ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ

 

του Νίκου Ταβουλάρη

Στην αρχαιότητα, ένεκα της μορφής των όπλων, οι μάχες δίνονταν κυρίως εκ του συστάδην και κυρίαρχο ρόλο στην έκβαση έπαιζε η ικανότητα των αντιπάλων στη μάχη σώμα με σώμα. Ένεκα αυτού ήταν επιβεβλημένη η σωματική ρώμη και η τεχνική ικανότητα των μαχητών στον χειρισμό του οπλισμού τους. H αρχαίγονη μορφή των εχθροπραξιών στα πεδία των μαχών ήταν μάλλον μια σύγκρουση ατάκτων κατά την οποία οι αντίπαλοι μάχονταν ως μονάδες και φυσικά η ατομική ικανότητα ήταν αυτή που έκρινε το αποτέλεσμα. Πολλές φορές μάλιστα ο θάνατος ενός σημαντικού μαχητή, συνήθως του πρωτοπαλίκαρου ή του ηγέτη, ήταν ικανός να κρίνει το αποτέλεσμα της μάχης.

Τη συνθήκη αυτή ήλθε να ανατρέψει και να θέσει σε δευτερεύουσα θέση η εμφάνιση του στρατιωτικού σχηματισμού της Φάλαγγας, που βασίζεται όχι τόσο στην ατομική ικανότητα αλλά στον συντονισμό και στην ομαδική ενέργεια. Η πρώτη ιστορικά φάλαγγα που δημιούργησε μεγάλη διαφορά είναι η περίφημη Σπαρτιατική φάλαγγα και φυσικά και των άλλων ελληνικών πόλεων της κλασσικής εποχής. Η Σπαρτιατική φάλαγγα συνδυάζοντας την ατομική ικανότητα των μαχητών με την ομαδική δύναμη, κυριάρχησε στον τότε κόσμο για μεγάλο χρονικό διάστημα και είναι ο κυριότερος στρατιωτικός παράγων της πέραν κάθε συμβατικής σκέψης επικράτησης της ολιγάριθμης Ελλάδας έναντι της τεράστιας Περσικής αυτοκρατορίας. Οι Έλληνες μάχονταν ως ένα ενιαίο σώμα απέναντι στις άτακτες ορδές των Ασιατών και το αποτέλεσμα ήταν πράγματι ανέλπιστο και εκπληκτικό! Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η αντίσταση των ολιγάριθμων Ελλήνων στις Θερμοπύλες, αλλά και οι εκ παρατάξεως μάχες του Μαραθώνα και η τελική αναμέτρηση στις Πλαταιές, όπου η ελληνική φάλαγγα κατατρόπωσε τις πολυπληθέστερες δυνάμεις των Περσών. Αργότερα η εξέλιξη της στρατιωτικής φάλαγγας στην περίφημη «Λοξή φάλαγγα» από τον Επαμεινώνδα, είχε ως αποτέλεσμα να λήξει η ηγεμονία των Σπαρτιατών. Δηλαδή η εξέλιξη της πολεμικής τεχνικής υπερκέρασε την ατομική και ομαδική ικανότητα. Στη συνέχεια ήλθε η δημιουργία από τον Φίλιππο Β΄ της μακεδονικής φάλαγγας, κατά πολύ ανώτερη από τις προηγούμενες. Το αποτέλεσμα είναι οι Μακεδόνες να κυριαρχήσουν όχι μόνο στον Ελλαδικό χώρο και στην περιοχή μέχρι του Δουνάβεως, αλλά δια του Μεγάλου Αλεξάνδρου να καταλύσουν την τεράστια Περσική αυτοκρατορία, χωρίς να υποστούν έστω και μία ήττα!

       Σήμερα φυσικά οι μάχες δεν διεξάγονται εκ παρατάξεως γιατί τα σύγχρονα όπλα έχουν αλλάξει εντελώς τη μορφή του πολέμου, όμως η αρχαία στρατιωτική φάλαγγα βρίσκει εφαρμογή σε άλλους τομείς. Ένας από αυτούς είναι τα ομαδικά αθλήματα. Στο σύγχρονο ποδόσφαιρο, αλλά σε άλλα ομαδικά αθλήματα, πλέον εφαρμόζεται σχεδόν καθολικά παγκοσμίως το σύστημα της «ζώνης», που δεν είναι τίποτ’ άλλο από μια εκδοχή της αρχαίας στρατιωτικής φάλαγγας, με την έννοια ότι οι αθλητές δεν λειτουργούν ως μονάδες, αλλά ως μέρη ενός συγκεκριμένου ομαδικού σχηματισμού.

      Ποιο όμως είναι το κυρίαρχο χαρακτηριστικό της φάλαγγας; Η φάλαγγα καλύπτει χώρο, ως εκ τούτου οφείλει να λειτουργεί συντονισμένα με συγκεκριμένες κινήσεις στον κατάλληλο χρόνο. Αυτό απαιτεί εκπαίδευση αλλά και πνεύμα «ομαδικής ευθύνης». Στην αρχαία Σπαρτιατική φάλαγγα ο κάθε μαχητής όφειλε να προστατεύει με το ήμισυ της ασπίδας του, εκτός από το μισό του δικού του σώματος και το μισό του πλησιέστερου εξ αριστερών συντρόφου του. Τούτο γινόταν για να εξαρτάται ο ένας από τον άλλον και να μην λειτουργούν ως άτομα, προκειμένου να παραμένουν στη θέση τους και να μάχονται όλοι ως ένα σώμα. Αυτός ήταν ο κυρίαρχος λόγος που η Σπαρτιατική φάλαγγα ήταν αδιάρρηκτη. Δεν ήθελαν ατομικούς ηρωισμούς οι Σπαρτιάτες, πειθαρχία και τεχνική απαιτούσαν και με αυτά τα χαρακτηριστικά δημιούργησαν μια ανίκητη πολεμική μηχανή.

       Το μήνυμα του πνεύματος της αρχαίας φάλαγγας, ίσως είναι περισσότερο επίκαιρο στην εποχή μας, ιδίως με αφορμή της παγκόσμιας απειλής από την πανδημία. Οι κοινωνίες ένεκα της αλληλεξάρτησης των μερών τους είναι αναγκασμένες να λειτουργούν με το πνεύμα και τον τρόπο της φάλαγγας, δηλαδή της ομαδικής ευθύνης και δράσης. Μόνο με αυτόν τον τρόπο θα αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τις απειλές. Οι οργανωμένες κοινωνίες με ομαδική ευθύνη και αντιμετώπιση θα εξελιχθούν και θα κυριαρχήσουν, αντίθετα εκείνες που θα λειτουργήσουν ως μεμονωμένα άτομα χωρίς αλληλευθύνη και κοινή δράση, είναι αποδεδειγμένο ιστορικά, ότι είναι καταδικασμένες να παρακμάσουν και να εκλείψουν.

       Ο μεγάλος αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος, ο Αριστοτέλης, είπε ότι το αποτέλεσμα της ομάδας ποτέ δεν είναι ίσο με το άθροισμα των μερών της. Τα λόγια του μεγάλου Σταγειρίτη έχουν επαληθευτεί πολλάκις και είναι βέβαιο ότι θα συνεχίσουν να βρίσκουν εφαρμογή στο διηνεκές. Στην πνευματική ικανότητα, στη σωφροσύνη και στην κοινωνική κουλτούρα των πολιτών και κατ’ επέκταση των κοινωνιών εναπόκειται η επιλογή.

 

Νίκος Ταβουλάρης

Ποιητής-Πεζογράφος-Δοκιμιογράφος

τ.Πρόεδρος της «Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών»

Μέλος του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός

~~~~~~~~~~~~~~

 

 Επί-Λόγου – Λεύκωμα – Ιανουάριος 2022

 

Δοκίμιο

 

του Νίκου Ταβουλάρη

Πολλάκις οι στιχουργούντες, οι ποιητές, όπως αυτοαποκαλούνται φιλάρεσκα με αρκετή δόση αφέλειας ή αμετροέπειας εμπλέκονται σε ατέρμονες συζητήσεις για το τι είναι Ποίηση. Ενίοτε όμως ακόμη κι εκείνοι που η φύση τούς έχει προικίσει με το Θείο χάρισμα της πραγματικής ποίησης, δεν αποφεύγουν εντελώς την παγίδα της συστηματικής-γραμμικής θεώρησης, αυτής της μοναδικής και ανερμήνευτης στην ουσία έκφανσης του συμπαντικού Είναι και Γίγνεσθαι. Οι απόψεις και οι ορισμοί δεν έχουν τέλος και φυσικά δεν καταλήγουν πουθενά, αφού η Ποίηση είναι το πλέον αντικομφορμιστικό πνευματικό δημιούργημα του ανθρώπου ή μάλλον της φύσης ή του Θεού…

  Φυσικά από ετούτη την παγίδα της διαλεκτικής και της «επιστημονικής» αναζήτησης δεν κατόρθωσα να ξεφύγω κι εγώ… το γεγονός άλλωστε ότι διαβάζετε το κείμενό μου το αποδεικνύει! Ύστερα από αρκετές περιπλανήσεις σε σχετικές εργασίες, ορισμούς, γνώμες ειδικών και μη, έχω καταλήξει στο συμπέρασμα, ότι η Λογική δεν είναι το κατάλληλο εργαλείο, για να προσεγγίσω τον ορισμό ή μάλλον να βιώσω την πραγματική, πρωτογενή, γενεσιουργό έννοια της Ποίησης! Όπως λοιπόν τον Ομηρικό Οδυσσέα αφού περιπλανήθηκα στις θάλασσες της Λογικής και συστηματικής αναζήτησης, τελικά βρήκα την απάντηση ή νομίζω ότι την έχω βρει, αφού τα «Πάντα ρει», εκεί απ’ όπου ξεκίνησα, στην Ιθάκη των γνήσιων, πραγματικών ποιητικών κειμένων.

  Συμβαίνει ενίοτε ν’ ακούσουμε ή να διαβάσουμε κάποιους στίχους και αίφνης χωρίς προειδοποίηση, χωρίς σκέψη, νιώθουμε το «Είναι» μας να συνταράσσεται και το σώμα και η ψυχή μας να πυρακτώνονται από μια ανεξήγητη φλόγα! Τότε βρισκόμαστε στο μαγικό, επουράνιο κόσμο της πραγματικής Ποίησης, τότε μεταλαμβάνουμε των αχράντων μυστηρίων του συμπαντικού «Είναι». Η μετουσίωσή μας αυτή δεν έχει να κάνει με έλλογες διεργασίες. Αυτές ίσως να έλθουν μεταγενέστερα, όταν η ψυχή πλήρης ευδαιμονίας, θα παραχωρήσει περιθώριο στη διανόηση προκειμένου ν’ αναλύσει και να εντάξει στη γραμμική ακολουθία τής Λογικής τα νοήματα και τα μηνύματα των συγκεκριμένων στίχων! Επίσης συμβαίνει, στις πλείστες των περιπτώσεων, να γνωρίσουμε στίχους οι οποίοι αν και άρτιοι τεχνικά εν τούτοις δεν κατορθώνουν να μας συγκινήσουν. Μένουμε εδώ στο χώμα, χωρίς καμιά υπέρβαση και σε καμία περίπτωση δεν βιώνουμε την ευδαιμονία στην οποία αναφερθήκαμε ανωτέρω. Και όμως πολλάκις ετούτο το είδος της στιχουργίας (δε λέω της Ποίησης) εμπεριέχει σοβαρά μηνύματα, έχει λογοτεχνικά ευρήματα και είναι άρτια δομημένο… Γιατί λοιπόν η ψυχή μας δεν εκστασιάζεται, γιατί το σώμα και το πνεύμα μας δεν αιχμαλωτίζονται στη σαγήνη του ανεξήγητου;

  Ο μέγιστος ίσως των φιλοσόφων ο Πλάτων, με τη θεωρία των «ιδεών», μας έδωσε την έννοια της απόλυτης πρότυπης συμπαντικής υπόστασης όλων των πραγμάτων. Μέχρι σήμερα κανένα άλλο θεωρητικό μοντέλο δεν έχει πλησιάσει ή ξεπεράσει τη σκέψη του μεγάλου Έλληνα φιλοσόφου. Αν αναλογιστούμε ότι ο Πλάτων προϋπήρξε ποιητής και τα βαθυστόχαστα κείμενά του έχουν έντονο τον ποιητικό και υπερβατικό χαρακτήρα, είναι εξ ορισμού ο πλέον κατάλληλος για να μας οδηγήσει στην κατανόηση ή ακριβέστερα στη μετάληψη της απόλυτης έννοιας της Ποίησης. Υπό αυτήν την έννοια λοιπόν, τα ποικίλα ανθρώπινα στιχουργήματα οφείλουν να είναι απειροελάχιστα έστω ψήγματα από τη συμπαντική «Ιδέα» της απόλυτης πρότυπης Ποίησης. Δηλαδή, πρώτα είναι αναγκαίο η κάθε ποιητική απόπειρα να ενταχθεί στο όλον του ατέρμονου, χαοτικού συμπαντικού κόσμου και στη συνέχεια να εκφραστεί στο δικό μας περιορισμένο μεσόκοσμο, ως έκφανση εκείνης της παγκόσμιας πρότυπης «Ιδέας» της Ποίησης, δια μέσου των γνήσιων ποιητών και του πραγματικού ποιητικού λόγου! Τούτο είναι το μέγιστο όραμα, τούτο είναι το διακύβευμα που πρέπει να κατακτήσουν οι ποιητές για να είναι πραγματικοί ποιητές, άγγελοι κι εκπρόσωποι του παγκόσμιου «Ενός» στη Γη! Υπό αυτήν την προοπτική ένα τέτοιο εγχείρημα φαντάζει απλησίαστο, όμως ακριβώς σε αυτόν τον βαθμό δυσκολίας έγκειται και η μέγιστη πρόκληση και η αξία της πραγματικής Ποίησης. Πολλοί οι στιχουργούντες ελάχιστοι οι Ποιητές!

  Ποιο είναι λοιπόν εκείνο το στοιχείο που θα μας επιτρέψει να διακρίνουμε την γνήσια Ποίηση και τους χαρισματικούς Ποιητές από το πλήθος των στιχοπλόκων! Ανωτέρω αναφερθήκαμε στις περιπτώσεις εκείνες που βιώνουμε, όχι με τη λογική αλλά ανεξήγητα το μεγαλείο της πραγματικής Ποίησης. Δηλαδή ίσως δεν μπορεί η γραμμική διανοητική διεργασία του εγκεφάλου μας, να μας οδηγήσει στην κατανόηση της Ποίησης παρά μόνον η υπερβατική, ανεξήγητη για τη λογική μας, διαισθητική ενόραση. Η Ποίηση ως εκδήλωση του ανθρώπου μέσα από τον Λόγο είναι ασφαλώς, όπως προελέχθη, μια έκφανση της «συμπαντικής ποιητικής ιδέας». Για τούτο είναι ανάγκη να γίνουμε όχι αναλυτές ή ακροατές αλλά Μύστες, ετούτης της Θείας, της δημιουργικής τού σύμπαντος μετάληψης, για να κοινωνήσουμε με τον αόρατο κόσμο της Ποίησης. Ο μεγάλος νομπελίστας ποιητής μας, ο Οδυσσέας Ελύτης, είχε πει ότι οι κακοί ποιητές εμπνέονται από τα γεγονότα, οι μέτριοι από τα συναισθήματα και οι μεγάλοι από το τίποτα. Ετούτο λοιπόν το «Τίποτα» ίσως και να είναι το Παν στην Ποίηση.

  Ευτυχώς η φιλεύσπλαχνη θεία βούληση προνόησε και κάποιοι από τους θνητούς, γεννιούνται μ’ εκείνα τα απειροελάχιστα ψήγματα της συμπαντικής «Ιδέας» της Ποίησης στην ψυχή τους. Θεία βουλήσει λοιπόν βιώνουμε την ευδαιμονία του γνήσιου ποιητικού πνεύματος και την ανάταση του ψυχικού μας κόσμου, μέσα από τους θεόπνευστους στίχους κάποιων χαρισματικών ανθρώπων, των πραγματικών ΠΟΙΗΤΩΝ. Ευλογημένοι λοιπόν εκείνοι που μεταλαμπαδεύουν το Θείο πνεύμα σ’ εμάς, ψάλλοντες «ύμνο σ’ εκείνο που δεν ήλθε ακόμη» κι ευλογημένοι όσοι έχουν γίνει μύστες της επουράνιας, πραγματικής ποιητικής Ευδαιμονίας!

