ΜΑΝΑ ΚΑΙ ΓΙΟΣ

Στης ιστορίας το διάσελο όρθιος ο γιος πολέμαγε

κι η μάνα κράταε τα βουνά, όρθιος να στέκει ο γιος της,

μπρούντζος, χιόνι και σύννεφο. Κι αχολόγαγε η Πίνδος

σα να’ χε ο Διόνυσος γιορτή. Τα φαράγγια κατέβαζαν

τραγούδια κι αναπήδαγαν τα έλατα και χορεύαν

οι πέτρες. Κι όλα φώναζαν: «Ίτε παίδες Ελλήνων…»

Φωτεινές σπάθες οι ψυχές σταύρωναν στον ορίζοντα,

ποτάμια πισωδρόμιζαν, τάφοι μετακινιόταν.

 

Κι οι μάνες τα κοφτά γκρεμνά σαν Παναγιές τ’ ανέβαιναν.

Με την ευκή στον ώμο τους κατά το γιο παγαίναν

και τις αεροτραμπάλιζε ο άνεμος φορτωμένες

κι έλυνε τα τσεμπέρια τους κι έπαιρνε τα μαλλιά τους

κι έδερνε τα φουστάνια τους και τις σπαθοκοπούσε,

μ’ αυτές αντροπατάγανε, ψηλά, πέτρα την πέτρα,

κι ανηφορίζαν στη γραμμή, όσο που μες στα σύννεφα

χάνονταν ορθομέτωπες η μια πίσω απ’ την άλλη. (1940)

                                                                 “Οι γυναίκες της Πίνδου”

Γράφτηκε την πρώτη επέτειο της 28ης Οκτωβρίου 1940

~~~~~~~

Ο ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ

Σ’ όλη μου τη ζωή, ήμουν στον πόλεμο.

Μέσα σε χαρακώματα γιομάτα βροχή

όταν έβγαινε ο ήλιος. Τη νύχτα, περνούσα ποτάμια.

Στο ένα μου χέρι, στο ένα μου πόδι, στο μέτωπο, επίδεσμοι.

Στο άλλο μου χέρι, στο άλλο μου πόδι, στο στήθος μου, λάσπες.

Στα μάτια μου, μόνο σιωπή και παράπονο.

Στα χείλη μου ανάμεσα ένα τριαντάφυλλο

κι απ’ αυτό, κρεμασμένο, σαν ένας γυλιός

με τα υπάρχοντα όλης μου της ζωής εδώ κάτω,

  ένα χαμόγελο.

                              Από τη Συλλογή “Η πάλη με τον καθημερινό δαίμονα”

~~~~~~~

 ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΜΑΧΗΣ

 Η αμαξοστοιχία με τους στρατιώτες ανέβαινε προς

  τα σύνορα,

με πυροβόλα, εμβατήρια, θυραιούς και σημαίες. Μια

  δεύτερη,

την ίδια στιγμή, κατεβαίνοντας, έφθανε κιόλας εκεί

που χωρίζει τους λόφους ένα αθώο ποτάμι. Η μάχη

θα δινότανε την αυγή. Ετοιμάζανε τα τουφέκια τους

οι νέοι στρατιώτες – κι’ απ’ τις δυο πλευρές.

 

Αν μπορούσα τη νύχτα, αν είχα

χτίσει δυο τοίχους κ’ είχα ρίξει μια στέγη,

θα τους έβγαζα τότε τις στολές της εθνότητας,

θα τους έβαζα έπειτα στη γραμμή και μετά,

ένα – δυο, εν – δυο, θα τους έπαιρνα σπίτι μου.

                               Από τη συλλογή “Η λιτανεία των σκεπασμένων προσώπων”

 ~~~~~~~~

ΟΙ ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΝΕΚΡΟΥ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗ

Δος μου το χέρι σου ν’ ανέβω στη γη.

Θέλω να ιδώ τον ουρανό χαμηλότερα,

τα ουράνια φαινόμενα

γύρω απ’ τα πόδια μου.

  Θέλω

να συλλάβω το ύψος μου και να μάθεις κ’ εσύ

πόση έκταση έπιανα, εγώ, που σκοτώθηκα,

  χτες βράδυ, στο μέτωπο.

                              Από τη συλλογή “Η λιτανεία των σκεπασμένων προσώπων”

~~~~~~~           

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΛΟΓΟ

 Είχε ένα άλογο. Πήγε στον πόλεμο.

Δεν περάσαν δυο μήνες που γύρισε πίσω

με κομμένο το πόδι του. Όταν τον είδε

τ’ άλογό του χλιμίντρισε.

  Λίγες

μέρες μετά, το επιτάξανε.

 

Εκείνο δεν γύρισε.

 

Κι’ από τότε, όταν ήθελε

να θυμηθεί κάτι αξέχαστο από

τη ζωή του, κάτι όμορφο

– την Παναγία, το Χριστό ή τον ήλιο

παραδείγματος χάρη –

  θυμόταν

αυτό το χλιμίντρισμα.

