς πως στο βάθος είναι η ποίηση; / Είναι η γύρη των πραγμάτων του σύμπαντος./ Η γύρη σε πράξεις, η γύρη σε οδύνη, σε φως, σε χαρά, σε αλλαγές, σε πορεία, σε κίνηση./ Η ζωή κι η ψυχή/ σ’ ένα αιώνιο καθρέφτισμα μέσα στο χρόνο./ Τι νομίζεις,/λοιπόν,/κατά βάθος η ποίηση είναι./Μια ανθρώπινη καρδιά/ φορτωμένη όλον τον κόσμο».

Η ποιήτριά μας, με χαρακτηριστικό τρόπο γραφής, αέρινο, μητρικό, θα έλεγα, πλησιάζει την ποίηση σα να είναι παιδί της, και το κανακεύει και το ρωτάει στο ποίημά της «Ενηλικίωση», ακούστε πόσο γλυκό είναι: “Τη νύχτα γιατί τριγυρνάς στων αστεριών τους δρόμους;/ τo ρώτησα./Εκείνο μ’ αποκρίθηκε: N’ αργήσει η ανατολή/ το ξημέρωμα να ξεχαστεί να έλθει/ κι εσύ να γράψεις κάτι … για μένα…” και, βέβαια, η ποιήτρια τού «χάρησε ένα ποίημα μεγάλο», όπως γράφει.

Στην  ποίηση υπάρχει μια βαθιά ερωτική σχέση του ποιητή με το στίχο, με τις λέξεις, με το κάθε γράμμα ξεχωριστά, γιατί το κάθε γράμμα κουβαλάει και τη μουσική του, όπως η κάθε μουσική νότα παίζει με το δικό της ήχο, και αντιπροσωπεύει το δικό της ψυχικό παλμό. Η Τζούλια όμως, βαθειά προβληματισμένη με τα όσα συμβαίνουν μέσα μας και γύρω μας, ξεκινώντας από το εγώ που σημαίνει στην ποίηση και το εμείς, γράφει κοιτάζοντας τη ζωή να παίζει ένα μονόπρακτο έργο στη θεατρική σκηνή, με όλη την ανθρώπινη δραματουργική πορεία, με τις αμέτρητες εκπλήξεις. Και τελειώνει με τον στίχο «χωρίς χειροκρότημα». Και αυτό είναι του ποιητή και των ανθρώπων το αιώνιο παράπονο. Ακούστε το ποίημα αυτό που ταιριάζει στη ζωή όλων μας (σελ.17):

Mονόπρακτο”

Παράσταση θεάτρου είναι η ζωή μου.

Σε μία πράξη.

Το κορμί μου θεατρίνος στο παιχνίδι της.

Και η ψυχή μου;

Nα κυνηγά το αδύνατο

στη σκηνή του απέραντου χάους,

επεμβαίνοντας δραματικά

-την ύστατη στιγμή-,

δίνοντας το τέλος

σ’ ένα μονόπρακτο

χωρίς χειροκρότημα…

 

Στης ποίησης την ανεξάντλητη δύναμη όλα παίρνουν τη θέση τους μ’ ένα μαγικό τρόπο, που τις περισσότερες φορές προσφέρουν θεραπεία στους ανθρώπους που πονούν, που έχουν χάσει την πορεία τους μέσα στη ζωή, φανερώνοντας μια άλλη πλευρά και με τη μορφή τού ονείρου πλησιάζουν την αισιοδοξία και την ελπίδα. Στο ποίημα «Λέξεις ποτάμια», η Τζούλια γράφει: «Θα γυρίσω τη σελίδα/ και θ’ αντικρίσω τις λέξεις/ που θα γίνουν ποτάμια/ να ποτίσουν τη γη της ψυχής μου», και σε άλλο της ποίημα με τίτλο «Η σταγόνα του κόσμου», θα γράψει μ’ ένα τρόπο καταλυτικό και θα πλησιάσει τον άνθρωπο με μια δυναμική, που θα φτάσει στην ψυχή του με τη λέξη ‘ελπίδα’ : «Βαφτίστηκε στον ωκεανό της μνήμης/ με το όνομα «Ελπίδα»/ αυτή η μικρή σταγόνα του απείρου γέννησε τη βροχή/ και άλλαξε τον κόσμο».