 

Νίκος Ταβουλάρης

Ποιητής-Πεζογράφος-Δοκιμιογράφος

τ. Πρόεδρος της «Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών»

Μέλος του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός»

 

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ: Ο Νίκος Ταβουλάρης είναι ποιητής-πεζογράφος-δοκιμιογράφος. Γεννήθηκε το 1956 και κατάγεται από την Καρυούπολη Γυθείου Λακωνίας. Σπούδασε Δημοσιογραφία, Μarketing και Διοίκηση Επιχειρήσεων. Έχει παρακολουθήσει σεμινάρια σχετικά με τα ανωτέρω αντικείμενα, μεταξύ των  οποίων και την εφαρμογή του χαοτικού Μanagement. Διαθέτει πτυχία Δημοσιογραφίας, GRADUATE DIPLOMA IN MANAGEMENT STUDIES του Αγγλικού ΙSTITUTE OF COMMERCIAL MANAGEMENT (I.C.M.). Επίσης, από το Οlymbian university MBA στα αντικείμενα του MANAGEMENT BY CHAOS THE REAL TIME MΑNAGEMENT SYSTEM και HOW TO THINK LIKE A MANAGER. Με τη λογοτεχνία και τη συγγραφή ασχολείται από τη εφηβική του ηλικία. Εκτός από τα λογοτεχνικά του βιβλία ο συγγραφέας έχει συγγράψει ικανό αριθμό επιστημονικών-τεχνικών βιβλίων σχετικών με το Management και το Marketing.   Το ανέκδοτο έργο του Νίκου Ταβουλάρη είναι πληθωρικό και αποτελείται από 20 ποιητικές συλλογές, πέντε μυθιστορήματα, τρία δοκίμια, τρεις συλλογές διηγημάτων, παραμύθια και πραγματείες. Το έργο αυτό έχει δημιουργηθεί σε μια χρονική περίοδο 35 ετών. Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί στην Αγγλική και Γαλλική γλώσσα. Έχουν δημοσιευθεί πολλές εργασίες του σε περιοδικά και εφημερίδες. Έργα του έχουν φιλοξενηθεί σε πολλές συλλογικές εκδόσεις (Ανθολογίες).  Έχει δώσει πολλές διαλέξεις σχετικές με λογοτεχνικά και φιλοσοφικά θέματα και επιπλέον εκτός από τη συγγραφή διδάσκει την τεχνική της λογοτεχνικής γραφής. Οργάνωσε και διηύθυνε την ελεύθερη ομάδα λόγου «Σπείρα», στο πλαίσιο της οποίας πραγματοποιήθηκαν  λογοτεχνικές και φιλοσοφικές συζητήσεις. Τιμήθηκε με βραβεία λογοτεχνικών διαγωνισμών σε όλα τα είδη του λόγου, με σηματικότερη τη διάκριση του Α΄Βραβείου ποίησης που απέσπασε το 1998 στον Πανελλήνιο Διαγωνισμό Ποίησης των Δελφών της «Πανελλήνιας ΄Ενωσης Λογοτεχνών», με το ποίημα «Θα ‘θελα ν’ αγγίξω».

Ο Νίκος Ταβουλάρης διετέλεσε Έφορος της «Πανελλήνιας ΄Ενωσης Λογοτεχνών»  για τη διετία 2007-2009 και  Πρόεδρος για τη τριετία 2010-2013. Επανεξελέγη στη θέση του Προέδρου για τη διετία 2013-2015. Διετέλεσε Αντιπρόεδρος της «Πανελλήνιας ΄Ενωσης Λογοτεχνών»  για τη διετία 2016-2018. Είναι τακτικό μέλος του Φιλολογικού Συλλόγου “Παρνασσός” και της Ένωσης Πνευματικών Δημιουργών Λακωνίας “Χείλων ο Λακεδαιμόνιος”.

ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ: 

  • “Η ανάσα της καταιγίδας-Ωδή στη ματωμένη Κύπρο”, Μυθιστόρημα, Εκδόσεις “Όμβρος”, 1997 (Αφιερωμένο στους αγνοούμενους της Κύπρου-Στη μνήμη των ηρωικών Τάσου Ισαάκ και Σολωμού Σολωμού)
  • “Με τα φτερά του ανέμου”, Ποίηση, Εκδόσεις “Αμαρυλλίς”, 2007 (ποιήματα)
  • “Πέτρινος κόσμος”, Ποίηση, Εκδόσεις “Γ.Χ.Αλεξανδρή”, 2008 (ποιητική ενότητα)
  • “Ωρα μηδέν”, Μυθιστόρημα, Εκδόσεις “Δρόμων”, 2009 (φιλοσοφικό μυθιστόρημα)
  • “Αρμονική Πώληση”, Εκδόσεις “Δρόμων”, 2009 (βιβλίο Συστημάτων Πωλήσεων)
  • “Νυν και Αεί”, Ποίηση, Εκδόσεις “Όστρια”, 2014 (ποιητική ενότητα)

 

Επί – Λόγου – Λεύκωμα – Mάρτιος 2021

 

 

ΚΥΚΛΟΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΞΕΩΝ

ΑΡΧΑΙΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΦΙΛΟΣΟΦΟΙ

ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΑΛΗ ΩΣ ΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ

 

Ο Σύλλογος Λόγου, Μουσικής, Τέχνης «ΛΙΝΟΣ» σε συνεργασία με το διαδικτυακό σταθμό «Φρυκτωρίες», είναι στην ευχάριστη θέση να ανακοινώσει μια ευρεία σειρά δωρεάν μαθημάτων φιλοσοφίας από την καθηγήτρια Φιλοσοφίας του Ε.Κ.Π.Α., εκλεκτό μέλος  και Πρόεδρο της επιτροπής Φιλοσοφίας του «ΛΙΝΟΥ» κυρία Ευαγγελία Μαραγγιανού.

Τα μαθήματα θα γίνονται σε απ’ ευθείας σύνδεση με το κανάλι των «Φρυκτωριών». Όσοι θέλουν να παρακολουθήσουν τα μαθήματα θα μπορούν να βρουν τον σύνδεσμο παρακολούθησης την ίδια ημέρα της μετάδοσης στην διαδικτυακή σελίδα των «Φρυκτωριών», σύμφωνα με το πρόγραμμα που ακολουθεί.

ΑΡΧΑΙΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΦΙΛΟΣΟΦΟΙ
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΕΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΩΝ ΦΡΥΚΤΩΡΙΩΝ
1η έκδοση

Τὰ μαθήματα θὰ ἀναρτῶνται κάθε 15 ἡμέρες, ἀνὰ δεύτερη Τρίτη.

Προγραμματισμένες ἡμερομηνίες ἀναρτήσεων

  • 1ο μάθημα >   Τρίτη 19 Ἰανουαρίου 2021
  • 2ο μάθημα >   Τρίτη 2 Φεβρουαρίου 2021
  • 3ο μάθημα >   Τρίτη 16 Φεβρουαρίου2021
  • 4ο μάθημα >   Τρίτη 2 Μαρτίου 2021
  • 5ο μάθημα >   Τρίτη 16 Μαρτίου2021
  • 6ο μάθημα >   Τρίτη 30 Μαρτίου 2021
  • 7ο μάθημα >   Τρίτη 13 Ἀπριλίου2021
  • 8ο μάθημα >   Τρίτη 27 Ἀπριλίου 2021
  • 9ο μάθημα >   Τρίτη 11 Μαΐου2021
  • 10ομάθημα >  Τρίτη 25 Μαΐου 2021
  • 11ο μάθημα > Τρίτη 8 Ἰουνίου2021
  • 12ο μάθημα > Τρίτη 22 Ἰουνίου 2021
  • 13ο μάθημα > Τρίτη 6 Ἰουλίου2021
  • 14ο μάθημα > Τρίτη 20 Ἰουλίου 2021
  • 15ο μάθημα > Τρίτη 3 Αὐγούστου2021
  • 16ο μάθημα > Τρίτη 17 Αὐγούστου 2021
  • 17ο μάθημα > Τρίτη 31 Αὐγούστου2021
  • 18ομάθημα >  Τρίτη 1ηἈπριλίου 2021
  • 19ομάθημα >  Τρίτη 14 Σεπτεμβρίου2021
  • 20ο μάθημα > Τρίτη 28 Σεπτεμβρίου 2021
  • 21ο μάθημα > Τρίτη 12 Ὀκτωβρίου2021
  • 22ο μάθημα > Τρίτη 26 Ὀκτωβρίου 2021
  • 23ο μάθημα > Τρίτη 9 Νοεμβρίου2021
  • 24ο μάθημα > Τρίτη 23 Νοεμβρίου 2021
  • 25ο μάθημα > Τρίτη 7 Δεκεμβρίου2021
  • 26ο μάθημα > Τρίτη 21 Δεκεμβρίου 2021
  • 27ο μάθημα > Τρίτη 4 Ἰανουαρίου2022
  • 28ο μάθημα > Τρίτη 18 Ἰανουαρίου 2021
  • 29ο μάθημα > Τρίτη 1η Φεβρουαρίου2022
  • 30ο μάθημα > Τρίτη 15 Φεβρουαρίου 2022
  • 31ο μάθημα > Τρίτη 1ηΜαρτίου2022
  • 32ο μάθημα > Τρίτη 15 Μαρτίου 2022

 

Επί-Λόγου – Εκδηλώσεις – Ιανουάριος 2021

ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΟ ΔΟΚΙΜΙΟ

της Μίνας Μπουλέκου

Η εξήγηση των φυσικών φαινομένων μεταβολής και κίνησης σύμφωνα με τον Αριστοτέλη

Η τελεολογία αποτέλεσε ένα θεμελιώδες στοιχείο της Αριστοτέλειας αντίληψης του φυσικού κόσμου.Υπήρξε σημαντικό σημείο αναφοράς των μεσαιωνικών λογίων στιςφυσικές και κοσμολογικές θεωρίες τους. Συνδέθηκε με τις σχολαστικές και ειδικότερα με τις μεσαιωνικές προσπάθειες απόδειξης της ύπαρξης του Θεού.

Κατά τον Αριστοτέλη το αντικείμενο της φυσικής επιστήμης είναι η μελέτη και η εξήγηση των φαινομένων που μας περιβάλλουν. Ένα από αυτά, είναι και η διαδικασία της μεταβολής των πραγμάτων. Για τον αρχαίο φιλόσοφο, ο οποίος ήθελε μάλλον να καταρρίψει τις ερμηνείες των προκατόχων του σχετικά με τη φύση και τον κόσμο, η μεταβολή αποτελεί φυσική κατάσταση των πραγμάτων, και πηγάζει από τις εν δυνάμει και εγγενείς ιδιότητες τους[1]. Στη δική του σκέψη η μεταβολή είναι συνδεδεμένη με την έννοια της φύσης, καθώς αυτή γινόταν αντιληπτή όχι μόνο ως η υλική μορφή των αντικειμένων, αλλά και ως μια ενεργός πηγή κάθε κατάστασης μεταβολής και ηρεμίας[2]. Αντιλαμβάνονταν την φύση ταυτόχρονα ως ενεργητική και παθητική ουσία και τη μεταβολή ως η φυσική ροπή των αντικειμένων «προς την τέλεια φυσική πραγμάτωση», προς ένανσκοπό, προς ένα τέλος[3].

Ο Αριστοτέλης ξεχώριζε τέσσερα είδη αιτιών για αυτή τη διαδικασία: την υλική, τη μορφική, την ποιητική και την τελική αιτία. Οι δύο πρώτες καθορίζουν τη «μεταβλητή ουσία» ενώ οι άλλες δύο είναι αυτές που ενεργοποιούν τη μεταβολή. Κάθε αιτία αντιπροσωπεύει και ένα στάδιο της μεταβολής. Αρχικά, ο συνδυασμός της υλικής με την ποιητική αιτία ενεργοποιεί τη διαδικασία της μεταβολής. Το μορφικό ή ειδικό αίτιο καθορίζει τη συγκεκριμένη μορφή(είδος), που θα λάβει αυτή η μεταβολή, η οποία οριστικοποιείται από το τελικό αίτιο, την τελική δηλαδή κατάσταση της μεταβολής(εντελέχεια).Για τον Έλληνα φιλόσοφο κάθε μεταβολή στη φύση υπόκειται σε αυτά τα τέσσερα αίτια. Αντίστοιχα,ο Αριστοτέλης διέκρινε τέσσερα είδη μεταβολών: «την τοπική κίνηση, την ανάπτυξη ή ελάττωση, την αλλοίωση ή αλλαγή ποιότητας και την ουσιαστική αλλαγή». Οι τρείς πρώτες αντιπροσώπευαν την μερική απώλεια των ιδιοτήτων του αντικειμένου, ενώ η τελευταία την ριζική μεταμόρφωση του αντικειμένου σε μια εντελώς νέα ουσία[4].

Για τον διανοούμενο του Μεσαίωνα το ζητούμενο ήταν ν’ανακαλύψει την αλήθεια των πραγμάτων,που κρύβεται πίσω από τα φαινόμενα του αισθητού κόσμου[5]. Η φυσική προσέφερε το πεδίο για τη μελέτη των πραγμάτων και όπως είδαμε η αιτιοκρατία έπαιζε μεγάλο ρόλο στο θέμα της μεταβολής των αντικειμένων. Ωστόσο, οι αιτιοκρατικές αρχές του αριστοτελισμού έρχονταν σε αντίθεση με το χριστιανικό δόγμα και συχνά με τις χριστιανικές αντιλήψεις των διανοούμενων του Mεσαίωνα. Για τον Έλληνα φιλόσοφο υπήρχαν αντικείμενα στη φύση και στο σύμπαν τα οποία ήταν αμετάβλητα και αποτελούσαν τη βάση για την παρουσία μιας σειράς διαδοχικών και αιτιακών γεγονότων. Τέτοιο αμετάβλητο αντικείμενο ήταν και το Πρώτο Κινούνακίνητο, η αριστοτελική θεότητα, η οποία δεν ήταν σε θέση να παρέμβει στα ανθρώπινα πράγματα. Αυτή η σκέψη ερχόταν σε άμεση αντίθεση με τη χριστιανική θρησκεία όπου ο Θεός παρουσιάζεται ως ένα παντοδύναμο Ον, το οποίο έχει τη δυνατότητα να παρεμβαίνει στη φύση[6].

Απόψεις και θέσεις Δυτικών Φιλοσόφων-Διανοούμενων κατά τον Ύστερο Μεσαίωνα (13-15ος αιώνας)

Ο Γουλιέλμος Όκκαμ (περ. 1285 – 1347) υποστήριζε ότι το πρόβλημα της κίνησης αφορούσε την ερμηνεία της κίνησης ως αντικειμένου. Σύμφωνα με τη σκέψη του, η λέξη «κίνηση» αποτελεί έναν αφηρημένο όρο, ο οποίος δεν αντιστοιχεί σε κάτι συγκεκριμένο και για αυτό είναι σφάλμα να την ερμηνεύει κάποιος ως κάτι απτό και συγκεκριμένο. Χωρίς να σημαίνει ότι αμφισβητούσε τη θέση ότι τα αντικείμενα κινούνται, ο Όκκαμ επιθυμούσε να καταδείξει τη σημασία των προτάσεων που χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν την κίνηση. Ήταν σύμφωνος με την άποψη ότι «κάθε πράγμα που κινείται, κινείται από ένα κινούν». Ωστόσο θεωρούσε ότι όταν περιγράφουμε το φαινόμενο της κίνησης, οφείλουμε να χρησιμοποιούμε τις προτάσεις εκείνες, οι οποίες αποδίδουν ορθά τη διαδικασία και τη φύση της κίνησης και περιπλέκουν λιγότερο την ερμηνεία των πραγμάτων[7]. Για τον φραγκισκανό μοναχό η μεταβολή δεν είναι κάτι παραπάνω από τις διαδοχικές θέσεις, που καταλαμβάνει το αντικείμενο στο χώρο και δεν είναι κάτι το ανεξάρτητο από αυτά[8].

Ο Jean Buridan(περ. 1295 – 1538) στα σχόλια του στα Φυσικά του Αριστοτέλη, ασχολήθηκε επίσης με το αν η κίνηση αποτελεί κάτι παραπάνω από το κινούμενο σώμα και τους τόπους που αυτό καταλαμβάνει διαδοχικά. Έχοντας ως αφετηρία το χριστιανικό δόγμα,ότι ο Θεός μπορεί να επιβάλλει τη βούληση του, εφόσον αυτή δεν αποτελεί «λογική αντίφαση», θεώρησε ότι συνεπώς μπορούσε να επιβάλλει και την κίνηση. Εάν υιοθετούνταν η άποψη, ότι η κίνηση δεν ήταν κάτι παραπάνω από το κινούμενο σώμα και τους τόπους που αυτό καταλαμβάνει, τότε αναιρούνταν η θέση του χριστιανισμού,ότι ο Θεός δεν μπορεί να επιβάλλει την κίνηση του κόσμου, διότι ο κόσμος δεν θα άλλαζε τόπους, πράγμα που σήμαινε ότι αυτός δεν κινούνταν. Η άποψη ότι η κίνηση είναι ένα ξεχωριστό χαρακτηριστικό ή μια διακριτή ιδιότητα όπως οι υπόλοιπες ιδιότητες του, κατείχε κεντρικό ρόλο στη σκέψη του Buridan και επεκτάθηκε ακόμα περισσότερο από τους διανοούμενους του 14ου αιώνα, οι οποίοι ερμήνευσαν την κίνηση ως ποιότητα[9].