                               Από τη συλλογή “Η λιτανεία των σκεπασμένων προσώπων”

~~~~~~~

ΕΝΑ ΑΠ’ ΤΑ ΠΟΛΛΑ ΠΟΥ ΒΛΕΠΕΙ Ο ΗΛΙΟΣ

 Το γάλα του στήθους της το πίκρανε ο πόλεμος.

Ο πατέρας σκοτώθηκε. Ένα μήνα κατόπι

εγεννήθη το βρέφος. Τώρα, είχε πέντε

βρύσες η πίκρα της: τα χείλη, τα μάτια,

τα στήθια της.

  Αύριο,

θα μπορούσε ίσως αύριο, αυτό το παιδί,

να γράφει βιβλία, να διευθύνει μια ορχήστρα,

θα μπορούσε να κάνει κάτι που θάτανε σαν

να σπάζεις στον τοίχο χίλια τουφέκια – αλλά,

τι να τούκανε ο ήλιος; Λίγο πιο έπειτα πέθανε.

 

Το φυτέψαν σαν ένα μικρό πικραμύγδαλο.

                               Από τη συλλογή  “Η λιτανεία των σκεπασμένων προσώπων”

 

ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ (1912-1991)

 

Τα ποιήματα “Ο στρατιώτης”, “Προετοιμασία μάχης”, “Οι διαστάσεις του νεκρού στρατιώτη”, “Ο άνθρωπος και το άλογο” και “Ένα απ’ τα πολλά που βλέπει ο ήλιος” είναι από το ποιητικό έργο “Το βάθος του κόσμου” (1961). Περιλαμβάνονται στον ανθολογούμενο τόμο “ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ – ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ – ΤΟΜΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ – ΤΡΙΑ ΦΥΛΛΑ – ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΘΕΜΕΛΙΟ – 1999

 

Επιλογή ποιημάτων και μεταφορά για το “Επί-Λόγου”: Τζούλια Πουλημενάκου

(Αρχείο Ιδιωτικής Βιβλιοθήκης)

 

Επί-Λόγου – Λεύκωμα – Αφιερώματα – Οκτώβριος 2021

 

 

Π Ρ Ο Σ Κ Λ Η Σ Η 

 

Σας προσκαλούμε στην παρουσίαση του βιβλίου 

“Όταν δακρύζει ο λύκος” του Πρόδρομου Κοσμίδη 

την ΚΥΡΙΑΚΗ 17 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ – ΩΡΑ 5:00 μ.μ.

στον κήπο του “Α LIAR MAN” (Σοφρωνίου 2 – Γκάζι)

 

ΟΜΙΛΗΤΕΣ:

ΦΩΤΗΣ ΒΛΑΣΤΟΣ, Συγγραφέας-Ιατρός

ΚΟΣΜΙΔΟΥ-ΙΩΑΝΝΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ, Φιλόλογος

Θα διαβαστούν αποσπάσματα από τον ηθοποιό ΧΡΥΣΟΒΑΛΑΝΤΗ ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟ

Την εκδήλωση θα ντύσει μουσικά ο συνθέτης ΓΙΩΡΓΟΣ ΤΣΙΡΙΓΩΤΗΣ (κιθάρα)

 

 

Επί-Λόγου – Εκδηλώσεις – Οκτώβριος  2021

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΧΙΙ. ΣΤΗ ΜΑΧΗ

     Ο ήλιος πρόβαλλε πλέον καθαρά ντυμένος την πορφυρένια του χλαμύδα πάνω από τον ορίζοντα. ΄Εριξε για μια στιγμή ένα νυσταγμένο βλέμμα στην αγουροξυπνημένη πλάση και τράβηξε αδιάφορος, με την αδιαφορία που προκαλεί η ρουτίνα, για το καθημερινό του δρομολόγιο. Οι στρατιώτες δίπλα κάπνιζαν νευρικοί, αμίλητοι, με την αγωνία της αναμονής στα πρόσωπά τους. Οι πιο παλιοί φαίνονταν περισσότερο ήσυχοι. Καθώς τους κοίταζα, έβλεπα μέσα στα μάτια τους να υπάρχει περισσότερος οίκτος για μας παρά φόβος για εκείνα που θ’ αντιμετώπιζαν σε λίγο. Παρ’ όλο που μόλις είχε βγει ο ήλιος, η ζέστη άρχιζε να μας σιγοψήνει κιόλας.

    Ένιωσα τον ιδρώτα κόμπους κόμπους, να γλυστρά κατά μήκος της ραχοκοκκαλιάς μου. Παράξενη πράγματι μέρα. Το πέρασμα από τη δροσιά στο λιοπύρι είχε γίνει τόσο απότομα, λες και είμαστε σε κάποια ακύμαντη, αχλή θάλασσα του Ινδικού. Ξεκούμπωσα το πουκάμισό μου προσπαθώντας να ανακουφιστώ λίγο από τη δυσφορία, που μου προκαλούσε η ζέστη και η αγωνία. Μέσα από το μονότονο βούισμα των τζιτζικιών ξεχώριζε μια παράξενη, παγερή σιωπή, που πρώτη φορά ζούσα. ΄Ενα αλλόκοτο συναίσθημα, που δεν αντιλαμβανόσουν με τις αισθήσεις σου, αλλά άγγιζε κατ’ ευθείαν το είναι σου μέχρι τα μύχια της ψυχής σου.

    Είχα σχεδόν αφαιρεθεί, χωρίς να σκέπτομαι τίποτα συγκεκριμένο. Στο μυαλό μου στριφογύριζαν θολές σαν εικόνες γυροσκοπίου οι πρόσφατες αναμνήσεις μου. Πότε τα πρόσωπα των δικών μου με την πίκρα και την αγωνία καθρεφτισμένες πάνω τους, όπως τ’ αντίκρισα για τελευταία φορά στον καταυλισμό. Πότε η Μαρία εύθραυστη, αλλά συνάμα καρτερική και πότε η Ράνια δυνατή και αποφασιστική πίσω από την επιφανειακή της λεπτότητα! Περνούσαν οι εικόνες βιαστικά, αβασάνιστα, χωρίς να μου προξενούν καμία σχεδόν εντύπωση και πάντοτε έφταναν μέσα στο αντίστροφο γύρισμά τους μέχρι την παραλία του χωριού μου, εκεί στο μεγάλο αγαπημένο μου βράχο που τον έλουζαν με αφρούς τα κύματα ερεθισμένα στο άγγιγμα του ανέμου. Όμως πάντοτε οι εικόνες σταματούσαν εκεί, χάνονταν πίσω από το παραπέτασμα του νερού και των αφρών σαν μαγικές νεράιδες στο βυθό της θάλασσας. Και το γυροσκόπιο άρχιζε πάλι από την αρχή τη μονότονη πια προβολή των παραστάσεών του. Να… τώρα πλησίαζε πάλι στο τέλος του. Τα κύματα σπάζουν πάνω στο βράχο και οι αφροί τους με χτυπούν στο πρόσωπο. Το βλέπω καθαρά αλλά δε νιώθω τη δροσιά τους. Σιγά σιγά ξεμακραίνει και αυτή η εικόνα. Χάθηκε σε ένα προπέτασμα απέραντου γαλάζιου. Να τώρα θ’ αρχίσει από την αρχή ο κύκλος των αναμνήσεων. Όμως, όχι, κάτι ακούγεται. Κοιτάζω αλλά δε βλέπω τίποτα, μόνο στ’ αυτιά μου έρχεται καθαρά μακρινός βόμβος από μηχανή, που όλο και ζυγώνει, για να μεταλλαχθεί σε ανατριχιαστικό ουρλιαχτό, που μου διαπερνά τα μηνίγγια. «Αεροπλάνα», σκέφτομαι, και νιώθω πάλι εκείνον τον τρελό πανικό να με κυριεύει, όπως την πρώτη εκείνη μέρα. «Πρέπει να φύγω… να κρυφτώ… να τρέξω!». Αλλά τα πόδια μου δε λένε να κινηθούν. Λες και είναι καρφωμένα στο χώμα αιχμάλωτα από τις βαριές αλυσίδες του τρόμου.