Η ποιήτριά μας, δεν ξεχνάει να υμνήσει μέσα στους στίχους της αυτή την όμορφη πατρίδα μας, που πληγωμένη και ρημαγμένη, ξανανοίγει τα φτερά της και φτερουγίζει σαν τον αετό στις κορυφές του κόσμου. Στο ποίημά της στη σελ.70 με τίτλο «Να προσέχεις», η Τζούλια ξαναγυρίζει τη μνήμη της και την ψυχή της στο παρελθόν, όπως άλλωστε όλοι μας το κάνουμε συχνά, και θυμάται αυτή τη μητρική αγκαλιά που τη ζέσταινε και μέσα της η καρδούλα της χτυπούσε ακουμπησμένη στην καρδιά τής μάνας της. Κι ένιωθε πως ήταν ο φύλακας άγγελός της, που στις φτερούγες του την κράταγε σφιχτά για να την προστατεύσει από κάθε τι που μπορούσε να την πονέσει. Και της έλεγε και της ξανάλεγε «Να προσέχεις».  Ένα ποίημα που εμπεριέχει το μεγαλείο και τον κόσμο της αγάπης της μητέρας.Την αγωνία της για τη ζωή και το μέλλον του παιδιού της. Και η Τζούλια συνεχίζει να γράφει: «Να προσέχεις.. /κι αυτά τα λόγια σου/ χάραξαν την καρδιά μου…/ Όλα ήταν γραμμένα σ’ αυτό το ανήσυχο βλέμμα σου». Ένα ποίημα που αγγίζει όλες τις ψυχές των ανθρώπων. Επαναφέρει στην τάξη όσους ίσως από αμέλεια, ίσως από την προσωπική τους επαγγελματική και οικογενειακή πορεία, τη φόρτιση που μπορούν να έχουν, ξεχνούν αυτό το «παιδί μου να προσέχεις» και να θυμούνται πάντα αυτό το ανήσυχο βλέμμα της μάνας.

Η ποιήτριά μας, ακόμη αγγίζει – ατενίζει με περίσκεψη και τα παγκόσμια προβλήματα, που τελειωμό δεν έχουν και κλειδωνίζουν επικίνδυνα την ισορροπία της γης και των ανθρώπων. Γι’ αυτό, στην ποίησή της πρωταγωνιστεί το όραμα για την Ειρήνη. Και αυτή η λέξη βρίσκεται πίσω από κάθε πόλεμο και κραυγή απελπισίας, πίσω από το κλάμα των παιδιών, που ονειρεύονται έναν κόσμο δίχως σφαίρες και δίχως σταυρούς. Η ποιήτρια, λοιπόν, γράφει και οραματίζεται, προσδοκά ν’ ακούσει στο ποιήμά της «Ο ήχος της ειρήνης» :  «Τον ήχο της Ειρήνης πεθύμησα/όταν η τελευταία βόμβα θα εκλείψει/όταν το πρώτο χαμόγελο θα πλημμυρίσει/ και πάλι το σύμπαν των ψυχών μας». Πιστεύω ότι, αυτή η επιθυμία της βρίσκεται μέσα στης ποίησης την άγια τράπεζα, μέσα στων ποιητών τα βιβλία, που στις σελίδες τους η ψυχή τους προσεύχεται για την Ειρήνη του κόσμου.

Τελειώνοντας, θα ήθελα να δώσω την ίδια ευχή στη Τζούλια, αυτή που μου είχε δώσει ο Νικηφόρος Βρεττάκος πριν 36 χρόνια, όταν του χάρησα τα δύο πρώτα μου βιβλία, όταν πρωτοδιορίστηκα στο Γύθειο.   Μου είπε : «Έχεις δρόμο ανοιχτό, προχώρα…» και σας διαβεβαιώ ότι αυτός ο δρόμος μετα όσα εμπόδια και δυσκολίες παρουσιάζει, αξίζει κανείς να τον περπατήσει, όσο κι αν κουραστεί και κάποτε απογοητευτεί. Στην αγαπητή μου Τζούλια, επαναλαμβάνω ότι η Μούσα της ποίησης τη διάλεξε, την ξεχώρισε, της έδωσε τη χάρη να υπηρετήσει τον ποιητικό λόγο με πάθος, με αγάπη, με αφοσίωση κι ας είναι λιγοστό το χειροκρότημα στο μονόπρακτο που λέγεται ποίηση. Στην ψυχή της όμως θα ξέρει, θα νιώθει ότι έκανε το χρέος της, το τάλαντό της δεν έκρυψε στη γη.