Ο Θωμάς Ακινάτης (περ. 1225 – 1274) σε μια προσπάθεια συγκερασμού θρησκείας και αριστοτελισμού, κατέληξε στην άποψη ότι ποιητική και τελική αιτία των φυσικών πραγμάτων είναι ο Θεός. Σύμφωνα με τον Ακινάτη, το Πρώτο Κινούν ακίνητο έχει συγκεκριμένη ύπαρξη[10]. Σχετικά με το θέμα της μεταβολής των πραγμάτων,αυτό αποτελεί την πρωταρχική αιτία της γένεσης των. Από τη στιγμή που θα πραγματοποιηθεί ωστόσο η γένεση, το Κινούν δεν επιτελεί κάποιο ρόλο. Η μετέπειτα διαδικασία της κίνησης και μεταβολής είναι απλώς η φυσική κατάσταση  του αντικειμένου[11]. Ο Ακινάτης ασχολήθηκε επίσης με το θέμα της κίνησης στο κενό.Έχοντας ως παράδειγμα την κίνηση των ουράνιων σωμάτων, κατέληξε στην άποψη ότι αυτή, σε περίπτωση που υπάρχει, θα είναι άπειρη[12].

Τα προβλήματα για αυτούς που επιχείρησαν να συμφιλιώσουν την αριστοτελική τελεολογία με την χριστιανική πίστη, ανέκυπταν όταν τα λεγόμενα της Βίβλου, η αλήθεια των οποίων θεωρούνταν αναμφισβήτητη, έρχονταν σε αντίθεση με τα δεδομένα της αριστοτελικής σκέψης[13]. Τα βασικά εμπόδια στα οποία προσέκρουαν οι διανοούμενοι αυτής της σχολής, προέρχονταν από την αριστοτελική φυσική, όπου σύμφωνα  με αυτήν ο κόσμος ήταν αιώνιος. Κάτι τέτοιο περιόριζε εκτενώς τη Θεία Βούληση αφού της αφαιρούσε την πράξη δημιουργίας του κόσμου[14] αλλά και γιατί της στερούσε την απόλυτη γνώση όλων όσων συμβαίνουν στο γήινο κόσμο,αλλάκαι από τη δυνατότητα παρέμβασης στην ανθρώπινη ζωή[15]. Στην αριστοτελική σκέψη, ο κόσμος δεν δημιουργήθηκε κάποια συγκεκριμένη στιγμή και ούτε πρόκειται να πάψει να υπάρχει, διότι ο κόσμος είναι αιώνιος εφόσον εξελίσσεται βάση της φυσικής ροπής των πραγμάτων. Η θέση αυτή ερχόταν σε άμεση σύγκρουση με τη χριστιανική αντίληψη της Θείας Βούλησης, η οποία θεωρούνταν ότι ήταν υπεύθυνη για τη δημιουργία του κόσμου[16].

Χαρακτηριστικός εκπρόσωπος της προσπάθειας να συμφιλιωθεί η αριστοτελική τελεολογική σκέψη με τις ιδέες του χριστιανισμού για την ύπαρξη του Θεού ήταν ο Θωμάς Ακινάτης. Συσχετίζοντας την επιστήμη με τη θρησκείαυποστήριξε ότι η χριστιανική θρησκεία,όπως και οι διάφορες επιστήμες, έχει τα δικά της αξιώματα τα οποία γίνονται γνωστά στον άνθρωπο μέσω μιας ενορατικής αποκάλυψης. Η σκέψη του για  τη γνώση του Θεού εδράζονταν στην πεποίθηση ότι ουσία και ύπαρξη στον φυσικό κόσμο είναι διακριτά χαρακτηριστικά. Μόνο στο πρόσωπο του Θεού αποτελούν ενιαία χαρακτηριστικά και για αυτό οι ιδιότητες της αλήθειας ή της αγαθότητας υπάρχουν εν ενεργεία στην ύπαρξη του. Ο Ακινάτης, βάση αυτής της αρχής της αναλογίας, καταλήγει να βεβαιώνει την ύπαρξη ενός αγαθού Θεού[17]. Ωστόσο, υπήρχαν ψήγματα στη σκέψη του, τα οποία έβρισκαν αντίθετους πολλούς θεολόγους, οι οποίοι θεώρησαν ότι ο Ακινάτης περιόριζε τη «δημιουργική και αιτιακή δράση του Θεού», αφαιρώντας έτσι την απόλυτη και αιώνια ιδιότητά της. Για αυτό και συμπεριέλαβαν αυτές τις θέσεις του στην καταδίκη των 219 προτάσεων το 1277, προτάσεις οι οποίες έρχονταν σε σύγκρουση με το χριστιανικό δόγμα[18].

Ο Σίζερ που γεννήθηκε το 1240 στη Γαλλία και σπούδασε στο πανεπιστήμιο του Παρισιού, ήταν οπαδός της αριστοτελικής σκέψης και προσπάθησε να την συμφιλιώσει με τις αντιλήψεις του χριστιανισμού, γνωρίζοντας ταυτόχρονα ότι κάποιες φορές μπορεί να έρχονται σε αντίθεση. Για τον Σίζερ η γνώση της ύπαρξης του Θεού και της θείας βούλησης πήγαζε από την πεποίθηση ότι τίποτα δεν μπορεί αν δημιουργηθεί εκ του μηδενός και ότι η ανθρώπινη βούληση δεν είναι ανεξάρτητη, ούτε ελεύθερη, αλλά απόλυτα καθορισμένη από τη Θεία βούληση[19]. Ο Σίζερ επιχειρηματολόγησε για το θέμα της ύπαρξης του Θεού, υποτάσσοντας κατά κάποιο τρόπο τη θεολογία στον αριστοτελισμό, πιστεύοντας ότι η αιωνιότητα του Θεού, σημαίνει και την αιωνιότητα του κόσμου[20].

Ο Μποναβεντούρα (περ. 1221 – 1274),υποστήριξε ότι οι αριστοτελικοί όροι χρησιμοποιήθηκαν για να πρεσβεύσουν την ύπαρξη του Θεού, ο οποίος παρέχει στον άνθρωπο τη γνώση των πραγμάτων. Ήταν υποστηρικτής της ιδέας της δημιουργίας εκ του μηδενός και συνεπώς ερχόταν σε αντίθεση με την αριστοτελική ιδέα της αιωνιότητας του κόσμου. Ο Μποναβεντούρα επιχείρησε να συμφιλιώσει το Λόγο με την Πίστη, υποτάσσοντας τον ωστόσο σε αυτήν[21]. Εν τέλει η προσπάθεια συμφιλίωσης του αριστοτελισμού με τη χριστιανική θεολογία οδήγησε στην καταδίκη των αριστοτελικών θέσεων το 1277. Ωστόσο, κατά παράδοξο τρόπο, εκείνη ήταν η εποχή που ο Αριστοτέλης «αναγνωρίστηκε ως ο μεγαλύτερος φιλόσοφος»[22].

Για τον Όκκαμ το ερώτημα «για ποιο λόγο δημιουργείται η φωτιά;» είναι άτοπο,εφόσον συλλαμβάνεται μέσα σε ένα πλαίσιο ερμηνείας της αιτιακής σύνδεσης των γεγονότων. Ο Όκκαμ αρνούνταν την αναγκαία αιτιακή σύνδεση των πραγμάτων, που πρέσβευε ο Αριστοτέλης. Θεωρούσε ότι δεν μπορούμε να εξάγουμε την ύπαρξη ενός αντικειμένου βάση της ύπαρξης κάποιου άλλου. Πίστευε ότι η υπόθεση, πως ένα εμπειρικό γεγονός οφείλεται σε κάποιο άλλο μπορεί να είναι εσφαλμένη, διότι η αιτία κάλλιστα μπορεί να βρίσκεται στη Θεία Θέληση. Για αυτό κατέληγε στο συμπέρασμα ότι η υπέρβαση των καθορισμένων ορίων της εμπειρίας βάση απλών εμπειριών δεν έχει κανένα απολύτως νόημα[23].

Ο Όκκαμ ήταν υποστηρικτής της άποψης ότι δεν θα πρέπει να βγάζουμε συμπεράσματα για πράγματα τα οποία υπερβαίνουν την ανθρώπινη αντίληψη, γι’ αυτό και θεωρούσε ότι η εξήγηση των φαινομένων θα πρέπει να γίνεται στο βαθμό που οι γραμματικοί όροι που την συνθέτουν έχουν απόλυτα λογική συνέπεια και λογικό περιεχόμενο[24]. Η«αιτία» για αυτόν δεν είναι κάτι ξεχωριστό και ανεξάρτητο από το αντικείμενο[25],αλλά ενυπάρχει σε αυτό, όπως συμβαίνει καιστην περίπτωση της κίνησης. Η αιτία σε αυτήν την περίπτωση είναι το πρώτο κινούν: «Κάθε πράγμα που κινείται, κινείται από ένα κινούν»[26]. Αντίστοιχα όταν εξετάζει το φαινόμενο της θερμότητας των πραγμάτων, καταλήγει στην άποψη ότι δεν υπάρχει κάτι άλλο πέρα από το φως που θερμαίνει. Και εδώ η διαδικασία της μεταβολής δεν είναι για αυτόν ούτε ποιότητα, ούτε ουσία[27].

Μέχρι σε ένα βαθμό η σκέψη του συμπίπτει με τη σκέψη του Αριστοτέλη, αφού και για τον Έλληνα φιλόσοφο, υπάρχουν εγγενείς και εν δυνάμει ιδιότητες στα αντικείμενα, οι οποίες είναι υπεύθυνες για το φαινόμενο της μεταβολής. Ωστόσο η απόρριψη των αναγκαίων αιτιακών σχέσεων μεταξύ των γεγονότων, όπως και της δυνατότητας εντοπισμού και περιγραφής αυτής της σχέσης τον απομακρύνουν αισθητά από την αριστοτελική τελεολογική αντίληψη[28].

Συμπερασματικά, η αριστοτελική σκέψη επηρέασε αισθητά τη σκέψη των διανοούμενων του Μεσαίωνα. Θεωρούμε ότι, παρά την προσκόλληση τους στα δόγματα της χριστιανικής πίστης, το ενδιαφέρον τους για την εξήγηση του φυσικού κόσμου δεν μπορεί να θεωρηθεί υποδεέστερο από αυτό του Έλληνα φιλοσόφου. Οι συνθήκες ήταν απλά διαφορετικές και οφείλουμε να κατανοήσουμε το γεγονός ότι η φιλοσοφία και η επιστήμη επηρεάζεται από το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον στο οποίο καλλιεργείται. Απ’ ότι φαίνεται τα Φυσικά του Αριστοτέλη, προσέφεραν ένα πλούσιο υλικό για την εξήγηση φαινομένων όπως η μεταβολή και η κίνηση. Ωστόσο, σε περιπτώσεις όπου οι αριστοτελικές θέσεις ερχόταν σε αντίθεση με τις ιδέες του χριστιανικού δόγματος, τότε προέκυπταν προβλήματα που μάλλον όχι επιλύονταν με την απαγόρευση των αριστοτελικών θέσεων.

Εν κατακλείδι θεωρούμε ότι, εάν δεν υπήρχε αυτή η σύγκρουση μεταξύ Πίστης και Λόγου, δεν θα είχε επέλθει και η εξέλιξη των φυσικών επιστημών, ως αποτέλεσμα αφ’ ενός της διαδοχικότητας της συνέχειας και της προόδου και αφ’ ετέρου μέσα από τις συγκρούσεις και τις ρήξεις που επηρέασαν έντονα αυτή την περίοδο των Μεσαιωνικών Χρόνων.

Φεβρουάριος 2016

Μίνα Μπουλέκου

Συγγραφέας-Ποιήτρια-Aρθρογράφος

ΔΟΚΙΜΙΟ  ΒΡΑΒΕΥΘΕΝ ME TO Α’ ΒΡΑΒΕΙΟ ΑΠΟ ΤΟΝ ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΟ ΣΥΛΛΟΓΟ “ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ”.

Η ΑΠΟΝΟΜΗ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΣΤΙΣ 27-9-2016

 

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

[1] A.C. Crombie, Από τον Αυγουστίνο στον Γαλιλαίο. Η επιστήμη τον Μεσαίωνα (5ος – 13ος αιώνας), τόμος Α. μτφρ. Θεοδώρα Τσίρη, Ιορδάνης Αρζόγλου, εκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα, 1994, σ.σ. 84 – 85

[2] Ό.π. σ. 85

[3]Ό.π. σ. 86

[4]Ό.π. σ.σ. 87 – 88

[5] Crombie, ό.π. σ. 80

[6] David Lindberg, Οι απαρχές της Δυτικής επιστήμης, μτφρ. Η.Μαρκολέφας, Παν/κές Εκδόσεις Ε.Μ.Π. Αθήνα,1997, σ. 310

[7] Lindberg, ό.π. σ.σ. 415 – 416

[8] Μ. Ασημακόπουλος – Α. Τσιαντούλας, Οι Επιστήμες της Φύσης και του Ανθρώπου στην Ευρώπη (Τόμος Α’), Πάτρα:  ΕΑΠ, σ. 143

[9]Ό.π. σ.σ. 416 – 417

[10] Ασημακόπουλος – Τσιαντούλας, ό.π. σ.98

[11] Lindberg, ό.π. σ. 428

[12] Ασημακόπουλος – Τσιαντούλας, ό.π. σ. 184

[13]Ό.π. σ. 45

[14] Edward Grand, Οι φυσικές επιστήμες στον Μεσαίωνα, μτφρ. Ζήσης Σαρίκας, πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο: 2008, σ. 37

[15]Ό.π. σ. 41

[16] Lindberg, ό.π. σ. 309

[17] Ασημακόπουλος – Τσιαντούλας, ό.π. σ. 96

[18]Ό.π. σ. 111

[19]Ό.π. σ. 100

[20]Ό.π. σ. 101

[21]Ό.π. σ. σ. 93 – 94

[22]Crombie, ό.π. σ. 78

[23] Grant, ό.π. σ. 47

[24] Ασημακόπουλος – Τσιαντούλας, ό.π. σ.σ. 138 – 139

[25] Ό.π. σ. 143

[26] Lindberg, ό.π. σ. 415

[27] Ασημακόπουλος – Τσιαντούλας, ό.π.

[28] Grant, ό.π. σ. 4

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

  • Ασημακόπουλος Μ. και Τσιαντούλας Α. (2008), Οι Επιστήμες της Φύσης και του Ανθρώπου στην Ευρώπη (Τόμος Α’), Πάτρα: ΕΑΠ.
  • CrombieA.C., (1994), Από τον Αυγουστίνο στον Γαλιλαίο. Η επιστήμη τον Μεσαίωνα (5ος – 13ος αιώνας), τόμος Α. μτφρ. Θεοδώρα Τσίρη, Ιορδάνης Αρζόγλου, Αθήνα: ΜΙΕΤ
  • GrantEdward (2008), Οι φυσικές επιστήμες τον Μεσαίωνα, μετάφραση Ζήσης Σαρίκας, πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης: Ηράκλειο
  • Lindberg David, (1997), Οι απαρχές της Δυτικής επιστήμης, μτφρ. Η.Μαρκολέφας, Παν/κές Εκδόσεις Ε.Μ.Π. Αθήνα

Πίνακας εξωφύλλου – Πηγή: https://alittlebeatofknowledge.files.wordpress.com/2015/04/medieval-university-life-professors-students.jpg?w=300&h=180

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ:

Η Μίνα Μπουλέκου γεννήθηκε στην Αθήνα και διαμένει μόνιμα στο Καπανδρίτι Αττικής. Είναι μητέρα 2 παιδιών.  Παρακολουθεί μαθήματα στην σχολή Ανθρωπιστικών Σπουδών στο τμήμα του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού στο Ανοιχτό Πανεπιστήμιο Πατρών (Ε.Α.Π.).  Γνωρίζει Αγγλικά και Γερμανικά. Είναι Συγγραφέας, Ποιήτρια και Αρθρογράφος, μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών (Π.Ε.Λ.), μέλος του Ελληνικού Πολιτιστικού Ομίλου Κυπρίων Ελλάδος (Ε.Π.Ο.Κ.), μέλος του Λογοτεχνικού Ομίλου ΞΑΣΤΕΡΟΝ του περιοδικού ΚΕΛΑΙΝΩ, μέλος της WORLD POETRY CANADA INTERNATIONAL, μέλος του Ελληνικού Τμήματος της Ένωσης Ευρωπαίων Δημοσιογράφων με την ιδιότητα της αρθρογράφου, ιδρυτικό μέλος του πολιτιστικού σωματείου «ΟΙ ΚΟΡΥΦΑΙΟΙ» το οποίο δημιουργήθηκε από την κα. Μαρία Χατζηνικολάου. Επίσης είναι συνεργάτης, αρθρογράφος του διαδικτυακού portal η Πύλη της Ψυχολογίας Psychology.gr. Έχει εκδώσει μέχρι στιγμής 5 βιβλία από τις Εκδόσεις Όστρια, εκ των οποίων τα 3 είναι ποιητικές συλλογές με τους ακόλουθους τίτλους: 1) Με τη Ροή του Ανέμου,  2) Πέρα απ’ τον ορίζοντα 3) Το Σάλπισμα των Ψυχών, 4) 1 δοκίμιο με τίτλο: «Προβληματισμοί του Σύγχρονου Ανθρώπου» και 5) 1 εικονογραφημένο παραμύθι με τίτλο: «Η Λαχανόκαρδη».Έχει αποσπάσει σημαντικά βραβεία, επαίνους και διακρίσεις. Έχει συμμετάσχει σε συλλογικά έργα-ποιητικές ανθολογίες των εκδόσεων ΟΣΤΡΙΑ, ΒΕΡΓΙΝΑ, ΕΝΤΥΠΟΙΣ, ΑΓΓΕΛΑΚΗ, ΕΧΕΔΩΡΟΣ, ΕΠΟΚ.Έχει παρακολουθήσει πολιτικές και φιλοσοφικές ημερίδες. Κριτικές έχουν δημοσιευθεί στα παρακάτω λογοτεχνικά περιοδικά: «Κελαινώ» του Λογοτεχνικού Ομίλου «Ζαλώνη» Ξάστερον καθώς και στο «Πνευματική Ζωή» του  Μιχάλη Σταφυλά.