    Δεν καταλαβαίνω τίποτα πια. Μέσα στο μυαλό μου στριφογυρίζουν θαμπές σαν σ’ εφιάλτη οι εικόνες του καταρημαγμένου χωριού μου. Όλα γκρεμίζονται. Παντού χτυπά αόρατος και τρομερός ο θάνατος. Και η βοή συνεχώς δυναμώνει και όλο ακούγεται πιο κοντά μου, και το ουρλιαχτό της, ουρλιαχτό θανάτου, τρυπώνει ύπουλα μέσα στο μυαλό μου κάνοντάς το να παραλογίζεται και να παρδέρνει. Κάποιος με σπρώχνει με δύναμη και με ρίχνει κάτω, ενώ συγχρόνως μου φωνάζει «Φυλάξου, αεροπλάνα!…». Σχεδόν ταυτόχρονα ένα σμήνος από αεριωθούμενα περνά από πάνω μας, όμοια με κοπάδι από όρνια μου μαλώνουν ποιο θα πρωτοαρπάξει τη λεία. Το τερέτισμα των πολυβόλων τους αντήχησε σαν παραφωνία μέσα στο άγριο μοτίβο της φωνής τους. Ωστόσο εκείνο ήταν ή μάλλον τα πολυβόλα που έφεραν τον τρόμο.

     Καθώς ήμουν πεσμένος μπρούμυτα μέσα στο χαράκωμα, με τις σφαίρες να σφυρίζουν ανατριχιαστικά μία σπιθαμή μόλις πάνω από το κεφάλι μου, σκεφτόμουν πως δε χρειαζόταν τίποτ’ άλλο παρά μόνο λίγα χιλιοστά πιο κάτω στην πορεία κάποιας σφαίρας, για να μ’ απαλλάξει απ’ όλα. Από τα προβλήματα, τις απορίες μου και τους φόβους. Ξαφνικά κατάλαβα γιατί εμείς οι άνθρωποι κάνουμε τόσο αλλοπρόσαλλα πράγματα. Είμαστε τραγικά δειλοί και αδύναμοι. Εγώ δεν ήμουν που φώναζα πριν από λίγες ώρες και ζητούσα μια λύση στο πρόβλημά μου; Νάτη τώρα λοιπόν η λύση. Δεν είχα παρά να σηκώσω λίγο το κεφάλι μου και όλα θα ταχτοποιούνταν μια χαρά. Ούτε θα σκότωνα, ούτε θα έβλεπα το θάνατο και την ταπείνωση του ανθρώπου. Όμως όχι μόνο δε σήκωνα το κεφάλι μου αλλά σε κάθε νέο σφύριγμα στριμωχνόμουν ακόμη περισσότερο σαν ασβός μέσα στη φωλιά του. Ναι, όλες τις λύσεις τις είχα εξετάσει σαν πιθανές, όλες εκτός από το θάνατο, γιατί αυτός έπληττε τον εαυτό μου και φοβόμουν να επιχειρήσω ή τι λέω, ούτε που να σκεφτώ δεν ήθελα κάτι τέτοιο. Όχι…! Προκειμένου να γλιτώσω εγώ, παραμέριζα όλους τους ενδιασμούς μου και άφηνα κατά μέρος τους προβληματισμούς που με απασχολούσαν. Αν ήταν να σωθώ, άφηνα αναπάντητα όλα τα γιατί που τόσο με απασχόλησαν. Ήμουν έτοιμος προς χάριν της ζωής μου να σκοτώσω και να καταστρέψω, να κάνω οτιδήποτε. Πόσο δίκιο είχε ο Ανδρέας, όταν μου έλεγε αυτά ακριβώς, πριν από λίγο. Τον θαύμασα για την καθαρότητα της σκέψης του και τη διορατικότητα του μυαλού του. Χωρίς να ξέρει τίποτα περισσότερο από μένα, μπόρεσε ν’ αφήσει κατά μέρος όλες τις ανόητες φιλολογίες και να φτάσει στο τέλος… στην αλήθεια. Γύρισα και τον κοίταξα. Ήταν κι αυτός στριμωγμένος, όμοιος με φοβισμένο ζωάκι, αλλά τουλάχιστον αυτός το ήξερε από πριν, δε φώναζε, δε χειρονομούσε ανόητα λέγοντας λόγια του αέρα, όπως τόσο παιδιάστικα έκανα εγώ! Ήταν ένα φοβισμένο ζωάκι, όμως το παραδεχόταν, ήξερε ποιος είναι και τι θέλει. Ενώ εγώ… εγώ δεν ήμουν τίποτα ούτε άνθρωπος ούτε ζώο, δεν ήξερα τι είμαι και αυτό ήταν το χειρότερο απ’ όλα.

     Τ’ αεροπλάνα απομακρύνθηκαν αφού πέρασαν πάνω από τα κεφάλια μας για τρίτη ή τέταρτη φορά. Ποιος μπορούσε να μετράει εκείνες τις ώρες! Κανείς όμως δε κινήθηκε ούτε πόντο από τη θέση του, ξέραμε όλοι μας ότι ήταν απίθανο να μην επιστρέψουν και πάλι. Πραγματικά, αφού έκαναν μια στροφή πάνω από το δάσος ξαναγύρισαν πάλι πίσω, για να συνεχίσουν το μακάβριο έργο τους. Πάλι το άγριο ουρλιαχτό τους μέσα στο μυαλό μου, πάλι το βουητό των βλημάτων αντήχησε δίπλα μου. Ξαφνικά ένα παιδί, που βρισκόταν ακριβώς δίπλα μου ανασηκώθηκε και άρχισε να ρίχνει με το όπλο του προς τ’ αεροπλάνα. Θέλησα να φωνάξω, να το προφυλάξω, αλλά δεν πρόλαβα να συνειδητοποιήσω τη σκέψη μου και το κακό είχε γίνει. Μία ακόμη ριπή και το παλικάρι δίπλα μου σταμάτησε το μάταιο έργο του. Οι σφαίρες από το πολυβόλο του αεροπλάνου μπήχτηκαν στην πλάτη και στο κεφάλι του και βγήκαν από το στήθος και το πρόσωπό του, πριν ακόμη το αίμα προλάβει να τις βάψει! Για λίγο έμεινε μετέωρος και ύστερα σωριάστηκε άψυχος σαν χάρτινη φιγούρα του καραγκιόζη. Κοίταζα με γουρλωμένα μάτια από τον τρόμο και τη φρίκη το πτώμα, που πριν από λίγο ήταν ένας νέος άνθρωπος, γεμάτος όνειρα κι ελπίδες για τη ζωή του. Πριν από λίγες στιγμές αυτά τα δύο μάτια, που τώρα με κοίταζαν κατάματα σαν γυάλινες, υγρές χάντρες γεμάτα παράπονο, έκπληξη και απορία, φανέρωναν αγάπη, ιδανικά, πίστη, ελπίδα!