Γύθειο, 24 Αυγούστου 2016

 

Νέλλη Λαγάκου, Ποιήτρια-Συγγραφέας

τ.Σχολική Σύμβουλος Μέσης Εκπαίδευσης

Μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών

 

 

Η φωτογραφία είναι από το εξώφυλλο της συλλογής “Απρόσμενη ‘Ανοιξη”

(λεπτομέρεια της  “Άνοιξης” του Santro Botticelli 1445-1510)

 

 

 

 

 

Άφησέ με,

να σε ποτίσω

με σταγόνες της βροχής,

να γλυστήσω στο βάθος της καρδιάς σου

να σιγοψιχαλήσω τον έρωτα

να βυθίσω τον πόθο στα μάτια σου

να ριζώσω καρπούς αγάπης

στην ψυχή σου.

 

Άφησέ με,

να γεμίσω αρώματα το κορμί σου

να χαθώ στις δυνατές παλάμες σου,

να κυλήσω μέσα σου σα δροσοσταλιά

να μετρήσω την ερημιά του πόνου μου

να σταλάξω στο κρυφό σου σπήλαιο.

 

Άφησέ με,

να στενάξω

να κλάψω,

η ζωή μου

να σταλάξει στην ψυχή σου.

Να μείνω εκεί για αιώνες,

ο σταλακτίτης σου να γίνω.

Κράτησέ με…

 

©Τζούλια Πουλημενάκου

 Ποιητική Συλλογή «Αθώες Νοσταλγίες»

Αθήνα 2014

 

Επί-Λόγου – Τα έργα μου – Τα ποιήματά μου – Λεύκωμα –  Μάιος 2020

Η μορφή σου πλανάται αέρινη

στις νύχτες των παιδικών μου χρόνων

να πλάθεις παραμύθια στο προσκεφάλι μου

χωρίς στοιχειά και κακές μάγισσες,

μα με λευκά άλογα και νεράιδες

που άγγιζαν την αθώα μου ψυχή

και την ταξίδευαν…

 

Σφάλιζες πάνω στο στήθος μου

το χέρι σου ερμητικά,

θωπεύοντας  τους χτύπους της καρδιάς μου

κι ανάσαινες με μυριάδες πνοές

αγωνίες και εφηβείας σπαράγματα.

 

Κρατούσες σφιχτά την ύπαρξή μου,

μην τύχει και την κλέψουν

τα λόγια τα περαστικά

και τα φτηνά ξελογιάσματα…

 

“Να προσέχεις…”, μου έλεγες

με βλέμμα που έκρυβε φόβο

κι’  ηχούν ακόμα στ’ αυτιά μου

οι λέξεις οι πολύτιμες.

Μα πριν προλάβω ν’ ανοιγοκλείσω τα μάτια μου

πρόσεξα τα χρόνια

που σαν αέρας σκόρπισαν

και τα λόγια σου χάραξαν την καρδιά μου…

 

Όλα ήταν γραμμένα σ’ αυτό το ανήσυχο βλέμμα σου…

 

  Τζούλια Πουλημενάκου

 

Από την Ποιητική Συλλογή “Απρόσμενη Άνοιξη” 

Κέντρο Ευρωπαϊκών Εκδόσεων Χάρη Τζο Πάτση 

2η Έκδοση Αθήνα 2017

Επιμέλεια videο: Μαρία Ταβουλάρη

Επί-Λόγου – Τα έργα μου – Τα ποιήματά μου – Λεύκωμα –  Μάιος 2020

Προσκυνητής στο αέναο ταξίδι τ’ ουρανού,

συνοδοιπόρος με τούτο το ματωμένο φεγγάρι,

αυτήν την απριλιάτικη νύχτα,  θα γίνω!

 

Σ΄αυτήν την άγια πανσέληνο,

την πορφυρή, την αιμάτινη,

θα κρεμάσω το ουράνιο τόξο της ελπίδας

και τα πολύχρωμα όνειρα της γης!

 

Έλα φεγγάρι μου και λαμπύρισε άλικο

στου απέραντου κόσμου το κύτταρο!

Κύλισε πύρινο στου είναι μου τις φλέβες

και ζέστανε την ψυχή μου!

 Σβήσε τη θλίψη και γίνε ρόδινο στεφάνι

στ’ ουρανού σου το άπειρο!