  

 

Eπί-Λόγου – Φιλοσοφία – Δεκέμβριος 2020

Η ομιλία πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της διαδικτυακής ημερίδας του

Παγκόσμου Φιλοσοφικού Ιστού «Η ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ»

του Συλλόγου Λόγου-Μουσικής-Τέχνης «ΛΙΝΟΣ»

με θέμα «Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΩΣ ΑΝΤΙΔΟΤΟ ΤΟΥ ΦΟΒΟΥ»

στις 21 Νοεμβρίου 2020 σε παγκόσμια ζωντανή αναμετάδοση

από το κανάλι “ΦΡΥΚΤΩΡΙΕΣ”

 του Νίκου Ταβουλάρη

Ο άνθρωπος στην εξελικτική του πορεία βίωσε διάφορα στάδια διαφοροποίησης, έως ότου φτάσει στη μέχρι σήμερα βιολογική και πνευματική του βαθμίδα. Η ανάπτυξη του εγκεφάλου του αποτελεί την πρωταρχική αιτία της πορείας του προς τον homosapiens. Η επιστήμη δεν  έχει τελεσίδικα καταλήξει εάν η εγκεφαλική και η σωματική ανάπτυξη έγιναν σε διάφορες χρονικές περιόδους ή συντελέστηκαν ταυτόχρονα. Το βέβαιο είναι, ότι η πνευματική και σωματική εξέλιξη θεωρούμενες σε ικανό χρονικό διάστημα παρουσιάζονται εκ παραλλήλου αναπτυσσόμενες και διαμορφούμενες.

Πρώτη η φιλοσοφία με πρωτοπόρους τους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους προσέγγισε τη διανοητική λειτουργία και μάλιστα σε σχέση και με τη σωματική υγεία. Είναι γνωστή η ρήση «νοῦς ὑγιής ἐν σώματι ὑγιεῖ»,που προϋποθέτει την πνευματική υγεία σε συνδυασμό με τη σωματική. Επίσης,  είναι γνωστή η τριμερής απεικόνιση της διανοητικής λειτουργίας, όπως παραστατικότατα μάς τη δίνει ο Πλάτων αρχικά, κατά την οποίαν η διανοητική και ψυχική μας λειτουργία αποτελείται από τρία διαφορετικά επίπεδα: τo Λογιστικόν, το Θυμοειδές και το Επιθυμητικόν.

Η σύγχρονη επιστήμη με τον όρο «Τριαδικός εγκέφαλος» ορίζει το διανοητικό μας «εργαλείο» ως τρία διάφορα τμήματα, που αναπτύχθηκαν σε διαφορετικές χρονικές περιόδους της εξελικτικής μας πορείας. Αυτά είναι ο Νεοθηλαστικός εγκέφαλος ή Νεοφλοιός, ο Παλαιοθηλαστικός εγκέφαλος ή Μεσεγκέφαλος και ο Παλαιοθηλαστικός ή Ερπετικός εγκέφαλος.

Όπως και η αρχαία ελληνική σκέψη έτσι και η σύγχρονη επιστήμη αποδίδει αντίστοιχες λειτουργίες σε ένα έκαστο τμήμα του εγκεφάλου μας. Έτσι το Λογιστικόν αντιστοιχεί στον Νεοφλοιό, όπου και αναφέρονται οι ανώτερες πνευματικές λειτουργίες. Το Θυμοειδές αντιστοιχεί στον Παλαιοθηλαστικό εγκέφαλο, όπου συντελούνται οι συναισθηματικές λειτουργίες και τέλος το Επιθυμητικόν αντιστοιχεί στον Ερπετικό εγκέφαλο, όπου ευρίσκονται οι ενστικτώδεις λειτουργίες.

Συγκρίνοντας  λοιπόν τη σκέψη της αρχαίας φιλοσοφικής προσέγγισης με εκείνη της σύγχρονης επιστήμης, παρατηρούμε ότι εκείνη η τόσο παραστατική απεικόνιση της ψυχής από τον Πλάτωνα, ως ένα άρμα που φυσικά έχει τον Ηνίοχο και δύο άλογα, όπου ο Ηνίοχος εκπροσωπεί το Λογιστικόν, το λευκό άλογο το θυμοειδές και το μαύρο άλογο το επιθυμητικόν, θαυμάσια μπορεί να απεικονίσει και τη σύγχρονη επιστημονική θέση περί του εγκεφάλου, όπου τη θέση του Ηνίοχου  έχει ο Νεοφλοιός ή άλλως ή διάνοια, τη θέση του λευκού αλόγου ο Παλαιοθηλαστικός εγκέφαλος και τη θέση του μαύρου αλόγου ο Ερπετικός εγκέφαλος. Φυσικά για να είναι δυνατή η ομαλή πορεία του «άρματος» είναι απαραίτητη η ικανότητα του Ηνίοχου αλλά και η κατάλληλη αγωγή των αλόγων, ούτως ώστε ο κάθε ένας εκτελώντας ορθά το ρόλο του να συμβάλλει στην ομαλή πορεία του θετικά.

Το ερώτημα που αίφνης αναφύεται είναι, ποιο είναι εκείνο το κομβικό στοιχείο που θα καθορίσει τα ανωτέρω; Την απάντηση την έχει δώσει από αρχαιοτάτων χρόνων η αρχαία ελληνική σκέψη δια στόματος του Αναξίμανδρου: Η ανάγκη. Διαφορετική ανάγκη έχει το μαύρο άλογο, διαφορετική το λευκό και φυσικά διαφορετική ο Ηνίοχος. Έχουμε δηλαδή το φαινόμενο τρία εκ διαμέτρου διαφορετικά στοιχεία να καλούνται σε αγαστή συνεργασία! Για να επιτευχθεί αυτό πρέπει εκτός των ικανοτήτων να υπάρχει η ικανοποίηση των αναγκών τους, ούτως ώστε να είναι ικανά προς τέλεση έργου. Το μαύρο άλογο λοιπόν πρέπει να έχει ικανοποιήσει τα ένστικτα, το λευκό τα συναισθήματα και ο Ηνίοχος να είναι σοφός ως προς την καθοδήγηση των δύο αλόγων.

Σε πρώτη θεώρηση αυτό  το εγχείρημα φαντάζει ιδιαιτέρως κοπιώδες και δύσκολο, δεδομένου  ότι καλούνται τρεις φορείς με διαφορετικές ανάγκες και ικανότητες να συνεργαστούν, ώστε να παράγουν ένα αρμονικό αποτέλεσμα. Αν θυμηθούμε το Αριστοτελικό θέση-αντίθεση-σύνθεση, ίσως έχουμε μια ικανή πλατφόρμα διερεύνησης του θέματος και προσοχή, εδώ η σύνθεση δεν είναι προαιρετική αλλά απολύτως αναγκαία. Ασφαλώς ο ρόλος εκάστου μέρους της ψυχής ή του εγκεφάλου, όπως και αν το ονομάσουμε, είναι και ποιοτικά και ποσοτικά διάφορος. Τον κυρίαρχο ρόλο καλείται να τον διαδραματίσει ο «Ηνίοχος» και, φυσικά για να μπορέσει να τον αποδώσει ικανά πρέπει να έχει τις ανάλογες πνευματικές ικανότητες. Στο σημείο αυτό έρχεται να προστεθεί ο ρόλος της φιλοσοφίας ή της φιλοσοφικής σκέψης και πώς μπορεί αυτή να βοηθήσει τον Ηνίοχο στο έργο του.

Και από την παραστατικότατη και ποιητική εικόνα  που μας κληροδότησε η ποιητική – φιλοσοφική σκέψη του Πλάτωνα, ας έλθουμε στην σύγχρονη, λίγο πεζή αλλά αρκούντως πρακτική εικόνα, για τα τρία διαφορετικά μέρη του εγκεφάλου, δηλαδή, τον Νεοθηλαστικό, τον Παλαιοθηλαστικό και τον Ερπετικό εγκέφαλο. Όπως προαναφέραμε, ο Νεοθηλαστικός έχει τον ρόλο του Ηνίοχου, δεδομένου ότι σε αυτόν εδρεύουν οι ανώτερες πνευματικές λειτουργίες. Η φιλοσοφία λοιπόν και η φιλοσοφική σκέψη έρχεται αρωγός του Νεοθηλαστικού μας εγκεφάλου και καλείται να τον βοηθήσει ούτως ώστε να καθοδηγήσει με επιτυχία τα άλλα δύο άλλα μέρη, ώστε η σκέψη και οι αποφάσεις που παίρνουμε να είναι ορθές και χρήσιμες.

Αλλά τι είναι ο Φόβος; Είναι πολύ πιο εύκολο να βιώσουμε τον φόβο παρά να τον ορίσουμε και τούτο γιατί ο φόβος είναι κάτι που εκδηλώνεται αυτόματα σχεδόν, ως ψυχοσωματική λειτουργία, ευθύς μόλις υπάρξει το ανάλογο ερέθισμα, ενώ ο ορισμός ως καθαρά διανοητική – λογική διαδικασία απαιτεί αναλυτική και συνθετική ικανότητα (αισθητική εποπτεία) και φυσικά γνώσεις και χρόνο για να αποτυπωθεί. Ο φόβος λοιπόν εκδηλώνεται σχεδόν αυτόματα μόλις υπάρξει ανάλογο ερέθισμα, ως εκ τούτου κατατάσσεται στις αρχέγονες λειτουργίες του Παλαιοθηλαστικού εγκεφάλου και όχι στα ένστικτα, δεδομένου ότι τα τελευταία λειτουργούν ανεξάρτητα των εξωτερικών ερεθισμάτων. Είναι δε ο φόβος το πλέον πρωτογενές συναίσθημα, που αποτελεί τη βάση όλων των άλλων συναισθημάτων αλλά ταυτόχρονα έχει και το ρόλο της γέφυρας μεταξύ του Ερπετικού και του Παλαιοθηλαστικού εγκεφάλου.

Η φιλοσοφία είναι η πλέον σύνθετη λειτουργία του Νεοθηλαστικού εγκεφάλου δεδομένου ότι συνδυάζει την ορθολογική με την υπερβατική σκέψη. Ο φιλόσοφος ασφαλώς και λειτουργεί όπως ο μαθηματικός, αλλά ταυτόχρονα και ως ένας προικισμένος ποιητής. Η συνισταμένη αυτών των ιδιοτήτων υλοποιεί και εκφράζει τη φιλοσοφική σκέψη. Αυτή η ιδιότητά της προσδίδει στη φιλοσοφία το μεγαλείο της, αλλά ταυτόχρονα στοιχειοθετεί και τη δυσκολία της. Εν συντομία, μπορούμε να πούμε, ότι η φιλοσοφία εκφράζει όχι μόνο τη λογική αλλά και την υπερβατική προσέγγιση των πραγμάτων δίνοντας απαντήσεις στα διάφορα θέματα που δεν είναι αντίπαλες, αλλά γεφυρώνουν τις εκ προοιμίου αντίθετες αντιλήψεις και πρακτικές της διάνοιας και του συναισθήματος.

Τη σύνθεση αυτή έχει ανάγκη ο άνθρωπος ώστε να εισπράττει λύσεις, όχι μόνον πρακτικά εφαρμόσιμες και ωφέλιμες αλλά και ψυχικά αποδεκτές. Ο φόβος εκδηλώνεται με διάφορες μορφές, σε διαφορετικές καταστάσεις, χρονικές περιόδους, τον διακρίνουμε δε ως ατομικό φόβο αλλά και ως ομαδικό. Οι μέγιστοι των φιλοσόφων καθώς και οι μεγάλοι σύγχρονοι στοχαστές έχουν μελετήσει την ψυχολογία του ατόμου και ιδίως των μαζών (Φρόϋντ). Όταν δε, γίνει μόνιμη κατάσταση τότε έχουμε τις φοβίες, αλλά ακόμη πιο δύσκολη είναι η κατάσταση εκείνη που πλέον ο φόβος επηρεάζει και τις διανοητικές λειτουργίες και δημιουργούνται οι προκαταλήψεις και τα στερεότυπα. Στην περίπτωση αυτή η λογική σκέψη υπολειτουργεί σε μεγάλο βαθμό και οι αντιδράσεις του ατόμου και της κοινωνίας είναι προϊόντα όχι ορθολογισμού αλλά προ υπάρχουσας επιρροής, που τις περισσότερες φορές  ουδεμία έχει σχέση με τις πραγματικές παραμέτρους τού υπό εξέταση θέματος. Η σημερινή προσέγγιση δεν έχει βέβαια στόχο να εξηγήσει λεπτομερώς τον τρόπο με τον οποίο η λειτουργία του εγκεφάλου μας αντιμετωπίζει τα πράγματα. Αυτό το έχει απαντήσει η επιστήμη επαρκέστατα.

Η επιδίωξη της ομιλίας μου είναι, να  προτείνω μια εξήγηση για το πώς η φιλοσοφία μπορεί να επέμβει στον φόβο και να επηρεάσει το αποτέλεσμα της σκέψης αλλά και τις ενέργειές μας, τόσο σε ατομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο. Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, ο Φόβος εδρεύει στο μεταίχμιο του ενστίκτου και του συναισθήματος, ενώ η Φιλοσοφία είναι μια καθαρή λειτουργία της διάνοιας. Δηλαδή ο φόβος είναι μια σταθερή φυσική λειτουργική εκδήλωση του ανθρώπινου εγκεφάλου, ενώ η Φιλοσοφία είναι μια επίκτητη ιδιότητα σκέψης, συμπεριφοράς και δράσης που λειτουργεί ως εργαλείο και ως εκ τούτου επιδρά σε όλες τις λειτουργίες του εγκεφάλου μας, ανώτερες και κατώτερες και κατά ταύτα και στην λειτουργία εκδήλωσης του φόβου.

Το ερώτημα που αναφύεται είναι, κατά πόσο ένα πνευματικό εργαλείο όπως η φιλοσοφία έχει την ικανότητα αλλά και τη δυνατότητα να παρεμβαίνει σε μια άκρως συναισθηματική, σχεδόν ενστικτώδη λειτουργία και σε ποιο βαθμό μπορεί να γίνει αυτή η παρέμβαση.

Η εκδήλωση του φόβου σε όλες του τις μορφές όπως είναι η ανησυχία, ο φόβος, η μόνιμη κατάσταση φόβου ως φοβία, ο τρόμος σε έντονες καταστάσεις ή ακόμη και οι προκαταλήψεις  και τα στερεότυπα, όταν αυτά εκφράζουν αμυντική στάση του ατόμου, εκδηλώνονται όταν υπάρχουν τα αντίστοιχα ερεθίσματα από το περιβάλλον του ατόμου. Όταν λοιπόν το άτομο προσλάβει ένα μήνυμα που θεωρεί ότι το απειλεί τότε ο φόβος ενεργοποιείται για να σημάνει συναγερμό έναντι μίας πιθανής ή άμεσης απειλής. Δηλαδή ο φόβος λειτουργεί με ανάλογο τρόπο όπως λειτουργεί ο πόνος στο σώμα μας.