     Μια ανυπόφορη ναυτία, που ακόμη δεν έχω συνειδητοποιήσει αν ήταν φυσική αντίδραση ή επανάσταση του μυαλού μου, ή ακόμα αν θέλετε της ψυχής μου, συντάραξε τα σωθικά μου. Όμως μια άλλη δύναμη, μια ασίγαστη περιέργεια ή ακόμη μαζοχισμός – είναι τόσο ανεξερεύνητη και μυστηριώδης η ψυχή του ανθρώπου – με κρατούσε εκεί στην ίδια θέση και με υποχρέωνε να κοιτάζω συνέχεια, χωρίς διακοπή το απαίσιο εκείνο θέαμα!

     Το αίμα πηχτό κόκκινο, όλο αφρούς, αχνίζοντας είχε αρχίσει να ξεπηδά σαν πορφυρός πίδακας από τις ανοιγμένες πληγές. Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα είχε καλύψει όλο του το σώμα και ύστερα κύλησε στο φρυγμένο χώμα, που το ρούφηξε λαίμαργα. ΄Ενιωσα το κεφάλι μου να βουίζει δαιμονισμένα και όλα γύρω μου κιτρίνισαν. Νόμισα ότι από στιγμή σε στιγμή θα λιποθυμήσω. Όμως άντεχα ακόμη. Τα εντόσθιά μου βασανίζονταν από τη φοβερή ναυτία. Ένας νέος αιμάτινος πίδακας  και δεν άντεξα να μην κάνω εμετό. Παρ’ όλ’ αυτά όμως δεν εννούσα να ξεκολλήσω τα μάτια μου από το μακάβριο θέαμα. Η λύπη και η περιφρόνηση, μπορώ να πω κακία, ήταν ανάμειχτα μέσα στην ψυχή μου. Ίσως ή μάλλον σίγουρα φαίνεται παράξενο, αν όχι τρελό αυτό που λέω και όμως δεν είναι παρά μόνο η αλήθεια των συναισθημάτων μου, έτσι όπως τα έζησα εκείνες τις τραγικά εφιαλτικές ώρες. Πραγματικά τον λυπόμουν αλλά συγχρόνως τον περιφρονούσα! Τον λυπόμουν γιατί έχασε τη ζωή του άδικα, άκαιρα, χωρίς να προλάβει να γευτεί έστω και μια σταγόνα από το ποτήρι της. Μπορεί να είναι η ζωή ένα κοκτέηλ, όπου οι λύπες πλεονάζουν συντριπτικά απέναντι στις χαρές, όμως δεν παύει να είναι πολύ επιθυμητή, γιατί αυτό που μας δίνει, την αίσθηση της ύπαρξης, είναι αρκετά πολύτιμο για να ισοσκελίσει όλα τα άλλα. Και η διαδοχή των συναισθημάτων πέρναγε από τη λύπη στην περιφρόνηση. Ναι τον περιφρονούσα, όπως περιφρονούσα κάποιον ανόητο, γιατί αυτό που έκανε για τους περισσότερους, αν όχι για όλους, είναι πράξη ηρωισμού και αυτοθυσίας, για μένα όμως δεν ξέρω σίγουρα αν ήταν ηρωισμός ή όχι. Πάντοτε σε κάθε μου κίνηση συνηθίζω να βάζω σαν βασική προϋπόθεση τη θετική απάντηση της λογικής. Χωρίς αυτή δεν κάνω ποτέ μου βήμα. Απ’ ό,τι έχω όμως διαβάσει ηρωισμός και λογική δεν συμβαδίζουν. Δεν αρνούμαι, προς θεού, μη βιαστείτε να με καταδικάσετε, την αξία του ηρωισμού. Είναι χρήσιμος διότι οι ήρωες εκτελούν , μπορούν να εκτελούν. Από αυτή τη σκοπιά είναι χρήσιμοι, αλλά η εκτέλεση του σχεδίου είναι το τελευταίο βήμα. Προηγούνται η κατάστρωση και ο προγραμματισμός του και αυτά που είναι τα θεμέλια δεν τα κάνουν, δεν μπορούν να τα κάνουν οι ήρωες! Η δουλειά αυτή είναι για τους μεθοδικούς ανθρώπους. ΄Ομως ο νεαρός δεν ήταν καθόλου μεθοδικός αλλά ούτε και ήρωας γιατί δεν εκτελούσε κανένα συγκεκριμένο σχέδιο, αλλά ενεργούσε ενστικτωδώς, χωρίς να σκέπτεται καθόλου. Φυσικά δεν ήταν δυνατό να προξενήσει ζημιά στ’ αεροπλάνα με το μικρό του όπλο, αλλά και αν παραδεχτούμε ότι κατέρριπτε ένα αεροπλάνο, πράγμα απίθανο, πάλι δεν έλυνε το πρόβλημα. Να γιατί τον περιφρονούσα, μου φαινόταν πως ενέργησε σαν κάποιο άμυαλο ζώο με μόνο οδηγό το ένστικτό του.

    Τ’ αεροπλάνα, που ξαναπέρασαν με τρομερό θόρυβο από πάνω μας, έδωσαν τέλος στις σκέψεις και η προσπάθειά μου να κρατηθώ στη ζωή μακριά από τις δολοφονικές τους σφαίρες νέκρωσαν και αυτά ακόμη τα συναισθήματά μου. Ο νεκρός δίπλα μου και όλα όσα τον αφορούσαν μου φάνηκαν ασήμαντα και χάθηκαν σαν τρεμάμενος ιστός αράχνης, που διαλύεται στην παντοδυναμία κάποιου γιγάντιου αναπάντεχου εχθρού. Πέρασαν δύο φορές ακόμη πάνω από τα χαρακώματα και ύστερα απομακρύνθηκαν κατά το βορρά.

     Σιγά-σιγά αρχίσαμε να βγαίνουμε από τα χαρακώματα. Στα πρόσωπα όλων μας είχαν αποτυπωθεί η ένταση και ο φόβος που περάσαμε. Για λίγο δε μίλησε κανείς! Όλοι μας σκεφτόμαστε ή μάλλον συνειδητοποιούσαμε τι περίπου μας περίμενε στο μέλλον. Ένας αξιωματικός πιο ψύχραιμος, συνηθισμένος ίσως στη θέα του θανάτου, διέταξε να φροντίσουν τους νεκρούς. Εκτός από το διπλανό μου αγόρι, άλλοι πέντε είχαν αφήσει την τελευταία τους πνοή πάνω στο ξερό χώμα! Μια ομάδα από στρατιώτες τράβηξε έναν-έναν τους νεκρούς έξω από τα χαρακώματα προς την πλευρά του δάσους. Είχα απομείνει να κοιτάζω ασάλευτος το νεκρό παλικάρι, καθώς το έπαιρναν. Τ’ ακίνητα μάτια του λες και με κατηγορούσαν για κάτι, που όμως δεν μπορούσα να καταλάβω τι ήταν! Τα χέρια του κρέμονταν άψυχα με τα δάχτυλα γυρισμένα προς τα μέσα παγωμένα στη λαβή, που μέχρι πριν από λίγο κρατούσαν το όπλο του. Ένας παράξενος λήθαργος, που ήταν συγχρόνως και μια περίεργη πνευματική ένταση, με είχε κυριέψει. Μια φωνή γνώριμη δίπλα μου με συνέφερε, «έλα μη το σκέφτεσαι άλλο τώρα!». Ήταν ο Ανδρέας που μίλησε. ΄Ενας Ανδρέας παγωμένος από την τρομερή και γι’ αυτόν εμπειρία, που όμως προσπαθούσε με όλη την δύναμη της ψυχής του να παραμείνει όσο μπορούσε περισσότερο, ψύχραιμος.