Στων αστεριών σου τον παράδεισο

να διαβώ και να ταξιδέψω,

τη φωτεινή σπίθα της ελπίδας

αναζητώντας…

 

 Τζούλια Πουλημενάκου

 

Από την Ποιητική Συλλογή “Απρόσμενη Άνοιξη” 

Κέντρο Ευρωπαϊκών Εκδόσεων Χάρη Τζο Πάτση 

2η Έκδοση Αθήνα 2017

Eπιμέλεια βίντεο: Γιώτα Φραγκουλάκη

Επί-Λόγου – Τα έργα μου – Τα ποιήματά μου – Λεύκωμα –  Απρίλιος 2020

Φεγγάρι μου, ίππευσε τ’ άτια τ’ ουρανού

κι έλα να μ’ ανταμώσεις στην άκρη του ονείρου!

Με νότες ασημιές  τραγούδησε και χόρεψε

ανατολής χορό στην αγκαλιά του κόσμου!

 

Φεγγάρι μου, στο άλικο αίμα μου βαπτίσου

και πύρινο κατρακύλησε εδώ. 

Τη μοναξιά μου σβήσε!

Μαρμαρυγές στη διαμαντένια θάλασσα σκόρπισε

και διώξε τον πόνο απ’ της γης τα πέρατα!

 

Φεγγάρι μου, ανέτειλε το άγνωστο μέλλον της ζωής…

Με  περιστέρια ολόλευκα  μηνύματα ελπίδας στείλε!

Ανυψώσου πέρα απ’ της νύχτας το άπειρο

και με το ύστερο φως σου,

ζωντανή κράτησε την ψυχή μου!

 

Τζούλια Πουλημενάκου

 

Από την Ποιητική Συλλογή “Απρόσμενη Άνοιξη” 

Κέντρο Ευρωπαϊκών Εκδόσεων Χάρη Τζο Πάτση 

2η Έκδοση Αθήνα 2017

Επιμέλεια βίντεο: Γιώτα Φραγκουλάκη

Επί-Λόγου – Τα έργα μου – Τα ποιήματά μου – Λεύκωμα – Απρίλιος 2020

Με την πνοή του ανέμου

μέσα απ’ τ’ άσπρα σύννεφα

ξεχύνεται θαλασσινό τραγούδι,

του ορίζοντα ο κρυφός λυγμός

και τ’ ουρανού η ανάσα…

 

Σιγοψιθύρισμα οι σταλαγματιές

ακούγονται σα μυστικό ανείπωτο

στο πέλαγος του απείρου..

Ρυθμός κρυφού προορισμού η βροχή!

 

Μα όσο η θάλασσα ποτίζεται

                                    με του Θεού τα δάκρυα                                    

κι ο άνεμος είναι δεμένος

στα ξάρτια του απέραντου,

εκείνος ο αχός της θάλασσας

μοιάζει κραυγή στο Είναι μου,

του νου μου τον ορίζοντα χαράσσοντας…

 

Ο λυτρωτικός αχός της αλαργινής ψυχής μου!

 

Τζούλια Πουλημενάκου

 

Από την Ποιητική Συλλογή “Απρόσμενη Άνοιξη” 

Κέντρο Ευρωπαϊκών Εκδόσεων Χάρη Τζο Πάτση 

2η Έκδοση Αθήνα 2017

Το ανωτέρω ποίημα δημοσιεύθηκε στην λογοτεχική εφημερίδα “ΝΟΥΜΑΣ” στο τεύχος 165 / 2020 (Επιθεώρηση Τέχνης Γραμμάτων & Πνευματικού Προβληματισμού)

Του Νίκου Ταβουλάρη

Η μετουσίωση του ελάχιστου σε μέγιστο, η δημιουργός συμπαντική δύναμη της αγάπης και του έρωτα, όχι μόνο στην ανθρώπινη αλλά και τη συμπαντική διάσταση, είναι θέματα πολύ μεγάλα και δυσπρόσιτα και ίσως μόνο η ποίηση έχει τη δυνατότητα να τα προσεγγίσει, όχι μέσα από μια έλλογη ανάλυση, αφού αυτά σίγουρα υπερβαίνουν την πεπερασμένη νοητική μας ικανότητα, αλλά ίσως να τ’ αγγίξει με τ’ άυλα ακροδάκτυλά της. Μια τέτοια διστακτική αλλά όμορφη ποιητική αφή επιχειρεί η  Τζούλια Πουλημενάκου στην ποιητική της συλλογή «Αθώες Νοσταλγίες».