Ο φόβος υπάρχει σε όλους τους ανθρώπους και φυσικά είναι χρήσιμος γιατί μας προειδοποιεί ώστε να λάβουμε τα μέτρα μας απέναντι σε πιθανό κίνδυνο. Παρατηρούμε όμως το φαινόμενο, ο φόβος να μην εκδηλώνεται με τον ίδιο τρόπο και στον ίδιο βαθμό σε όλους τους ανθρώπους. Τούτο ασφαλώς οφείλεται στη δομή και τα ιδιαίτερα πνευματικά χαρακτηριστικά ενός εκάστου. Έτσι λέμε ότι κάποιος είναι ψύχραιμος και αντιμετωπίζει τα πράγματα με ηρεμία και κάποιος άλλος δεν διακρίνεται για την ψυχραιμία του και οι αντιδράσεις του είναι περισσότερο έντονες και σπασμωδικές. Ιδανικά θα θέλαμε όλοι να αντιδρούν με ψυχραιμία απέναντι στις απειλές, ώστε να επιλέγουν και την καλύτερη λύση του προβλήματος. Σε αυτό το σημείο έρχεται να γίνει αρωγός και να διαδραματίσει το δικό της καταλυτικό ρόλο η Φιλοσοφία, όπως θα δούμε στη συνέχεια.

Η φιλοσοφία όπως αναπτύχθηκε κυρίως από τη σκέψη της κλασσικής αλλά και νεότερης ελληνικής διανόησης με τους μεγάλους Έλληνες φιλοσόφους, στηρίζεται σε ορισμένες σταθερές, που είναι ταυτόχρονα οι δομικοί λίθοι αλλά και τα εργαλεία λειτουργίας της. Αυτά είναι οι αρχές, οι αξίες, οι διανοητικοί κανόνες, τα θεωρήματα και τα εργαλεία. Ο Σωκράτης πρώτος έθεσε τη βασική αρχή της φιλοσοφίας, το «απορείν», όταν είπε το «Εν οίδα ότι ουδέν οίδα», δίνοντας έτσι την πραγματική υπόσταση της σκέψης στην αέναη, διαχρονική της πορεία. Η εφαρμογή της μαιευτικής μεθόδου στην προσέγγιση των θεμάτων από τον Σωκράτη, έδωσε στη φιλοσοφία τη σταθερή πνευματική λειτουργία ως εργαλείο όχι επιβολής της γνώμης, αλλά ως εργαλείο διερεύνησης της αλήθειας. Ο Πλάτων με το κολοσσιαίο έργο του ανέπτυξε μεθοδικά και εξέλιξε τη σκέψη του δασκάλου του Σωκράτη και έκανε πλέον τη μαιευτική μέθοδο κύριο εργαλείο της φιλοσοφικής σκέψης.

Στη συνέχεια ο Αριστοτέλης με το φιλοσοφικό-επιστημονικό έργο του, συνέζευξε τη θεωρητική, υπερβατική ή ακόμη και ποιητική σκέψη των προγενέστερων με την επιστήμη, ανέπτυξε και συστηματοποίησε τη διαλεκτική μέθοδο ως κύριο εργαλείο της φιλοσοφικής σκέψης και μεταξύ άλλων, στο μέγιστο κατ’ εμέ έργο του, που είναι γνωστό ως «Όργανον»,  χάρισε στην παγκόσμια σκέψη τους νόμους της λογικής.  Η  καταλυτική παρουσία του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη έθεσε τα θεμέλια και όχι μόνο της παγκόσμιας φιλοσοφικής σκέψης που έχει εφαρμογή μέχρι σήμερα και κατά τη γνώμη μου θα εξακολουθήσει να έχει διαχρονικά, ανεξάρτητα αν εκφράζεται ανάλογα με την εποχή και τον φορέα με διαφορετικούς εκφραστικούς τρόπους.

Η φιλοσοφία λοιπόν με τα ανωτέρω λειτουργικά χαρακτηριστικά της ως ανώτερη πνευματική λειτουργία, είναι φυσικό να επιδρά σε όλες τις συναισθηματικές καταστάσεις του ανθρώπου και φυσικά και στον φόβο. Αυτή η παρέμβαση της φιλοσοφίας είναι δυνατόν να γίνει σε τρία επίπεδα. Στο γνωστικό, στο βουλητικό και στο δραστικό. Είναι γνωστό από την επιστήμη αλλά και την εμπειρία ότι το άγνωστο προκαλεί φόβο. Φοβόμαστε στο σκοτάδι γιατί δεν γνωρίζουμε σε ικανή απόσταση τι υπάρχει στον περίγυρό μας. Φοβόμαστε να προσεγγίσουμε έναν άγνωστο γιατί δεν ξέρουμε τι είδους άνθρωπος είναι και αν κινδυνεύουμε από αυτόν. Είμαστε επιφυλακτικοί σε προτάσεις αλλαγής γιατί δεν είμαστε βέβαιοι ότι θα είναι προς όφελός μας και δεν θα θιγεί η δική μας υπόσταση. Παραμένουμε πιστοί σε προκαταλήψεις και στερεότυπα γιατί έχουμε την εντύπωση ότι μας δίνουν απαντήσεις στους φόβους μας. Ο Σωκράτης πρώτος έθεσε το ζήτημα της σχέσης της γνώσης και του φόβου στη γενικότερη μορφή του όταν είπε ότι και μόνον η γνώση είναι Αρετή. Ο Πλάτων ανέπτυξε τον τρόπο σκέψης και πνευματικής ανέλιξης του ανθρώπου στην περίφημη αλληγορία του Σπηλαίου και ο Αριστοτέλης  ήλθε να δώσει την τελική επιστημονική απάντηση στο θέμα με τον ορισμό της Αρετής ως Μεσότητα μεταξύ της τέλειας υπερβολής και της τέλειας έλλειψης.

Ασφαλώς η φιλοσοφία έρχεται να μας καθοδηγήσει σε ορθά μονοπάτια σκέψης, επειδή όταν γνωρίζουμε πώς να μεθοδεύσουμε τη σκέψη μας απέναντι σε κάθε πρόβλημα, θα λάβουμε κατά κανόνα και την ορθή απόφαση.

Φυσικά και στη φάση της δράσης μας, η φιλοσοφία είναι πολύτιμη αρωγός, γιατί μας οδηγεί συστηματικά ώστε να αποφεύγουμε τις σπασμωδικές και ανοργάνωτες ενέργειες.

Η φιλοσοφία όμως και η φιλοσοφική σκέψη είναι χρήσιμη μόνον όταν αυτή λειτουργεί και εφαρμόζεται στην πράξη. Δεν έχει νόημα να γνωρίζει κάποιος όλες τις φιλοσοφικές θεωρίες, αλλά να μην εφαρμόζει στη ζωή του τίποτα απ’ όλ’ αυτά. Η φιλοσοφία δεν έχει αξία όταν αντιμετωπίζεται ως απλή παράθεση γνώσεων από τον πολίτη και όχι ως τρόπος σκέψης και δράσης. Ας προσπαθήσουμε όμως να προσεγγίσουμε αυτό το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό και ας εξετάσουμε γιατί είναι δύσκολο να εφαρμοστεί η φιλοσοφική σκέψη στην καθημερινότητα μας.

Όπως προαναφέρθηκε ο ανθρώπινος εγκέφαλος λειτουργεί σε τρία κύρια επίπεδα όπως αυτά αναπτύχθηκαν στη εξελικτική του πορεία εκείνα του ενστίκτου, του συναισθήματος και της διάνοιας. Το πρόβλημα είναι ότι για να λειτουργήσει ικανοποιητικά η διάνοια, είναι απαραίτητο να το επιτρέψουν τα δύο προγενέστερα τμήματα, γιατί οι πληροφορίες που δια των αισθήσεων προσλαμβάνουμε, δεν διοχετεύονται κατ’ ευθείαν στη διάνοια αλλά διέρχονται πρώτα από το θυμοειδές, δηλαδή το συναίσθημα. Θα πρέπει δηλαδή ο συναισθηματικός μας κόσμος αλλά και τα ένστικτά μας να είναι επαρκώς ικανοποιημένα ώστε να μην αντιδρούν με τρόπο άμεσο χωρίς να επιτρέπουν τη συμμετοχή της διάνοιάς μας. Θα λέγαμε εδώ, ότι δεν αρκεί να είναι ικανός ο Ηνίοχος, για να θυμηθούμε την απεικόνιση της ψυχής κατά τον Πλάτωνα, αλλά θα πρέπει να είναι εκπαιδευμένα και ικανοποιημένα και τα δύο άλογα, προκειμένου να δώσουν τη δυνατότητα στον Ηνίοχο, εν προκειμένω στη διάνοιά μας, να λειτουργήσει ικανοποιητικά και να οδηγήσει το άρμα της σκέψης μας στον ορθό δρόμο. Επί της ουσίας δηλαδή, παρατηρούμε μια συνδυαστική διαδικασία λειτουργίας του εγκεφάλου μας κατά την οποία το νοηματικό αποτέλεσμα είναι συνισταμένη των τριών μερών του εγκεφάλου μας.

Και εδώ αναφύεται το πρόβλημα της ποσόστωσης κατά την οποία θα συμμετέχει και θα διαμορφώνει αυτή τη νοητική συνισταμένη έκαστο των μερών του εγκεφάλου. Παρατηρείται ότι αυτό ποικίλει ανάλογα με τη δομική σύνθεση, τη μόρφωση, την ηλικία και την εμπειρία, που τα  άτομα έχουν.

Έτσι κάποιος που κυριαρχείται από το θυμοειδές, δηλαδή τον συναισθηματικό του κόσμο, έχει άμεσες και έντονες αντιδράσεις στα ερεθίσματα, αντίθετα εκείνος που κυριαρχείται από τη διάνοια έχει πιο ήπιες αντιδράσεις, ενώ οι αποφάσεις και οι ενέργειές του δεν είναι βιαστικές αλλά κατόπιν σκέψεως.

Παρατηρούμε δηλαδή, ότι δεν αρκεί κάποιος να γνωρίζει αρκετά, εν προκειμένω να γνωρίζει τη θεωρία της φιλοσοφίας, αλλά θα πρέπει να έχει εξασκηθεί κατά τέτοιον τρόπο ώστε όλη η διαδικασία της πνευματικής του λειτουργίας να γίνεται με τέτοιο τρόπο ώστε να καθίσταται δυνατή προς χρήση η όποια φιλοσοφική του γνώση. Ο τρόπος για να το επιτύχει κάποιος δεν είναι άλλος από την καθημερινή άσκηση και εφαρμογή των κανόνων της φιλοσοφίας, ειδικά των κανόνων της λογικής και φυσικά τη χρησιμοποίηση του εργαλείου της διαλεκτικής μεθόδου. Όπως και σε άλλες σωματικές ή πνευματικές λειτουργίες έτσι και εδώ η επίτευξη ικανού επιπέδου χρήσης της διάνοιάς μας, στα διάφορα θέματα που αντιμετωπίζουμε, δεν γίνεται δια μιας.

Η καθημερινή εφαρμογή των φιλοσοφικών αρχών στα μικρά θέματα της καθημερινότητας μάς βελτιώνει πνευματικά ώστε βαθμιαία να καταστούμε ικανοί και για πιο δύσκολα θέματα. Ακριβώς όπως ο αθλητής εξασκείται καθημερινά από τα μικρά μέχρι τα πιο δύσκολα στοιχεία του αθλήματός του, ώστε να είναι ικανός να τα εφαρμόσει στον αγώνα, ακριβώς όπως ο μουσικός ξεκινάει την εκμάθηση αρχικά, την εξάσκηση στη συνέχεια των επί μέρους στοιχείων της μουσικής. για να καταστεί ικανός να επιτύχει την αρμονία και ένα πλήθος άλλα παραδείγματα που θα μπορούσαμε να επικαλεστούμε.

Διάφορα φιλοσοφικά ρεύματα αλλά και θρησκείες έχουν εισαγάγει την άσκηση ως κύριο μέσο βελτίωσης του ανθρώπου. Ο Αριστοτέλης επισήμανε τη σημασία της άσκησης και της επανάληψης προκειμένου κάποιος να αποκτήσει μια ικανότητα, μιλώντας για την επανάληψη ως μήτηρ μαθήσεως και φυσικά στον βαθμό που δια της επαναλήψεως και της ασκήσεως αυτή γίνεται έξις. Είναι προφανές λοιπόν ότι εάν ο άνθρωπος είναι ικανός να λειτουργήσει αρμονικά τα τρία επίπεδα λειτουργίας του εγκεφάλου του και, η διάνοια, με αρωγό τη φιλοσοφία επιδράσει καταλυτικά στις αποφάσεις του, θα είναι ικανός να εξορθολογήσει σε ικανό βαθμό τα δεδομένα ενός προβλήματος και να εξισορροπήσει την έμφυτη εκδήλωση του φόβου. Το αποτέλεσμα τότε θα είναι μια ορθολογική απόφαση και ως εκ τούτου και μια συναισθηματική ισορροπία.

Ο σύγχρονος άνθρωπος  με την τρομακτική ποσότητα πληροφοριών που δέχεται ανά πάσα στιγμή, είναι ευάλωτος σε πολλές και διαφορετικής μορφής συναισθηματικές πιέσεις, που τις περισσότερες φορές τις προσλαμβάνει σαν απειλές και ως εκ τούτου κυριαρχείται από τον φόβο. Εδώ ο εκπαιδευμένος που μπορεί να χρησιμοποιήσει τη φιλοσοφία, έχει το τέλειο αντίδοτο στον φόβο.

Συμπερασματικά καταλήγοντας,  μπορούμε να πούμε ότι η φιλοσοφία ως ανώτερη διανοητική λειτουργία, στον βαθμό που μπορεί να βρει πρακτική εφαρμογή στην καθημερινότητα του ανθρώπου, τόσο σε ατομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο είναι το λογικό εκείνο εργαλείο, που του δίνει τη δυνατότητα να αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τους φόβους του.

Ας θυμηθούμε λοιπόν την σημαντικότερη φιλοσοφική ρήση, εκείνη τού ορισμού της Αρετής δια στόματος του μεγάλου Σταγειρίτη φιλοσόφου, του Αριστοτέλη και ας προσπαθούμε διαρκώς να την εφαρμόζουμε στη ζωή μας απέναντι σε κάθε μορφής φόβου. «Ἔστιν ἄρα ἡ ἀρετή ἕξις προαιρετική, ἐν μεσότητι οὖσα τῇ πρός ἡμᾶς, ὡρισμένῃ λόγῳ καί ὧ ἂν ὁ φρόνιμος ὁρίσειεν. Μεσότης δέ  δύο κακιῶν, τῆς μέν καθ’ ὑπερβολήν τῆς δέ κατ’ ἔλλειψιν· καί ἔτι τῷ τάς μεν  ἐλλείπειν τάς δ’ ὑπερβάλλειν τοῦ δέοντος ἔν τε τοῖς πάθεσι καί ἐν ταῖς πράξεσι, τήν δ’ ἀρετήν τό μέσον καί εὑρίσκειν καί αἱρεῖσθαι».

«Είναι λοιπόν η αρετή συνήθεια που επιλέγεται ελεύθερα από το άτομο, η οποία βρίσκεται στη μεσότητα σε σχέση με εμάς, η οποία καθορίζεται από τη λογική και συγκεκριμένα, κατά τη γνώμη μου (με τη λογική), που καθορίζει ο φρόνιμος άνθρωπος. Και (είναι) μεσότητα (που βρίσκεται) ανάμεσα σε δύο κακίες, που η μια βρίσκεται από την πλευρά της υπερβολής, ενώ η άλλη από την πλευρά της έλλειψης· και ακόμα (είναι μεσότητα), επειδή από τη μία άλλες από τις κακίες παρουσιάζονται ελλιπείς και άλλες από την άλλη είναι υπερβολικές, σε σχέση με αυτό που πρέπει και στα συναισθήματα και στις πράξεις, ενώ η αρετή και βρίσκει και επιλέγει το μέσον».