– Ναι έχεις δίκιο, απάντησα έτσι για να πω κάτι.

– Γιατί σηκώθηκε από τη θέση του;

– Δεν ξέρω! Εκείνο που σίγουρα ξέρω είναι ότι ήταν ένας βλάκας και μισός, φώναξα αγαναχτισμένος.

   Ένιωθα να μισώ τον νεκρό, που πριν από λίγο είχε αφήσει την τελευταία του πνοή δίπλα μου. Τον μισούσα, γιατί έγινε η αιτία να δοκιμάσω την πιο σκληρή εμπειρία μου. Τώρα μόλις συνειδητοποιούσα, γιατί ένιωθα να με κατηγορεί το βλέμμα του. Τον μισούσα και συνάμα ντρεπόμουν γι’ αυτό το συναίσθημα, γιατί ήξερα ότι ήταν πολύ άδικο και εγωιστικό.

 – Μην κάνεις έτσι, είπε ο Ανδρέας και με κτύπησε ενθαρρυντικά στην πλάτη, θα συνηθίσεις με τον καιρό… θα συνηθίσουμε όλοι μας!…

[….]

   Νίκος Ταβουλάρης

Ποιητής-Πεζογράφος-Δοκιμιογράφος

 τ.Πρόεδρος της «Πανελλήνιας ΄Ενωσης Λογοτεχνών»

Μέλος του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός»

 

 

Απόσπασμα από το μυθιστόρημα «Η ΑΝΑΣΑ ΤΗΣ ΚΑΤΑΙΓΙΔΑΣ» («Ωδή στη ματωμένη Κύπρο»)

Αφιερωμένο στους αγνοούμενους της Κύπρου. Στη μνήμη των ηρωικών Τάσου Ισαάκ και Σολωμού Σολωμού.

(σελ.163-168)

Εκδόσεις Όμβρος – Αθήνα 1997

 

 ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ:

Ο Νίκος Ταβουλάρης είναι ποιητής-πεζογράφος-δοκιμιογράφος. Γεννήθηκε το 1956 και κατάγεται από την Καρυούπολη Γυθείου Λακωνίας. Είναι έγγαμος και πατέρας δύο παιδιών. Τελείωσε τις εγκύκλιες σπουδές του στην ιδιαίτερη πατρίδα του και σπούδασε Δημοσιογραφία, Μarketing και Διοίκηση Επιχειρήσεων. Έχει παρακολουθήσει σεμινάρια σχετικά με τα ανωτέρω αντικείμενα, μεταξύ των  οποίων και την εφαρμογή του χαοτικού Μanagment. Διαθέτει πτυχία Δημοσιογραφίας, GRADUATE DIPLOMA IN MANAGEMENT STUDIES του Αγγλικού ΙSTITUTE OF COMMERCIAL MANAGEMENT (I.C.M.). Επίσης, από το Οlymbian university MBA στα αντικείμενα του MANAGEMENT BY CHAOS THE REAL TIME MΑNAGMENT SYSTEM και HOW TO THINK LIKE A MANAGER. Με τη λογοτεχνία και τη συγγραφή ασχολείται από τη εφηβική του ηλικία.Το πρώτο του μυθιστόρημα, το οποίο ξεκίνησε σε ηλικία 19 ετών, το εξέδωσε το 1997 από τις εκδόσεις «Όμβρος» με τίτλο «Η ανάσα της καταιγίδας-Ωδή στη ματωμένη Κύπρο».Το συγκεκριμένο βιβλίο είναι αφιερωμένο «Στους αγνοούμενους της Κύπρου – Στη μνήμη των ηρωικών Τάσου Ισαάκ και Σολωμού Σολωμού».  Το 2007 εξέδωσε την ποιητική συλλογή «Με τα φτερά του ανέμου», από τις εκδόσεις «Αμαρυλλίς» και το 2008 την ποιητική ενότητα «Πέτρινος Κόσμος» από τις εκδόσεις «Γ.Χ.Αλεξανδρή». Το 2009 εξέδωσε το βραβευμένο μυθιστόρημα «Ώρα μηδέν»,  από τις εκδόσεις «Δρόμων», το οποίο είναι ενδεικτικό της γραφής του συγγραφέα και έχει χαρακτηριστεί ως «φιλοσοφικό μυθιστόρημα». Το 2014 εξέδωσε την ποιητική ενότητα «Νυν και Αεί» από τις Εκδόσεις «Όστρια».

Εκτός από τα λογοτεχνικά του βιβλία ο συγγραφέας έχει συγγράψει ικανό αριθμό επιστημονικών-τεχνικών βιβλίων σχετικών με το Managment και το Marketing. Το 2009 εξέδωσε από τις Εκδόσεις «Δρόμων»  το πρωτοποριακό βιβλίο Συστημάτων Πωλήσεων «Αρμονική Πώληση».  Το ανέκδοτο έργο του Νίκου Ταβουλάρη είναι πληθωρικό και αποτελείται από 20 ποιητικές συλλογές, πέντε μυθιστορήματα, τρία δοκίμια, τρεις συλλογές διηγημάτων, παραμύθια και πραγματείες. Το έργο αυτό έχει δημιουργηθεί σε μια χρονική περίοδο 35 ετών. Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί στην Αγγλική και Γαλλική γλώσσα. Έχουν δημοσιευθεί πολλές εργασίες του σε περιοδικά και εφημερίδες. Έχει δώσει πολλές διαλέξεις σχετικές με λογοτεχνικά και φιλοσοφικά θέματα και επιπλέον εκτός από τη συγγραφή διδάσκει την τεχνική της λογοτεχνικής γραφής. Οργάνωσε και διηύθυνε την ελεύθερη ομάδα λόγου «Σπείρα», στο πλαίσιο της οποίας πραγματοποιήθηκαν  λογοτεχνικές και φιλοσοφικές συζητήσεις. Τιμήθηκε με βραβεία λογοτεχνικών διαγωνισμών σε όλα τα είδη του λόγου, με σηματικότερη τη διάκριση του Α΄Βραβείου ποίησης που απέσπασε το 1998 στον Πανελλήνιο Διαγωνισμό Ποίησης των Δελφών της «Πανελλήνιας ΄Ενωσης Λογοτεχνών», με το ποίημα «Θα ‘θελα ν’ αγγίξω».