Η ποιήτρια δεν είναι πρωτοεμφανιζόμενη στο χώρο της ποίησης. Ήδη έχει δώσει ικανά δείγματα της ποιητικής της γραφίδος σε συλλογικές εκδόσεις, καθώς και σε αρκετούς λογοτεχνικούς διαγωνισμούς, στους οποίους κι έχει διακριθεί. Οι «Αθώες Νοσταλγίες» είναι η πρώτη ολοκληρωμένη ποιητική της συλλογή, μέσω της οποίας ο αναγνώστης έχει την ευκαιρία να γευτεί την τρυφερή ανάδειξη των θεμάτων της και ταυτόχρονα την σε βάθος ανάλυση και τεκμηρίωσή τους.

Η ποίηση της Τζούλιας Πουλημενάκου εκτός από τον άρτιο χειρισμό της γλώσσας, η οποία εμπεριέχει τα απαραίτητα αισθητικά και νοηματικά στοιχεία, που χαρακτηρίζουν μια γνήσια ποιητική γραφή, χαρακτηρίζεται και από βαθιά ευαισθησία, λυρισμό αλλά και προβληματισμό. Ο αναγνώστης που θα συνταξιδέψει με την ποιήτρια στο ποιητικό πέλαγος του πολύχρωμου ουρανού της ψυχής της, θα αισθανθεί να γίνεται ένα με τον άνεμο, τη βροχή και το φως, σ’ έναν φανταστικό αλλά ταυτόχρονα τόσο αληθινό κόσμο! Θ’ ανακαλύψει κι εκείνος τα όνειρά του, που και εάν ακόμη φυλακιστούν, εκείνα θα ανθίσουν ρόδα, όπως μας λέει η ποιήτρια με το  πρώτο ποίημα της συλλογής της που έχει δώσει και τον γενικό τίτλο.

Η ποιητική συλλογή «Αθώες Νοσταλγίες» είναι ένα ποιητικό σεργιάνι, που δεν είναι σε καμιά περίτωση ανώδυνο για τον αναγνώστη. Η ψυχή ταλανίζεται, η ψυχή ακροβατεί ανάμεσα στο μηδέν και το άπειρο, ανάμεσα στην ύπαρξη και την ανυπαρξία, σε μια αδιάστατη αλλά πολύ πραγματική ταυτόχρονα Οδύσσεια, που συντελείται στην ψυχή της ποιήτριας αλλά και του αναγνώστη ταυτόχρονα. Διαβάζουμε χαρακτηριστικά στο ποίημά της «Πόση ελπίδα έχω;»

“Ανεμώνα εγώ/προσπαθώ ν΄ανακαλύψω/τις ρίζες μου/

τα χαμένα κομμάτια μου να μετρήσω…”

   Μια κραυγή, μια οιμωγή στο άπειρο, ζητάει στήριξη στον αγώνα της, που όμως δεν φανερώνει εγκατάλειψη, αλλά απόφαση ν’ αγωνιστεί μέχρι το τέλος, να παλέψει στο ταξίδι της για τη δική της Ιθάκη… Στον αγώνα της αυτό δε ζητάει βοήθεια, παρά μόνο την ευκαιρία να δείξει τον θησαυρό, που έχει στους μυστικούς λειμώνες της ψυχής της, σχεδόν εκλιπαρεί να εισακουστεί από ποιον; Ίσως από τον εαυτό της, ίσως από το συνάνθρωπο, ίσως από τις μυστικές δυνάμεις του σύμπαντος….

“Άφησέ με,/να σε ποτίσω/με σταγόνες της βροχής/

να γλυστρήσω στο βάθος της καρδιάς σου/

να σιγοψιχαλίσω τον έρωτα/να βυθίσω τον πόθο στα μάτια σου

να ριζώσω καρπούς αγάπης /στην  ψυχή σου”.

Τούτο το ποντοπόρο ταξίδι ανάμεσα από θύελλες του νου και της ψυχής δεν έχει τέλος είναι ένας διαρκής αγώνας, που αέναα θα οδηγεί τον άνθρωπο στη δική του αναζήτηση, προς ένα φωτεινό ορίζοντα στο ακροούρανο της ατέρμονης πορείας του. Κι εκείνος ένα κυκλάμινο ριζωμένο στο βράχο που θέλει να ζήσει, να περάσει, να μετουσιωθεί και το κατορθώνει τελικά με τον αγώνα, τη θυσία και τελικό έσχατο μα και υπέρτατο όπλο, την αγάπη. Έρχεται η αγάπη, καταλύτρα ν’ απλώσει τα δικά της φτερά και να κάνει την  πένα τής ποιήτριας να γράψει με μελάνι από χρώματα τ’ ουρανού της ψυχής της στο ποίημά της «Η ψυχή του ποιητή»:

“Ψυχή μου! /Τα χέρια μου οδηγείς στην ποίηση/

στο δικό σου καταφύγιο/να κλειστώ ν’ απομονωθώ/

ν’ ανταμώσω με τ’ αστέρια/να βυθιστώ σε μυθικά πελάγη/

να πλανηθώ σ’ ονειρικά ταξίδια”.