Νίκος Ταβουλάρης

Ποιητής-Πεζογράφος-Δοκιμιογράφος

Αντιπρόεδρος του Συλλόγου Λόγου-Μουσικής-Τέχνης “ΛΙΝΟΣ”

τ. Πρόεδρος της «Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών»

Μέλος του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός»

 

Επί – Λόγου – Φιλοσοφία – Λεύκωμα – Δεκέμβριος 2020

 

 

«ΜΕΤΡΟΝ ΑΡΙΣΤΟΝ» (Κλεόβουλος ο Ρόδιος)

Μια από τις γνωστότερες ρήσεις της αρχαίας ελληνικής σκέψης είναι και εκείνη ενός από τους επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδας, του Κλεόβουλου του Ρόδιου. Στην πολύ γνωστή αυτή αποφθεγματική φράση ο περίφημος σοφός επισημαίνει, ότι σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής μας διανοητικές, ατομικές, κοινωνικές και πάσης άλλης φύσεως, είναι άριστο, τουτέστιν ωφέλιμο και χρήσιμο να υπάρχει Μέτρο. Τι είναι λοιπόν το Μέτρο το οποίο εάν το έχουμε θα πράττουμε άριστα;
Ο ανθρώπινος εγκέφαλος στην μακρόχρονη εξελικτική πορεία του διαμορφώθηκε μέσω της φυσικής επιλογής σε τρία βασικά μέρη. Αυτά είναι του ενστίκτου, του συναισθήματος και της διάνοιας (Ερπετικός, Παλαιοθηλαστικός και Νεοθηλαστικός εγκέφαλος). Έτσι, λοιπόν, οι άνθρωποι σκέφτονται και συμπεριφέρονται ανάλογα με τον βαθμό που ο κάθε ένας επηρεάζεται από το αντίστοιχο μέρος του εγκεφάλου του. Για το λόγο αυτό έχουμε διαφορετικούς χαρακτήρες και ποικίλες αντιδράσεις. Υπάρχει ο ανθρώπινος τύπος του συναισθηματικού ανθρώπου που αντιδρά άμεσα και έντονα στα ερεθίσματα που δέχεται, αλλά συναντάμε και τον τύπο του ανθρώπου που αντιδρά ηπιότερα και με ψυχραιμία. Βέβαια, δεν είναι ο στόχος του σύντομου αυτού σημειώματος να αναλύσει διεξοδικά τις αιτίες και τους μηχανισμούς της ανθρώπινης συμπεριφοράς, εξάλλου είναι αδύνατον σε τόσο σύντομη τοποθέτηση, απλά αναφέρονται ως εργαλείο για την περαιτέρω προσέγγιση του θέματός μας. Φυσικά οι αποφάσεις και οι δράσεις του ανθρώπου είναι συνισταμένη των τριών αυτών τμημάτων του εγκεφάλου και ανάλογα με τον βαθμό που επηρεάζει κάθε ένα από αυτά, διαμορφώνεται και το είδος των αποφάσεων του ατόμου.
Ο σοφός Κλεόβουλος ο Ρόδιος λοιπόν επισήμανε ότι, όταν μπορούμε να έχουμε μια ισορροπημένη συνλειτουργία των τριών μερών του εγκεφάλου μας (της ψυχής κατά τον Πλάτωνα όπως αναφέρει στην παραβολή του άρματος με το μαύρο, το άσπρο άλογο και τον Ηνίοχο), τότε οι αποφάσεις μας και οι πράξεις μας θα είναι άριστες. Εν κατακλείδι, μάς προτρέπει να αποφεύγουμε τις ακραίες αντιδράσεις. Ο Πλάτων θα μας πει, στο μνημειώδες σύγγραμμα του «Περί Δικαίου» γνωστότερο ως «Πολιτεία», ότι Δίκαιο είναι το ωφέλιμο για την Πολιτεία και κατ’ επέκταση για τον πολίτη και εν τέλει ο Αριστοτέλης με βάση το «Μέτρον» θα ορίσει την «Αρετή» ως τη Μεσότητα, δηλαδή τη συμπεριφορά εκείνη η οποία είναι σε ίση περίπου απόσταση από την ακραία υπερβολή και την τέλεια έλλειψη.
Στο σημείο αυτό είμαι υποχρεωμένος να επισημάνω ότι δυστυχώς όπως και πολλές άλλες φράσεις της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, το ρητό αναφέρεται εσφαλμένα και ως «Παν μέτρον άριστον», που φυσικά δεν έχει καμία σχέση με το πραγματικό! Μάλιστα σημαίνει ακριβώς το αντίθετο από αυτό που μας προτρέπει το πραγματικό ρητό και απηχεί σε κάποιο βαθμό τις θέσεις των σοφιστών και όχι των φιλοσόφων!
Κατά καιρούς έχει εκφραστεί η θέση ότι όταν λειτουργεί κάποιος με το δικό του μέτρο, ανάλογα με τις ιδιότητες ή τις ανάγκες του, τότε αυτό το «Μέτρον» είναι δυνατόν να διαφέρει και κατ’ αυτόν τον τρόπο δικαιολογείται η προσθήκη «Παν» στο ρητό. Τούτο ασφαλώς και δεν έχει ισχυρό έρεισμα αποδοχής, επειδή ούτως ή άλλως δεν ειπώθηκε από τον Κλεόβουλο, αλλά και επειδή δεν είναι δυνατόν το «Μέτρον» να προσαρμόζεται κατά το δοκούν, γιατί με αυτόν τον τρόπο, δεν θα είχαμε ποτέ σφάλμα και όλες οι ενέργειες μας θα απόβαιναν σωστές και ωφέλιμες, πράγμα που φυσικά έχει στην πράξη αποδειχτεί ότι δεν ισχύει! Η κλίμακα του φυσικού μεσόκοσμου στον οποίον διαβιούμε μας δίνει για κάθε σκέψη, στάση και ενέργειά μας τον προσδιορισμό των τριών σημείων που είναι απαραίτητα για να οριστεί το «Μέτρον», δηλαδή την ακραία υπερβολή, την τέλεια έλλειψη και εξ αυτών, τον προσδιορισμό κατά προσέγγιση της Μεσότητας, όπως χαρακτηριστικά μάς λέγει ο Αριστοτέλης στον ορισμό της Αρετής «Ωρισμένη λόγῳ καὶ ᾧ ἂν ὁ φρόνιμος ὁρίσειεν».
Η φιλοσοφία έχει αξία όταν μπορεί να γίνει κατανοητή και ωφέλιμη για το ευρύ κοινό, στον σκοπό αυτό έγινε η προσέγγιση σε ένα θεμελιώδες απόφθεγμα της αρχαίας ελληνικής σκέψης. Φυσικά στο σύντομο αυτό σημείωμα ασφαλώς και δεν είναι δυνατόν να αναπτυχθεί λεπτομερώς το θέμα, αλλά θεωρώ ότι είναι χρήσιμο να επισημανθεί η πραγματική έννοια του ρητού, ώστε να μη γίνεται σύγχυση και να χρησιμοποιείται στην καθημερινότητα του πολίτη, ως ίσως το σημαντικότερο διαχρονικά εργαλείο σκέψης και συμπεριφοράς.

 

Νίκος Ταβουλάρης

Ποιητής – Πεζογράφος  – Δοκιμιογράφος

Μέλος του Φιλολογικού Συλλόγου “Παρνασσός”

 

 

Επί – Λόγου – Φιλοσοφία – Λεύκωμα – Μάιος 2020

 

 

Ανέκαθεν οι σοφές κεφαλές, οι συγγραφείς μεγάλου διαμετρήματος δεν καταδέχονται να κατεβούν στα ζητήματα της καθημερινής ζωής, στα «μικροπροβλήματα»  που αντιμετωπίζουν σε κάθε βήμα του οι κοινοί άνθρωποι. Όταν ακούς από παντού ότι υπάρχει μια έρευνα και μια μάθηση που όλα τα θέματα τα εξετάζει σοβαρά και λέγεται «φιλοσοφία», αν τύχει και είσαι αμύητος και τρέξεις να συμβουλευτείς για το δικό σου θέμα τους  λεγόμενους «φιλοσόφους», δοκιμάζεις μια μεγάλη έκπληξη. Βρίσκεις στα έργα τους απαντήσεις (ή προσπάθειες για απάντηση) σε πλήθος αποριών, που άλλες καταλαβαίνεις και άλλες δεν καταλαβαίνεις, αλλά για το συγκεκριμένο ζήτημα, το καυτό, το σοβαρό, το επείγον, που ζητείς βοήθεια, δεν ακούς λέξη. Σα να το θεωρούν περιθωριακό, και ούτε καν το αναφέρουν. Στην αρχή συστέλλεσαι να ρωτήσεις εκείνον που σε συμβουλεύει να απευθυνθείς στους «φιλοσόφους», τους παντογνώστες, και με την ελπίδα ότι οι «μεγάλοι» κάπου, μέσα στα πολυσέλιδα έργα τους, θα ασχοληθούν και με το ζήτημά σου, προχωρείς και ψάχνεις. Γρήγορα όμως απογοητεύεσαι και εγκαταλείπεις κάθε προσδοκία. Αυτοί έχουν να κάνουν με τα πολύ «σοβαρά» και τέτοια δεν θεωρούν το δικό σου που ωστόσο δεν σε αφήνει ήσυχο μέρα και νύχτα και γίνεται εφιάλτης της ζωής σου. Ξαναβάζεις τότε τα έργα τους στο ράφι που τα βρήκες, και όταν στο μέλλον ακούς τη μαγική λέξη «φιλοσοφία», κουνάς με σκεπτικισμό το κεφάλι σου: «Είναι – λες – για τους αργόσχολους αυτή η σπουδή, όχι για όσους η προσωπική ανάγκη απαιτεί άμεση βοήθεια». Μπορεί να προχωρήσεις και περισσότερο·  να πεις ότι η «φιλοσοφία» είναι περιττή, άχρηστη για τη ζωή, και να την κοροϊδέψεις… Ας μείνουμε όμως στην πρώτη θέση, τη συγκαταβατική· αυτή μάς αρκεί.

Όποιος έχει προσέξει τις αντιδράσεις των κοινών ανθρώπων απέναντι στα «φιλοσοφικά» βιβλία που έπεσαν στα χέρια τους, δεν νομίζω ότι θα βρει υπερβολικές τις παραπάνω παρατηρήσεις. Επειδή συμβαίνει να μ’ ενδιαφέρει αυτή η (καλώς ή κακώως λεγόμενη) «επιστήμη των επιστημών», μπορώ να βεβαιώσω ότι δεν απέχουν πολύ από την πραγματικότητα. Όταν έτυχε να συναντήσω έναν απελπισμένο άνθρωπο  που ο αμείλικτος τροχός της καθημερινής βιοπάλης δεν του αφήνει στιγμήν αναψυχής και του δίνω τη συμβουλή, αντί να ζητεί μάταιη παρηγοριά στο ποτό που τον αποκτηνώνει, να διαβάσει «φιλοσοφία», και συγκεκριμένα τα έργα ξακουστών σοφών της αρχαιότητας ή των νέων χρόνων που ασχολούνται με γνωσιολογικά και, κυρίως με  ηθικά προβλήματα, τον ακούω σε λίγες μέρες να ομολογεί με δυσφορία:

-Έσκυψα με συγκίνηση και ταραχή στα βιβλία που μου δάνεισες, στη γνωσιολογία και στην ηθική, γρήγορα όμως τα παράτησα αποκαμωμένος και αδειανός, όπως πριν. Στη γνωσιολογία διάβασα, στην αρχή, πολλές σελίδες για την αντινομική μορφή της οντολογικής απορίας, αν πρέπει τελικά να προτιμήσουμε τη ρεαλιστική ή την ιδεαλιστική λύση της. Ύστερα ζαλίστηκα διαβάζοντας τις απόπειρες που γίνονται ανέκαθεν για τη φαινομενολογική ανάλυση του αντικειμένου και τη διατομή της έννοιας του υποκειμένου της γνώσης. Και στο τέλος έπεσα στο θ έμα των κατηγοριών, στον ορισμό και την παραγωγή τους, στον πίνακα και την αλληλουχία τους… Σε τι με βοηθούν όλα αυτά, είπα, και πέρασα στα άλλα βιβλία, στους τόμους της Ηθικής. Το πρόβλημά μου, σκέφτηκα, είναι κατά κύριο λόγο ηθικό· πρέπει λοιπόν να το έχουν μελετήσει και λύσει οι «ηθικοί» φιλόσοφοι. Αλλά και αυτοί με απογοήτεψαν. Εκατοντάδες σελίδες αφιερώνουν στη σωκρατική ηθική, στην καντιανή ηθική, στη βιολογική ηθική, στο πολύκροτο ζήτημα των ηθικών αξιών, στην αυθυπαρξία και στην ιεραρχία τους. Πουθενά όμως δεν εξηγούν τη συμφορά του δύστυχου ανθρώπου που οι συνθήκες της ζωής τον αναγκάζουν να «φεύγει» από τον εαυτό του με τον ένα τρόπο ή τον άλλο· τι μπορούν λοιπόν να μου πουν; Αυτοί δεν μπορούν· δεν θέλουν ή δεν καταδέχονται. Και στις δύο περιπτώσεις μού είναι άχρηστοι…

Τι να αποκριθείς σ’ αυτή τη δεινή αντίρρηση, την τόσο βεβαιωμένη από τα πράγματα; Ό,τι η φιλοσοφία σαν έργο του νου θεωρητικό, που έχει ανέκαθεν στενή σχέση με τη ζήτηση της αλήθειας και πολύ χαλαρότερη με την εμπνοή της φαντασίας, με την ποίηση (νόμιμη κι αυτή ενασχόληση του πνεύματος), οφείλει να αρχίζει από τα γενικά ζητήματα και να αφήνει στον στοχαστικό άνθρωπο την πρωτοβουλία και την ευθύνη να λύνει τα προβλήματά του; Όταν πιέζεσαι από την ανάγκη, δεν περιμένεις· επείγεσαι, και τη σιωπή του άλλου τη θεωρείς (δικαίως) αποφυγή ή ολιγωρία. Ο άνθρωπος γεννιέται σ’ ένα κόσμο που προϋπάρχει, και είναι εξοπλισμένος (από τη φύση και την οικογένεια) για να ζήσει σ’ ένα «περιβάλλον» βιολογικό, ψυχολογικό, κοινωνικό προσχηματισμένο από πρόσωπα και γεγονότα που ούτε τις δυνατότητες έχει ούτε τα μέσα να το ελέγξει. Έρχεται στη ζωή ντυμένος ένα σώμα που υδεν το έχει ζητήσει – γερό ή αδύνατο, άρτιο ή ανάπηρο, όμορφο ή δύσμορφο – και μ’ αυτό πρέπει να τα βγάλει πέρα, με τους άλλους ανθρώπους και με τον εαυτό του. Απροσδιόριστη εξ’ αρχής είναι και η διανοητική του κατάσταση· μπορεί άλλωστε και να μη μείνει η ίδια, να βελτιωθεί ή να χειροτερέψει. Με αυτά τα προσόντα και τα μειονεκτήματα καλείται να ζήσει. Οι περιστάσεις θα τον οδηγήσουν· την ίδια ή και μεγαλύτερη επίδραση θα έχουν και οι συμπτώσεις.  Αν χρειαστεί όμως βοήθεια, πού θα καταφύγει; Η βιοπάλη, το άλλο φύλο, οι Αρχές και οι νόμοι τους, οι περιπλοκές της υγείας, τα ανεβοκατεβάσματα της μοίρας τον φέρνουν διαρκώς σε δύσκολη θέση,  και του αναθέτουν να πάρει αποφάσεις που θα σφραγίσουν με ανεξίτηλα χρώματα την ύπαρξή του: επάγγελμα, γάμος, παιδιά, δικαστήρια, στρατός κτλ. Κτλ. Είναι λ.χ. αδέξιος και φυτοζωεί στη δουλειά του· δεν είναι εντυπωσιακός, και η γυναίκα που αγαπάει, τον αποστρέφεται· ο γιος ή η κόρη του πήραν λοξό δρόμο και δεν μπορεί να τους ξαναφέρει κοντά του· και ούτε ανώδυνα ούτε ανεπαίσχυντα έρχονται τα  γεράματα που δεν αργούν. Δεξιά και αριστερά τον παραφυλάει η εκτροπή, η αυτοκτονία, το έγκλημα. Την ώρα της μεγάλης δυστυχίας από ποιον θα ζητήσει συμβουλή; Είναι όλοι σε θέση να τον καταλάβουν; Θα προσπαθήσουν να αντιληφθούν τη δεινή θέση του και να του δείξουν τον δρόμο της σωτηρίας ή δεν θα του δώσουν σημασία: θα περιορισθούν σε τυπικές, εξωτερικές και άχρηστες συστάσεις, και θα κοιτάξουν πρώτα το δικό τους συμφέρον;

Μην πείτε τα «προβλήματα» αυτά μικρά και ασήμαντα. Έτσι μπορεί να τα χαρακτηρίσει όποιος δεν μπερδεύτηκε στους τροχούς των ή κατόρθωσε (πράγμα ακόμη σπανιότερο) να διαφύγει την πίεσή τους με μικρές απώλειες. Οι πολλοί, οι περισσότεροι τα έχουν δοκιμάσει και ξέρουν τι στοιχίζουν. Ας μη το λένε· οι άνθρωποι δεν αγαπούν να ομολογούν τις σκέψεις που περνούν από το κεφάλι τους τις ώρες της μεγάλης δοκιμασίας. Φορούν κάθε μέρα τη στολή της υποκρισίας που τους ταιριάζει και ή κρύβουν τις θύελλες που έχουν ξεσπάσει μέσα τους, ή (εάν τους συμφέρει και περιμένουν ωφελήματα) υπερβάλλουν στην εκδήλωσή τους. Πώς θα τους φερθείτε τις ώρες της δυστυχίας; Εδώ είναι η «φιλοσοφία», θα τους πείτε,  η πείρα των αιώνων, οι υψηλές «επιστήμες»; ανάγνωση και γραφή γνωρίζεις· άνοιξε τα χοντρά βιβλία και θα βρεις την απάντηση που γυρεύεις. Αυτή θα είναι η συμβουλή σου;

Μην παραξενευτείς τότε εάν έπειτα από λίγο, ακούσεις τον μαθητευόμενο σοφό, γεμάτον απόγνωση και θυμηδία-, να σου απαντά με τα περίφημα λόγια μιας πασίγνωστης τραγωδίας: «Αχ! έχω φιλοσοφία, νομική και ιατρική, αλλοίμονο και θεολογία συστηματικά σπουδάσει με θερμή προσπάθεια. Να! όμως που στέκομαι εδώ, εγώ ο φτωχός τρελός, «και είμαι τόσο ξυπνός όσο και πρώτα!». («Φάουστ» του Goethe, μέρος α΄, νύχτα).