Ο Νίκος Ταβουλάρης διετέλεσε Έφορος της «Πανελλήνιας ΄Ενωσης Λογοτεχνών»  για τη διετία 2007-2009 και  Πρόεδρος για τη τριετία 2010-2013. Επανεξελέγη στη θέση του Προέδρου για τη διετία 2013-2015. Διετέλεσε Αντιπρόεδρος της «Πανελλήνιας ΄Ενωσης Λογοτεχνών»  για τη διετία 2016-2018. Είναι τακτικό μέλος του Φιλολογικού Συλλόγου “Παρνασσός”.

 

Επιμέλεια, επιλογή κειμένου και μεταφορά στο διαδίκτυο με την άδεια του συγγραφέα: Τζούλια Πουλημενάκου

 

Επί-Λόγου – Λεύκωμα – Οκτώβριος 2021

Ολοκληρώθηκε ο Παγκόσμιος Λογοτεχνικός Διαγωνισμός Ποίησης με θέμα την Εθνική Παλιγγενεσία του 1821. Ελάβαμε 70 ποιήματα στα ελληνικά και 3 στα αγγλικά.  Ο Διεθνής Σύνδεσμος Ελληνισμού (I.H.A.) ευχαριστεί όλους τους συμμετέχοντες.

Οι νικητές του  Διαγωνισμού έχουν ως κάτωθι:

  • 1ο ΒΡΑΒΕΙΟ απονέμεται στον κ ΙΩΑΝΝΗ ΚΑΚΑΓΙΑΝΝΗ για το ποίημα ΑΙΜΑΤΟΒΑΜΜΕΝΗ ΛΕΥΤΕΡΙΑ.
  • 2ο ΒΡΑΒΕΙΟ απονέμεται στον κ ΣΠΥΡΟ ΜΟΝΟΠΩΛΗ για το ποίημα ΕΛΛΑΣ ΑΝΕΣΤΗ!
  • 3ο ΒΡΑΒΕΙΟ απονέμεται στους κ ΔΗΜΗΤΡΙΟ ΚΟΥΠΠΑΡΗ για το ποίημα ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΓΕΡΣΙΣ και κα ΣΠΥΡΙΔΟΥΛΑ ΡΗΓΑ-ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ για το ποίημα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Ή ΘΑΝΑΤΟΣ.

Στους νικητές απονέμονται τα κάτωθι βραβεία:

α) Τα κάτωθι βιβλία (δωρεά κ. Ε. Ρήγου, προέδρου  I.H.A.):

  • Οι Έλληνες του Σήμερα 1907, του Γεωργίου Χόρτον
  • Το Θαύμα, του Λεωνίδα Κουμάκη
  • Σαν μια Άλλη Ελένη, του Γεωργίου Χόρτον
  • Macedonian  Evidence, του Στέφανου Μίλλερ.

β) Τα βιβλία «ΣΚΑΚΙ – Η ΜΑΧΗ ΣΤΑ ΑΣΠΡΑ ΚΑΙ ΜΑΥΡΑ ΤΕΤΡΑΓΩΝΑ» (δωρεά  και πόνημα του κ. Ιωάννη Παναγάκου, μέλους  IHA).

γ) Πέντε (5) βιβλία ιστορίας της Μακεδονίας για παιδιά με αυτοκόλλητα (δωρεά κας Νίνας Γκατζούλη, μέλους  IHA) ΑΛΗΘΙΝΟΙ ΗΡΩΕΣ Β´ – ΗΡΩΕΣ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΥ ΑΓΩΝΑ.

Στους κάτωθι τέσσερεις ποιητές απονέμονται EΠΑΙΝΟΙ ως κάτωθι:

  • Στον κ ΓΕΩΡΓΙΟ ΕΞΑΡΧΟ για το ποίημα ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ ΑΡΧΟΝΤΟΠΟΥΛΟ
  • Στον κ ΓΕΩΡΓΙΟ ΖΙΑΤΑΚΗ για το ποίημα Η ΚΑΠΕΤΑΝΙΣΣΑ
  • Στην κα ΜΙΚΑ ΝΤΑΚΑ για το ποίημα ΦΩΣ
  • Στον κ ΑΝΤΩΝΙΟ ΜΙΚΕΛΗ για το ποίημα 1821 ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ

Στα αγγλικά ποιήματα δεν απονέμονται βραβεία λόγω χαμηλής βαθμολογίας.

Τα  ποιήματα που διακρίθηκαν θα αναρτηθούν στην  Ιστοσελίδα του Ι.Η.Α.

Το Δ.Σ. του Διεθνούς Συνδέσμου Ελληνισμού (IHA) ευχαριστεί θερμά την κριτική επιτροπή πού αποτελείτο από τους: κ.Νίκο Ταβουλάρη (πρόεδρο της επιτροπής, ποιητή-πεζογράφο-δοκιμιογράφο), κα Τζούλια Πουλημενάκου (ποιήτρια), κα Μίνα Μπουλέκου (ποιήτρια), κα Κωνσταντίνα Αλουμανή (ποιήτρια-εκπαιδευτικό) και κ. Δημήτριο Γκίκα (Συγγραφέα-εκπαιδευτικό), για την επιτυχή διενέργεια του διαγωνισμού.

27 Σεπτεμβρίου 2021

Εκ της Επιτροπής Διαγωνισμού Ποιημάτων 1821 του Συνδέσμου

Πηγή: https://professors-phds.com/2021/09/28/38562/

 

Επί-Λόγου – Εκδηλώσεις – Λεύκωμα – Οκτώβριος  2021

Γράφει η Αντωνία Παυλάκου (Φιλόλογος, Πρόεδρος της Ένωσης Μεσσηνίων Συγγραφέων)

Ξεφυλλίζοντας την εκτεταμένη ποιητική σύνθεση της Τζούλιας Πουλημενάκου με τον τίτλο «Αντίκλεια» στάθηκα πρώτα στην εντελώς πρωτότυπη αλλά και τολμηρή ιδέα της ποιήτριας να αναμετρηθεί με μια μεγάλη, αν και αναιμική, γυναικεία μορφή της Οδύσσειας, τη μάνα του Οδυσσέα. Η λογοτεχνία έχει αρκούντως ασχοληθεί με τη γοητευτική Καλυψώ, τη μάγισσα Κίρκη, την ανέμελη Ναυσικά, τη συνετή Αρήτη, την πιστή βεβαίως Πηνελόπη, καθόλου όμως δεν έχει φωτίσει το πρόσωπο της πονεμένης μάνας του Οδυσσέα, που πεθαίνει με τον καημό του γιου που δεν έχει στέρξει να τον δει να επιστρέφει στο σπιτικό του στην πατρώα γη, που δεν θα ξανασφίξει στην αγκαλιά της. Σ’ αυτήν τη γυναίκα που στο λ της Οδύσσειας, σκιά μέσα από σκιές, συναντάει το παιδί της, η Τζούλια Πουλημενάκου χαρίζει τη μελίρρυτη ποιητική φωνή της. Μια φωνή που θα αποτυπώσει όσα ως τώρα δεν μας έχει πει η Αντίκλεια στην οδυσσειακή Νέκυια.

Πέρα από την πρωτότυπη επιστράτευση μιας μορφής που δεν έχει «ξοδευτεί» στα λόγια των λογοτεχνών, η ποιήτριά μας δεν είχε εφόδιο άλλο από τη μητρική αγάπη, συναίσθημα που υπερχείλισε και ακράτητο τροφοδότησε έναν γνήσιο ποιητικό λόγο. Μητέρα η ίδια, με γιο ταξιδευτή, κατόρθωσε να διεισδύσει στην ψυχή της μυθικής εκείνης μάνας του ομηρικού κειμένου και με τους στίχους της να δώσει ψυχή και φωνή σε κάθε μάνα, σε κάθε Αντίκλεια που ως θεσμική μορφή σημαδεύει τους αιώνες.