Για να ομολογήσει σαν τον πιστό, που φτάνει στην υπέρτατη μετουσίωση και μεταλαμβάνει υπερβατικά τη συμπαντική αλήθεια, πίσω από τα φαινόμενα και τα γεγονότα, στο συμβολικό ποίημά της «Το κυκλάμινο που έγινε ρόδο»:

“Τώρα τα δάκρυα στέγνωσαν/τα όνειρα ξύπνησαν/

και ανέτειλαν μαζί με την ελπίδα/

κι εγώ ξαναγεννήθηκα/δίνοντας πνοή στη ζωή μου/

και το  κυκλάμινο έγινε ρόδο/στο άλικο της καρδιάς”.

Ναι,  ξαναγεννιόμαστε όταν το κυκλάμινο ποτιστεί με το άλικο αίμα της καρδιάς και γίνει ρόδο! Οι «Αθώες Νοσταλγίες» είναι μια απτή απόδειξη πως η τέχνη και ειδικότερα εκείνη της Ποίησης, είναι δυνατόν να τέρπει και ταυτόχρονα να προβληματίζει και να μετουσιώνει το μικρό σε μεγάλο και την τρυφερότητα της ψυχής ενός γνήσιου ποιητικού πνεύματος σε νοηματικό και υπαρξιακό Φως! Είθε η ποιήτρια να μας χαρίσει και στο μέλλον, με την ευαίσθητη και δημιουργική γραφή της και άλλα όμορφα παιδιά της ποίησης και να κάνει στις καρδιές μας ν’ ανθίζουν τρυφερά κυκλάμινα μα και άλικα ρόδα!

Νίκος Ταβουλάρης

Ποιητής-Πεζογράφος-Δοκιμιογράφος

Πρόεδρος της «Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών»

 

Η παρουσίαση του βιβλίου “Αθώες Νοσταλγίες” πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα εκδηλώσεων της “Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών” στις 9 Μαϊου 2014

“Το ελπίζει ο Θεός πως τουλάχιστον μες στους λυγμούς των ποιητών

δε θα πάψει να υπάρχει ποτές ο Παράδεισος”*

Νικηφόρος Βρεττάκος

 

Στο φως το λαμπρό του δειλινού

θ’ αγκιστρωθεί το βλέμμα,

στης λίμνης την ασημιά μαρμαρυγή

θα ξεκουράσω την ψυχή μου

κι εκεί στην άηχη σιγαλιά

θ’ αφουγκραστώ 

τον τελευταίο παράδεισο επί γης!

Στη λάμψη μιας απρόσμενης άνοιξης,

στο γέρμα μιας ασύνορης ζωής

θα φτεροκοπήσουν λευκά περιστέρια

στ’ ουρανού το στερέωμα,

μεταφέροντας στο αύριο την ελπίδα

ως την άκρη της ανθρωπότητας

εκεί που ο αβασίλευτος ήλιος φωλιάζει

και γεννιούνται φωτεινές οι ψυχές μας! 

Τζούλια Πουλημενάκου

 

Από την Ποιητική Συλλογή “Απρόσμενη Άνοιξη” 

Κέντρο Ευρωπαϊκών Εκδόσεων Χάρη Τζο Πάτση 

2η Έκδοση Αθήνα 2017

 

 

*Απόσπασμα από το ποίημα του Ν.Βρεττάκου “Ένας μικρότερος κόσμος” από τη συλλογή “Ημερολόγιο”

Επιμέλεια βίντεο: Γιώτα Φραγκουλάκη

Πηγή φωτογραφίας: pinterest.com

Πίνακας του Santro Bottticelli (1445-1510) “Άνοιξη” (λεπτομέρεια)

Επί-Λόγου – Τα έργα μου – Τα ποιήματά μου – Λεύκωμα – Μάρτιος 2020