Η λύση στο θέμα που εξετάζουμε θα είναι (ας με συγχωρέσει ο αναγνώστης) πολύ απλή. Την ώρα της δοκιμασίας τον άνθρωπο που χειμάζεται θα τον στείλουμε όχι στη «φιλοσοφία», αλλά στους «φιλοσόφους». Εκείνη με τα υψηλά νοήματα και τις αφαιρέσεις της πολύ λίγα θα του πει, για να τον στηρίξει και να τον παρηγορήσει, αυτοί εδώ έχουν να του πουν πολλά, πιο πολύ από την προσωπική τους εμπειρία παρά από τις μελέτες τους. Κατά βάθος μόνο ο «άνθρωπος» μπορεί να σώσει τον άνθρωπο, όχι το βιβλίο. Και ο «άνθρωπος» αυτός, της επικουρίας, δεν είναι ανάγκη να έχει πάντοτε εγκύψει στα χοντρά βιβλία· αρκεί να τον έχει διδάξει η ζωή με τον πόνο της. Για τούτο «φιλόσοφοι» , με το νόημα που έχουν στο άρθρο μας, δεν είναι οι «ειδικοί». (Αν τύχει να είναι και το ένα και το άλλο, ακόμη καλύτερα). Αλλά όσοι δοκιμάστηκαν, βασανίστηκαν, ταλαιπωρήθηκαν στις σκληρές βιωτικές μέριμνες και με τη σκέψη – την ήττα ή υποχώρηση, τον συμβιβασμό ή τη μεταμέλεια – έζησαν τις δυσκολίες και σήμερα τις βλέπουν με άλλο μάτι, όχι με την ορμή του πάθους που χτυπάει εδώ κι εκεί τυφλά, για να βρει διέξοδο στο απροχώρητο. Πώς θα τους ονομάσουμε αυτούς τους συμβούλους της έσχατης ανάγκης; Ας μη πολυπραγμονήσουμε με το όνομά τους. Μπορεί να είναι σύντροφοι της βιοπάλης, γνώριμοι της τελευταίας ώρας, ηλικιωμένοι συγγενείς – ή δάσκαλοι, λησμονημένοι φίλοι, εξομολόγοι…

Πρακτικούς φιλοσόφους, θα τους πούμε· όχι θεωρητικούς. Την πρακτική φιλοσοφία, τη φιλοσοφία της ζωής σπούδασαν και ασκούν, όχι τη θεωρητική, την «από καθέδρας». Έναν καιρό, στα χρόνια τα παλιά, και οι δύο φιλοσοφίες (η πρώτη δεν ήταν πολύ αναπτυγμένη) αποτελούσαν έναν κορμό γνώσεων. Εκείνο που κυρίως μάθαιναν τον άνθρωπο, ήταν πώς να ζει, αλλά και πώς να πεθαίνει ευπρεπώς, αφού και ο θάνατος είναι μέρος του προγράμματος της ζωής. Σήμερα δεν είναι πια ενωμένες. Η δεύτερη μάλιστα, επειδή την αποτελούν περιστασιακές και υποκειμενικές, όχι αιώνιες και αντικειμενικές αλήθειες, δεν έχει την ίδια εκτίμηση από τους ειδικούς. Κάνουν όμως λάθος οι μύστες αυτοί του «απόλυτου». Οι ποιητές (και μάλιστα οι μυθιστοριογράφοι) τη γνωρίζουν καλά και δικαίως προσφέρουν κάποτε στον άνθρωπο μεγαλύτερες υπηρεσίες.

Τι έχει να πει ο πρακτικός «φιλόσοφος» στον άνθρωπο που χειμάζεται;

Πολλά. Τα περισσότερα βέβαια εντελώς προσωπικά, ανάλογα με το είδος της περιπέτειας και το μέτρο ειλικρίνειας τού εξομολογούμενου. Αντλημένα από τη δική του εμπειρία. Έχει όμως κι αυτός τις δικές του γενικές αρχές, τις αλήθειες που ταιριάζουν σε  κάθε περίπτωση και πρέπει να επαναλαμβάνονται. Θα του πει λ.χ. δύο αδαμάντινους κανόνες που τους ξεχνούμε στη δυστυχία μας. Πρώτα ότι δε λύνονται όλα τα προβλήματα σ’ αυτή τη ζωή, τα περισσότερα παραμένουν άλυτα και μας πληγώνουν, έως ότου με τον  καιρό περάσουν στο δεύτερο επίπεδο και χάσουν την οξύτητά τους. Και έπειτα ότι αυτά που συμβαίνουν στον βασανισμένο άνθρωπο (η προσβολή και η κακεντρέχεια των άλλων, ή η «κακιά ώρα», το μοιραίο και ανεπανόρθωτο) δεν είναι  μοναδικά, συμβαίνουν σε πολλούς σ’ αυτόν τον άθλιο πλανήτη, αλλά οι μυαλωμένοι άνθρωποι δεν παρασύρονται στο χαμό· την τελευταία στιγμή κρατιούνται και σώζονται. Αυτά φυσικά δεν αρκούν· οι προσωπικές περιπτώσεις είναι άπειρες. Στις περισσότερες όμως, θα παρατηρήσει ο πρακτικός φιλόσοφος, η συμφορά έρχεται από μιαν αξιοθρήνητη παρεξήγηση: Ο άνθρωπος λησμονεί ότι ο πρωτογονισμός είναι μια πολύ παλαιά φάση της ανθρωπότητος, και σήμερα είναι αναχρονικός εκείνος που εξακολουθεί να δανείζεται απ’ αυτόν τα όπλα του. Δεν χειροδικεί πια ο πολιστιμένος άνθρωπος, ούτο το ρίχνει στο πιοτό ή στην ερημιά για να «ξεχάσει». Έχουμε πια «νόμους» που προβλέπουν και «πολιτείες» που διαθέτουν τα μέσα τού σωφρονισμού. Ηττημένος δεν είναι πιο ο «παθός», αλλά όποιος καταδικάζεται για τη μωρία του.

Ζητώ την άδεια να επαναλάβω εδώ μια μικρή περικοπή από ένα βιβλίο μου που δεν είδε ακόμα το φως: «Όσο και αν τρέχει σήμερα με μεγάλο διασκελισμό και με γοργό ρυθμό ο χρόνος και μαζί του μεταβάλλονται οι διαθέσεις, οι αντιλήψεις, οι συνήθειές μας, το ανθρώπινο τοπίο δεν έχει, ή δεν έχει ακόμη αλλάξει ριζικά. Και ένας καλός λόγος, αν είναι τίμιος και θαρραλέος, πάντα μπορεί να ωφελήσει εκείνους που αισθάνονται την ανάγκη βοήθειας από κάποιον που τον δίδαξε πολλά η ζωή με τις εμπειρίες και τις δοκιμασίες της». Πριν απ’ όλα, εκείνα που χρειάζονται στον άνθρωπο για να μη ναυαγήσει στη ζωή είναι (κατά τον σοφό Κινέζο Κομφούκιο) η βούληση, η αγάπη και η σκέψη· κοντά σ’ αυτά όμως να μην παραγνωρίζουμε τον «καλό λόγο». Την αξία του την καταλαβαίνουμε, άμα μας λείψει.

 

Ευάγγελος Π.Παπανούτσος  (1900-1982)             

Παιδαγωγός,φιλόσοφος.δοκιμιογράφος,θεολόγος, 

Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών, Βερολίνου, Παρισιού – Διδάκτωρ της Φιλοσοφίας του

Πανεπιστημίου της Τιβίγγης, Μέλος  της Ακαδημίας Αθηνών

Απόσπασμα από το βιβλίο «Τα μέτρα της εποχής μας»

Η κρίση-Η φιλοσοφία-Η τέχνη-Η παιδεία-Τα πρόσωπα-Ο άνθρωπος

Εκδόσεις Φιλιππότη (Σύγχρονος Προβληματισμός 6)

Αθήνα 1981

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ:

Ο Ευάγγελος Παπανούτσος γεννήθηκε το 1900 στον Πειραιά. Σπούδασε στα πανεπιστήμια Αθηνών, Βερολίνου, Τυβίγγης και Παρισίων. Διετέλεσε διδάκτωρ της Φιλοσοφίας, του γερμανικού Πανεπιστημίου της Τυβίγγης. Και “τιμής ένεκεν” διδάκτωρ του Δικαίου, του σκωτικού Πανεπιστημίου του Αγίου Ανδρέου. Η συμβολή του στη λειτουργία και στην ανακαίνιση της Ελληνικής Παιδείας είναι πασίγνωστη. Υπηρέτησε την εκπαίδευση από το 1920, και ως εκπαιδευτικός πέρασε όλες τις βαθμίδες της ιεραρχίας, έως ότου (μετά την απελευθέρωση της χώρας) διορίστηκε γενικός διευθυντής και αργότερα (1950 και 1963) γενικός γραμματέας στο Υπουργείο Παιδείας. Δίδαξε επί 20 χρόνια φιλοσοφία, ψυχολογία και παιδαγωγικά στον μορφωτικό σύλλογο “Αθήναιον”. Διετέλεσε αντιπρόεδρος του “Αθηναϊκού Τεχνολογικού Ομίλου” και βουλευτής επικρατείας στην πρώτη Δημοκρατική Βουλή. Με τη διεύθυνσή του δημοσιεύτηκαν 15 τόμοι του Περιοδικού “Παιδεία” (1946-1961) και 100 τόμοι Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων, έκδοση Ι. Ζαχαρόπουλου (1954-1958). Το συγγραφικό του έργο περιλαμβάνει δεκάδες βιβλία, όχι μόνο στην ελληνική, αλλά και στη γερμανική, την αγγλική και τη γαλλική. Πέθανε το 1982.

 

Πηγή φωτογραφίας & Βιογραφικό: ianos.gr

 

Επιλογή κειμένου και μεταφορά στο διαδίκτυο: Τζούλια Δ. Πουλημενάκου (Ιδιωτικό Αρχείο Βιβλιοθήκης)

Φιλοσοφικό Δοκίμιο

Αγωνιώδες αίτημά του η ενότητα των Ελλήνων και όραμά του η παγκοσμιότητα του Ελληνισμού

      Ο Ισοκράτης ήταν ένας από τους πιο ονομαστούς ρήτορες της αρχαίας Αθήνας.

    Υπήρξε χρηστός το ήθος, οξύς την διάνοια, ισχυρή δύναμη στην ιστορία των γραμμάτων και μέγιστος δάσκαλος μεταξύ των μέγιστων που ανέδειξε η ιστορία.

     Ο πατέρας του Θεόδωρος ήταν πλούσιος κι έτσι μπόρεσε να δώσει στον γιο του επιμελημένη μόρφωση και αγωγή, με φιλοσόφους όπως ο Πρόδικος και με ρήτορες όπως ο Θηραμένης και ο Γοργίας. Τόσο ο Πλάτων όσο και ο Σωκράτης απέτυχαν να φέρουν στην πλευρά των φιλοσόφων τον εφυέστατο νέο Ισοκράτη, γιατί αυτός αισθανόταν, είτε σαν συνήγορος, είτε σαν ρήτορας, ότι η προσφορά του στην κοινωνία ήταν εμφανής στην πράξη και κατά κάποιο τρόπο ήταν ενάντιος τόσο στους Σοφιστές όσο και στους Φιλοσόφους. Επί πλέον θεωρούσε ότι η ρητορική ήταν ένα μέσο αγωγής.

     Κήρυττε ότι, μορφωμένος άνθρωπος δεν είναι αυτός που υπερέχει σε κάποια τέχνη ή επιστήμη, αλλά αυτός που έχει ορθή και βαθειά κρίση, δίκαιη και σταθερή ψυχή και έχει αυτοκυριαρχία τόσο στην ευτυχία όσο και στη δυστυχία. Μορφωμένος άνθρωπος είναι ο χρηστός άνθρωπος, με την ευρύτατη σημασία της λέξης και ότι σκοπός της αγωγής οφείλει να είναι η μόρφωση χρηστών ανθρώπων.

     Στους λόγους   του Ισοκράτη η ηθική έχει περίοπτη θέση. Συνιστά τη δικαιοσύνη, τη σοφρωσύνη και την ευσέβεια. Ως προς την λατρεία των Θεών συνιστά ο καθένας να ακολουθεί το  παράδειγμα των προγόνων. Για τους πολιτικούς και τους φιλοσόφους έλεγε ότι είναι ανισομερείς. Οι πρώτοι χρειάζονται παιδεία και ανάπτυξη φαντασίας και οι δεύτεροι αντίληψη της πραγματικής ζωής.

     Η πολιτική (εσωτερική και εξωτερική), η διαφορά πολιτευμάτων, και οι σχέσεις των πόλεων μεταξύ των είναι θέματα που έθιξε, όχι σαν φιλόσοφος αλλά σαν άνθρωπος που υποστηρίζει μια ιδέα, που επιθυμεί να τη δει να θριαμβεύει στο πνεύμα των συμπολιτών του. Και η ιδέα αυτή που περικλείει όλες τις ηθικές αξίες, μπορεί να συνοψιστεί στην πρόταση «΄Ενωση Ελλήνων κατά βαρβάρων». Αυτή διαπότιζε τη ζωή, την ψυχή και τους λόγους του. Αίτημα ευγενές, μακρόπνοο, πανελλήνιο και απλό, που υποστηρίζει με πεποίθηση και πάθος, γιατί πίστευε στη δυνατότητα πραγμάτωσής του.

     Μέσα στο νου και την ψυχή του έχει διαμορφώσει μια εικόνα για την Ελλάδα, που τη θεωρεί σαν πατρίδα κάθε πνευματικής καλλιέργειας και κάθε πολιτισμού. Ο Ισοκράτης είναι ΄Ελληνας μέχρι το τελευταίο του κύτταρο και είναι συγχρονισμένος. Κατανοεί καλύτερα από κάθε άλλον τη σημασία αυτής της ιδέας του. Η πανελλήνια αυτή ιδέα προβάλλει σε όλους τους επιδεικτικούς λόγους του. Το 380 π.Χ., για την πανελλήνια γιορτή της 100ής Ολυμπιάδας έγραψε τον «Πανηγυρικό», το αριστούργημα των λόγων του. Εκεί αναφέρει  ότι το όνομα ΄Ελληνας επικράτησε πλέον να δηλώνει όχι μόνο το γένος των Ελλήνων, αλλά και να αποτελεί χαρακτηριστικό υπέρτατου πολιτισμού.

      Ο «Πανηγυρικός» αποτελεί ακόμη ένα θαυμάσιο έπαινο των Αθηνών και μια επίκληση από τα βάθη της ψυχής του προς τους Πανέλληνες για την ανανέωση της Συμμαχίας. Και πράγματι είχε μεγάλη απήχηση, γιατί έπειτα από δύο χρόνια προστέθηκαν στην Αθηναϊκή Συμμαχία 70 πόλεις.

     Αυτήν την περίοδο λέγεται ότι φιλοξενήθηκε από τον Ευαγόρα, βασιλιά της Σαλαμίνας της Κύπρου, που επί οχτώ χρόνια μάχονταν σχεδόν μόνος εναντίον των Περσών, για την ανεξαρτησία της Πατρίδας του (σ.σ. όπως και σήμερα θα λέγαμε). Η Κύπρος τότε αποτελούσε τη μεθόριο μεταξύ της Ελλάδας και των βαρβάρων,  μεταξύ του πολιτισμού και της βαρβαρότητας και κάθε βήμα προς τα εμπρός του Ευαγόρα ήταν και ένα βήμα προς την πρόοδο, τον πολιτισμό, την ελευθερία και τη δημοκρατία. Το 374 π.Χ. ο Ευαγόρας έπεσε μαχόμενος και τον διαδέχτηκε ο γιος του Νικοκλής, τον οποίο ο Ισοκράτης παρότρυνε με ενθουσιασμό να φανεί αντάξιος ΄Ελληνας και αντάξιος διάδοχος του πατέρα του. Στη συνέχεια ο ρήτορας, αφού αποκρυστάλλωσε το όραμά του για τον Ελληνισμό, τη μεγάλη του αγάπη και το ασίγαστο πάθος της ψυχής του, το διατύπωσε ως εξής:

«Ειρήνη μεταξύ των Ελλήνων, απελευθέρωση των εν Ασία Ελληνίδων πόλεων, ακώλυτος προς τα εκεί επικοισμός και παγκόσμιος του Ελληνισμού διάδοσις.»