Ο ποιητικός λόγος της Τζούλιας Πουλημενάκου αναμετρήθηκε με τα απερίγραπτα συναισθήματα, εκείνα που κρύβονται στην καρδιά κάθε μάνας και έδωσε υπόσταση σ’ αυτά, με κορύφωση την προσφώνηση “σπλάχνο από τα σπλάχνα μου” που επανέρχεται συνολικά δέκα φορές για να αποτυπώσει την επιτομή της σχέσης μητέρας – παιδιού. Η Αντίκλεια, λοιπόν, αποτελεί το διαχρονικό σύμβολο της μητρικής φιγούρας, ενσαρκώνοντας την πιο άδολη αγάπη που η ανθρώπινη ύπαρξη μπορεί να αισθανθεί ως δότης και ως δέκτης. Από τους πρώτους στίχους του εκτεταμένου ποιήματος βυθιζόμαστε στον ονειρικό κόσμο που φτιάχνει η γνησιότητα της καλλιέπειας της ποιήτριας, οικειοποιούμαστε με την επίτευξη της ενσυναίσθησης και ζούμε μέσα από την κραυγή της Αντίκλειας τη λατρεία κάθε μάνας για τα παιδιά της που φθάνει να ακυρώνει ακόμη και τον θάνατο.

Η ποιητική σύνθεση της Τ.Π., χωρισμένη σε δεκατρείς ενότητες σκιαγραφεί με δύναμη τον μητρικό ψυχισμό. Η ήρεμη προσμονή, η ανεκτικότητα, η μελαγχολία από την απουσία και η κορύφωση των μητρικών συναισθημάτων με λεκτική έξαρση αγάπης, με την οποία κλείνει και το έργο, συνοψίζει ολόκληρη τη δυναμική της ποιητικής έκφρασης κατά την ανάγνωση. Σε όλη την αναγνωστική διαδρομή, σε όλον τον μονόλογο της Αντίκλειας ο πόνος από την απουσία του Οδυσσέα και από την αβεβαιότητα της επιστροφής κυριαρχεί. Την αβεβαιότητα διαδέχεται η απογοήτευση. Φιλοσοφικά ερωτήματα για την αληθινή φύση των πραγμάτων, τη νίκη ενάντια στο φθαρτό, τη θεϊκή παρέμβαση, τίθενται από την ποιήτρια όπως και το αίσθημα της μητρικής ευθύνης για τα γενεσιουργά αίτια των αποφάσεων του παιδιού της, τα πιθανά λάθη της, οι μνήμες του παιδικού παρελθόντος, οι πόθοι και τα όνειρα για το παιδί της, η άκρατη επιθυμία της να γίνει ασπίδα του ενάντια στο κακό, παντοτινά συμβουλευτικός ρόλος «μην κουραστείς», μη λυγίσεις, μη σπάσεις». Τέλος η πεποίθηση για την τραγική απώλεια και το παιχνίδι της πορείας του Οδυσσέα από το φως στο σκοτάδι και πάλι στο φως και από την πλάνη στην αλήθεια ισοδυναμεί με την προσπάθεια για την αναζήτηση της αλήθειας που ελευθερώνει και μέσω του πάθους διδάσκει οποιονδήποτε στη ζωή. Η Αντίκλεια -μάνα λοιπόν ελευθερώνεται καθώς αισθάνεται το παιδί της ζωντανό και η δύναμη της αγάπης της θα του δείξει ξανά τον δρόμο προς τη ζωή και την ευτυχία.

Η Τζούλια Πουλημενάκου επιχείρησε και κατάφερε να αναμετρηθεί στην «Αντίκλειά» της με το ανάστημα της μορφής της Μάνας, και να εστιάσει ετεροβαρώς στην αμφίδρομη σχέση μάνας – παιδιού που πολλαπλώς ανά τους αιώνες απασχολεί τον άνθρωπο. Έχοντας αναμετρηθεί με τα «κρυφά δώματα» του ποιητικού εαυτού της η Τ.Π. χρησιμοποίησε με ευστοχία όλη τη γκάμα των καλολογικών στοιχείων, παρομοιώσεις, μεταφορικότητα, αντιθέσεις, πλούσια εικονοποιία και γλώσσα λαγαρή νεοελληνική και κατάφερε ώστε η Μυκηναία Αντίκλεια να ταυτιστεί στη συνείδηση του αναγνώστη της με κάθε μάνα ή με την «ελληνίδα» μάνα, η οποία εξακολουθεί ξεχνάει αξιώματα, καριέρα ή άλλη καταξίωση έξω από τον μητρικό της ρόλο.

Το βιβλίο, από το Κέντρο Ευρωπαϊκών Εκδόσεων Χάρη Τζο Πάτση με την εξαιρετική καλαισθησία που αποπνέει η λιτότητα του εξωφύλλου, συμπληρώνεται από πρόλογο, εισαγωγικό σημείωμα και επίμετρο, δοσμένα με τη ματιά άξιων φιλολόγων, στοιχεία που καθοδηγούν τον αναγνώστη στα χνάρια της ποιητικής σύλληψης και αποτύπωσης της διαχρονικής «Αντίκλειας» αλλά και των αισθημάτων και σκέψεων του ίδιου του πάσχοντος ποιητικού υποκειμένου.

Πηγή: Fractalart.gr

Επί-Λόγου – Κριτικές Λογοτεχνίας  – Οκτώβριος 2021

 

 

 

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΗΜΕΡΙΔΑ
ΘΕΜΑ: “H ΣΠΑΡΤΗ ΣΥΝΑΝΤΑ ΤΗΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ. ΟΙ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΕΣ ΩΣ ΦΑΡΟΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ”
ΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗ: ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΣΠΑΡΤΙΑΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ
EΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΣ ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΗΜΕΡΙΔΑΣ: AΘΑΝΑΣΙΟΣ ΒΛΗΤΑΣ,
Πρόεδρος της Εταιρείας Σπαρτιατικών Σπουδών
OΡΓΑΝΩΤΙΚΗ ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΗΜΕΡΙΔΑΣ: ΕΥΓΕΝΙΑ ΠΡΕΒΑ,
Αντιπρόεδρος του Ν.Π.Πολιτισμού & Περιβάλλοντος Δήμου Σπάρτης 
ΔΕΥΤΕΡΑ 4 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2021  & ώρα 17:30 – 21:00
ΔΗΜΟΣΙΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΣΠΑΡΤΗΣ
Π Ρ Ο Γ Ρ Α Μ Μ Α
17:30 – 18:00   Προσέλευση κοινού
18:00 – 18:05  Έναρξη
18:05 – 18:20   Χαιρετισμός: Πέτρος Δούκας, Δήμαρχος Σπάρτης “Αρχαία Σπάρτη και Αίγυπτος”
18:20 – 18:30   Xαιρετισμός: Νικόλαος Γαριλίδης, Πρέσβης της Ελλάδας στην Αίγυπτο “Ο Ελληνισμός στην Αίγυπτο” (διαδικτυακά)
18:30 – 18:45  Χαιρετισμός: Mιχαήλ Σφακάκης, Πρόεδρος του Τμήματος Αρχειονομίας, Βιβλιοθηκονομίας και Μουσειολογίας του Ιονίου Πανεπιστημίου  “Η επιστήμη της Βιβλιοθηκονομίας στην Ελλάδα” (διαδικτυακά)
18:45 – 19:20  Hussien Soliman, Διευθυντής Ακαδημαϊκών Ερευνών του Μουσείου Χειρογράφων της Βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας “Η μακραίωνη ιστορία της Βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας”
19:20 – 19:50  Δρ Αλίκη Μαραβέλια, Πρόεδρος του Ελληνικού Ινστιτούτου Αιγυπτιολογίας “Αιγυπτιακές Συλλογές σε Ελληνικά Μουσεία: Εναργής Απόδειξη των Ακατάλυτων Πολυχρόνιων Δεσμών μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου” (διαδικτυακά)
19:50 – 20:20  Απόστολος Παπατσίρος, Πρόεδρος του Συνδέσμου Φιλολόγων Λακωνίας “Ο Αλεξανδρινός Κωνσταντίνος Καβάφης και η αρχαία Σπάρτη”
20:20 – 20:50 Νικόλαος Κουφός, Πρόεδρος της Ένωσης Πνευματικών Δημιουργών Λακωνίας “Χείλων ο Λακεδαιμόνιος”
“Η πνευματική δημιουργία στη Λακωνία, από τα μέσα του 20ού αιώνα μέχρι σήμερα”
20:50 – 21:00 Αποφώνηση 
ΛΗΞΗ ΗΜΕΡΙΔΑΣ
ΣΗΜΕΙΩΣΗ:
Η Ημερίδα θα πραγματοποιηθεί τη Δευτέρα 4 Οκτωβρίου 2021 & ώρα 17:30 – 21:00, στο ισόγειο της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Σπάρτης, με ανώτατο όριο συμμετεχόντων τα 20 άτομα, λόγω των μέτρων κατά της εξάπλωσης της πανδημίας.

 

Επί-Λόγου – Εκδηλώσεις – Οκτώβριος  2021

ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ 

 

Πάρε μια πέτρα – είπε ο αγγελιαφόρος – και σήμανε το κέντρο

του κόσμου.

Ρώτησα από πόρτα σε πόρτα, από πλατεία σε πλατεία,

από πόλη σε πόλη,

αλλά κανείς δεν ήξερε να απαντήσει και συνέχισα στα τυφλά

τον δρόμο,

χάνοντας κάποτε την πορεία, ξαναβρίσκοντάς την,

εμπιστευόμενος τα λόγια του αγγελιαφόρου:

Πάρε μια πέτρα και σήμανε το κέντρο του κόσμου.

Πάνω από μια φορά ήμουν έτοιμος να τα παρατήσω,

να ριχτώ για πάντα δίπλα στο όνειρο των γονιών,

αλλά αίφνης η καρδιά άρχισε να χοροπηδά μέσα στο στήθος,

έρχονταν στο στόμα μου λέξεις μιας άγνωστης γλώσσας,

και επισπεύδοντας το βήμα μου αναφωνούσα: Προτού χαθεί

το άστρο.

΄Ετσι, έφτασα σε μια γη όπου το πρώτο που είδα

ήταν ένας άντρας που είχε κάνει μια τρύπα σε έναν τάφο

και ρίχνοντας δροσερό νερό επαναλάμβανε: Πιες, γιε μου.

Ύστερα είδα ένα πλήθος που έσκαβε τον τόπο

και ανασύροντας τα κόκαλα των νεκρών τα έβαζε

σε ένα κάρο,

μπροστά από το οποίο πήγαινε μια γυναίκα πετροβολώντας

τον ήλιο

και ουρλιάζοντας: Κρύψου, για να μη βρει ο θάνατος

τον δρόμο.

Επίσης, είδα ένα πουλί που είχε βγει από ένα πηγάδι

και στεκότααν επάνω στο πεζούλι, δίπλα απ’ το οποίο

είχαν μαζευτεί

οι γυναίκες για να το ρωτήσουν:

Τι έχεις δει εκεί κάτω; – ρωτούσαν. Και το πουλί απαντούσε:

Έχω δει άντρες γουλί, μουτσάτσες αχτένιστες,

παιδιά να δαγκώνουν το σκοτεινό μήλο τού τίποτα.

Τότε οι γυναίκες έσκυβαν πάνω από το στόμιο του πηγαδιού

κι έριχναν, μουγκρίζοντας, μεγάλα κλωνάρια βασιλικού.

Εκεί υπήρχε ένα τεράστιο δέντρο, ένας απολιθωμένος κορμός,

δίπλα απ’ τον οποίο οι μουτσάτσες γέμιζαν με μαλλί μαξιλάρια

και στρώματα, και, φτιάχνοντας κοτσίδα τα μαλλιά της νύφης,

τραγουδούσαν:

“Ω, λευκή μου βαμβακιά, κανείς δεν θα σε διώξει,

και η αυλή μας θα έχει τη χάρη, το σπίτι μας φως”.

Οι άντρες χόρευαν βαριά σε κύκλο

κι εκείνος που έσερνε τον χορό, χτυπώντας το έδαφος με το πόδι,

τραγουδούσε: “Αυτή είναι η γη που θα μας φάει,

αυτή είναι η γη που τρώει παιδιά, λουλούδια και μουτσάτσες”.

Έφτασα δίπλα στο δέντρο και χόρεψα με εκείνους τους άντρες,

πιασμένοι απ’ τον ώμο χορέψαμε όλη τη νύχτα,

ώσπου το στόμα μου άρχισε να ψελλίζει μια γλώσσα

άγνωστη

και ξανάκουσα τη φωνή του αγγελιαφόρου:

Πάρε μια πέτρα και σήμανε το κέντρο του κόσμου.

Πήρα μια πέτρα και την έβαλα δίπλα απ’ το δέντρο

και η πέτρα γέμισε φύλλα, το δέντρο του ήλιου.

 

                                                                                    Συλλογή “Αλάσκα” (Alaska, 1993)

 

ΟΡΑΣΙΟ ΚΑΣΤΙΓΙΟ   (HORACIO CASTILLO 1934-2010)

 

Από το βιβλίο – ΟΡΑΣΙΟ ΚΑΣΤΙΓΙΟ “Οι γάτοι της Ακρόπολης και άλλα ποιήματα” –

Μετάφραση: Xαράλαμπος Π.Δήμου

Δεύτερη έκδοση

ΟΙ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΩΝ ΣΥΝΑΔΕΛΦΩΝ – 2012

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

 

Επιλογή ποιήματος και μεταφορά για το “Επί-Λόγου” : Τζούλια Πουλημενάκου

(Αρχείο Ιδιωτικής Βιβλιοθήκης)

 

Επί – Λόγου – Λεύκωμα – Αφιερώματα –  Οκτώβριος 2021