     Το 367 π.Χ. δημοσίευσε επιστολή προς τον Διόνυσο των Συρακουσών, που τότε είχε σώσει τους Έλληνες της Δύσης από τους Τυρρηνούς και τους Καρχηδονίους να έλθει στην Ανατολή για την απελευθέρωση των Ελληνίδων πόλεων από τους Πέρσες,  όμως ο Διόνυσος πέθανε το επόμενο έτος και πλέον οι ελπίδες του Ισοκράτη εναποτέθηκαν στην Αθηναϊκή Συμμαχία, που αργότερα διαλύθηκε και αυτή και τελικά στο Φίλιππο της Μακεδονίας, τον οποίο ο ασθενής πλέον γέρων Ισοκράτης προσκαλεί να συνδιαλλάξει της Ελληνικές πόλεις και να αναλάβει την αρχιστρατηγία, τού κατά των Περσών πολέμου. Και όλα αυτά ενώ μαίνονταν η εμφύλια διαμάχη, η κατάρα της Ελληνικής φυλής  που το τέλος της, το 404 π.Χ. σήμανε το τέλος της Αθηναϊκής Πολιτείας αλλά και κάτι περισσότερο, το τέλος του Ελληνικού πολιτισμού.

     Το 338 π.Χ. ακολούθησε η μάχη της Χαιρώνειας, που έπληξε βαρύτατα το ηθικό του γηραιού Ισοκράτη. Η πατρίδα του, που σε άλλους καιρούς την είχε φανταστεί μεγαλοπρεπή και την είχε τόσο αγαπήσει, ταπεινώθηκε. Όμως και σ’ αυτές τις δύσκολες στιγμές τίποτα δεν τον εμπόδισε να προσφέρει στην αγαπημένη Πατρίδα τις τελευταίες υπηρεσίες του. ΄Εγραψε νέα υπερήφανη επιστολή προς τον Φίλιππο χωρίς να τον συγχαίρει για τη νίκη του και γνωρίζοντας τις προς τους Έλληνες διαθέσεις  του, τον προέτρεπε και πάλι να συνενώσει τους ΄Ελληνες κατά των βαρβάρων. Δεν πρόφτασε όμως να δει την εκπλήρωση του οράματός του γιατί εννιά μέρες, μετά την αποστολή της δεύτερης αυτής επιστολής του προς τον Φίλιππο, παρέδωσε το πνεύμα στον Δημιουργό του.

     ΄Ενας μεγάλος ΄Ελληνας, υπόδειγμα φιλοπατρίας, ηθικής και δικαιοσύνης, που ανάλωσε τη ζωή του στην προσπάθεια να ομονοήσει τους ΄Ελληνες και να κατασιγάσει τα πολιτικά πάθη για τη σωτηρία της αγαπημένης Πατρίδας,  δεν τα κατάφερε και η καταστροφή δεν αποφεύχθηκε.

     Και σήμερα, αγαπητοί φίλοι, λες και ζούμε τη συνέχεια εκείνης της τραγωδίας, δυόμιση σχεδόν χιλιάδες χρόνια μετά. Και οι αφορμές οι ίδιες, εγωισμοί, αδιαλλαξία, πολιτικά πάθη και ηθική κατάπτωση. Κι έπειτα κάποιοι ανιστόρητοι μισέλληνες, σύγχρονοι Μετερνίχοι, σου λένε, ότι δεν είμαστε γνήσιοι απόγονοι εκείνων.

 

Αντώνιος Μοιρισκλάβος

Ταξίαρχος ΔΒ ε.α.

 

Από τα θέματα της μηνιαίας εφημερίδας της Ε.Α.Α.Σ. «Εθνική Ηχώ» (Σεπτέμβριος 2014)

 

Βοηθήματα

Μεγ.Ελλην.Εγκυκλοπαίδεια

Λεξικό Ελευθερουδάκη

 

 

 

 

 

ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΟ ΔΟΚΙΜΙΟ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Ένα από τα φιλοσοφικά έργα της αρχαιότητας που προκάλεσε διαχρονικά πληθώρα συζητήσεων και επίδραση στη μετέπειτα φιλοσοφική σκέψη, υπήρξε η «Πολιτεία του Πλάτωνα». Στο εν λόγω έργο ο φιλόσοφος επιχειρεί να προσεγγίσει το ιδεώδες πολίτευμα, εκείνο στο οποίο -έχοντας προσδιορίσει τη φύση της δικαιοσύνης και της αδικίας– ο άνθρωπος θα μπορεί να ζει ευτυχισμένος στα πλαίσια της πόλης. Έχοντας ο ίδιος βιώσει αρκετές απογοητεύσεις από το πολιτικό σκηνικό της εποχής [1], ο Πλάτωνας αναζητά την ανώτερη μορφή πολιτεύματος, εκείνη που θα μπορεί να εξασφαλίζει στους πολίτες το ύψιστο αγαθό, την ευδαιμονία, μακριά από τις ανεπάρκειες και τη διαφθορά των υπαρχόντων πολιτευμάτων –ιδίως δε της δημοκρατίας. Σε αυτά τα πλαίσια οδηγείται στη θεωρητική κατασκευή ενός ιδανικού πολιτεύματος, το οποίο θα ικανοποιεί εκείνες τις προϋποθέσεις που εξασφαλίζουν στον άνθρωπο και στο σύνολο αυτό το ύψιστο αγαθό.

Παρακάτω θα παρουσιάσουμε τον τρόπο με τον οποίο ο Πλάτωνας συγκροτεί την πολιτειακή δομή αυτής της ιδεώδους πολιτείας και εν συνεχεία, θα εξετάσουμε και θα αποτιμήσουμε κριτικά τα επιχειρήματα που εκθέτει ο Έλληνας Φιλόσοφος εναντίον του δημοκρατικού πολιτεύματος, λαμβάνοντας υπόψη και τη θεώρησή του περί τριμερούς διάκρισης της ανθρώπινης ψυχής.

 

 Η ΔΟΜΗ ΤΗΣ ΙΔΕΩΔΟΥΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΠΛΑΤΩΝΑ

Στην Πολιτεία ο Πλάτωνας μελετά ουσιαστικά το ζήτημα της δικαιοσύνης και ειδικότερα τον τρόπο με τον οποίο μπορεί ο άνθρωπος να ευδαιμονήσει στα πλαίσια της πόλης-κράτους. Καθώς, όμως, η δικαιοσύνη εξαρτάται κυρίως από το εκάστοτε πολίτευμα, γίνεται κατανοητό ότι και η ευδαιμονία του ανθρώπου είναι άμεσα συνυφασμένη με τον τρόπο διακυβέρνησης που ασκείται κατά περίπτωση. Ο Πλάτωνας ασκεί οξεία κριτική στα πολιτεύματα της εποχής, θεωρώντας τα ανεπαρκή για να εξασφαλίσουν στον άνθρωπο αυτό το ύψιστο αγαθό. Έτσι, καταλήγει στη συγκρότηση μιας ιδεώδους πολιτείας. Η πολιτεία αυτή θα παρουσιάζει τέτοια δομή και χαρακτηριστικά, ώστε να διασφαλίζεται η δικαιοσύνη ως βασική προϋπόθεση της ευδαιμονίας.

Η Πολιτεία του Πλάτωνα απαρτίζεται από τρεις κοινωνικές τάξεις. Η κατώτερη είναι οι παραγωγοί, η αμέσως επόμενη απαρτίζεται από τους φύλακες, ενώ στην ανώτερη βρίσκονται οι κυβερνήτες[2]. Αν και σαφώς διακριτές μεταξύ τους, εντούτοις δεν υπάρχουν ανάμεσά τους μεγάλες ανισότητες, καθώς καθεμία θεωρείται αναγκαία διότι είναι προορισμένη να επιτελέσει μια συγκεκριμένη λειτουργία μέσα στην πόλη. Έτσι, η τάξη των παραγωγών είναι επιφορτισμένη με «την παραγωγή των υλικών αγαθών που είναι αναγκαία, όχι μόνο για τη δική τους υλική συντήρηση αλλά και γι’ αυτήν ολόκληρου του κράτους[3]». Πρόκειται για την τάξη που διαθέτει το μεγαλύτερο πληθυσμό. Προστατεύεται από τις ανώτερες, ενώ ταυτόχρονα τις υπηρετεί. Η πρόσβαση στην εξουσία είναι εξαιρετικά περιορισμένη. Αντίθετα, οι φύλακες έχουν μεγαλύτερη πρόσβαση, καθώς αποτελούν βοηθούς των κυβερνητών και συνιστούν την άμυνα της πόλης και προστατευτικό σώμα για τις άλλες δύο τάξεις[4]. Τέλος, οι κυβερνήτες είναι εκείνοι που έχουν «την απόλυτη ευθύνη για τη διακυβέρνηση του κράτους, […] τη δικαιοσύνη, τη νομοθεσία και […] την προστασία του κράτους από εσωτερικούς και εξωτερικούς κινδύνους[5]». Ποιο είναι όμως το κριτήριο που καθορίζει σε ποια τάξη ανήκει ο κάθε πολίτης;

Κυρίαρχο ρόλο σε αυτή την ταξινόμηση διαδραματίζει η παιδεία από μικρή κιόλας ηλικία («Πρέπει να τους δοκιμάζουμε από την παιδική τους κιόλας ηλικία…»[6]). Βασικό αντικείμενο σπουδής είναι τα μαθηματικά. Η απόδοση των ατόμων σε αυτά καθορίζει τη μετέπειτα πορεία τους. Αυτοί που πρώτοι συναντούν προβλήματα κατατάσσονται στην τάξη των παραγωγών[7]. Όσοι καταφέρνουν να συνεχίσουν την εκπαίδευση συνιστούν τους φύλακες. Όμως, στην πορεία οι φύλακες διαιρούνται σε δύο κατηγορίες. Όσοι δεν ανταπεξήλθαν στην ανώτερη εκπαίδευση των μαθηματικών αποχωρούν και λειτουργούν ως πολεμιστές και βοηθοί των κυβερνητών (φύλακες-επίκουροι). Αντιθέτως, όσοι ολοκληρώσουν με επιτυχία αυτό το στάδιο της εκπαίδευσης συνεχίζουν με τη μελέτη της φιλοσοφίας: «…να ασχοληθούν με τη φιλοσοφία, ανυστερόβουλα και άξια […] έτσι ώστε η πολιτική δύναμη και η φιλοσοφία να συναντηθούν στο αυτό πρόσωπο[8]». Ολοκληρώνοντας τις σπουδές τους με επιτυχία τοποθετούνται στους κυρίως φύλακες, δηλαδή στους κυβερνήτες (φύλακες-βασιλείς), διότι μπορούν να ταυτίσουν το συμφέρον της πόλης με το δικό τους και να το προστατεύσουν[9]: «Κι εκείνον που μέσα από αυστηρές δοκιμασίες […] θα βγαίνει πάντοτε καθαρός πρέπει να τον καταστήσουμε άρχοντα της πόλης…»[10]. Το επόμενο ερώτημα, όμως, που γεννάται είναι με ποιον τρόπο σε μια κοινωνία της οποίας κυρίαρχο χαρακτηριστικό θεωρείται η δικαιοσύνη, νομιμοποιείται η ύπαρξη ορισμένων διαφοροποιήσεων ανάμεσα στις τάξεις;

Την απάντηση δίνει η υπόθεση του γενναίου ψεύδους. Ειδικότερα, οι κυβερνήτες όταν ανέλθουν στην εξουσία θα πρέπει να διηγηθούν στις υπόλοιπες τάξεις ένα «ευγενές ψεύδος», σύμφωνα με το οποίο οι πολίτες –αν και αδέλφια από την ίδια μητέρα όλοι– διαφέρουν ως προς το είδος, καθώς άλλοι από αυτούς περιέχουν χρυσάφι στην ψυχή τους (κυβερνήτες), άλλοι ασήμι (φύλακες) και άλλοι σίδερο και χαλκό (παραγωγοί)[11]. Ο ισχυρισμός αυτός αποτελεί μια μορφή «λευκού» ψέμματος, καθώς η διατύπωσή του δικαιολογείται εφόσον αποσκοπεί στο κοινό καλό ολόκληρης της πολιτείας. Η παρουσίαση αυτή είναι αλληγορική και δεν σχετίζεται με την κατοχή πλούτου. Άλλωστε, η δυνατότητα πλουτισμού στην ιδεώδη πολιτεία είναι σαφώς περιορισμένη, ειδικά στις ανώτερες τάξεις. Οι κυβερνήτες δεν πρέπει να έχουν καμία σχέση με τον πλούτο και την ιδιοκτησία, έτσι ώστε να παραμένουν αφοσιωμένοι στο καθήκον τους[12]: «κανένας τους δεν πρέπει να έχει περιουσία δική του […] κανένας τους δεν πρέπει να έχει σπίτι και κελάρι…»[13].

Το γενναίο ψεύδος έχει, επιπλέον, σκοπό να συντηρήσει μια ύψιστης σημασίας προϋπόθεση ύπαρξης της πόλης: την ενότητα. Ο Πλάτωνας θεωρεί ότι η ιδανική πόλη είναι αδιαίρετη. Σε αυτήν υπάρχει ενότητα συμφερόντων και ομοφωνία ανάμεσα στις τάξεις της. Για το λόγο αυτό, η πόλη αυτή δεν μπορεί να είναι ούτε υπερβολικά μεγάλη ούτε υπερβολικά μικρή, ενώ οι ανισότητες (όπως ο πλουτισμός και η φτώχεια) δεν έχουν καμία θέση γιατί δεν εξυπηρετούν τους σκοπούς της[14]. Κάθε τάξη εκτελώντας τον προορισμένο ρόλο της βοηθά στην εύρυθμη λειτουργία της πόλης και θέτει τα θεμέλια της ενότητάς της. Μια ακόμα απορία που θα μπορούσε να διατυπωθεί σε αυτό το σημείο έχει να κάνει με το στοιχείο εκείνο που εξασφαλίζει ότι σε κάθε περίπτωση οι τρεις τάξεις πράγματι θα επιτελέσουν το έργο τους.

Σύμφωνα με τον Πλάτωνα κάθε τάξη αντιστοιχεί προς ορισμένο μέρος της ανθρώπινης ψυχής και εκτελεί την αντίστοιχη λειτουργία. Έτσι, η τάξη των κυβερνητών αντιστοιχεί προς το λογιστικόν μέρος που έχει ως κύριο σκοπό του την αναζήτηση της αλήθειας και την αύξηση των γνώσεων, ενώ απώτερος στόχος του είναι να κυβερνά την ψυχή στο σύνολό της[15]. Το λογιστικόν μέρος της ψυχής είναι “το μόνο το οποίο ελκύεται από ευχαριστήσεις που συμπεριλαμβάνουν το μακροπρόθεσμο καλό ολόκληρου του οργανισμού[16]”.

Η σωστή καλλιέργεια του λογιστικού οδηγεί στη σοφία. Αντίθετα, το θυμοειδές διακρίνεται για δύο γνωρίσματα. Αρχικά για τη βία και την επιθετικότητά του και κατ’ επέκταση για την άντληση ευχαρίστησης από τις νίκες και τις τιμές. Εφόσον η καλλιέργεια του θυμοειδούς είναι η ορθή, κατακτάται η αρετή της ανδρείας[17]. Το μέρος αυτό αναπτύσσει συνεργασία με το λογιστικόν με γνώμονα πάντοτε το κοινό καλό: «το θυμοειδές διασώζει αλώβητο […] ό,τι του διαμήνυσε ο λογισμός…[18]». Είναι σαφής ο παραλληλισμός του με την τάξη των φυλάκων[19]. Τέλος, το επιθυμητικόν εκφράζει επιθυμίες που μπορεί να προσηλωθούν σε διάφορες κατευθύνσεις –συμπεριλαμβανομένων των βασικών ανθρώπινων αναγκών. Το επιθυμητικόν διακρίνεται για το χαοτικό του χαρακτήρα, όσο χαοτική είναι και η πολυπληθέστατη τάξη των παραγωγών, όπου ο καθένας θέτει έναν διαφορετικό στόχο και εξυπηρετεί έναν ιδιαίτερο ρόλο[20].

Η ιδεώδης πολιτεία αποτελεί στην πραγματικότητα μια μεγάλη ψυχή. Ως εκ τούτου διέπεται από τις αρετές που διακρίνουν την ψυχή, της οποίας τα μέρη βρίσκονται μεταξύ τους σε αρμονία. Εφόσον κυριαρχεί το λογιστικόν πρυτανεύει η λογική και η σοφία των κυβερνητών. Εφόσον το θυμοειδές συνεργάζεται με το λογιστικόν επικρατεί η ανδρεία που επιβάλουν οι φύλακες. Καθώς οι δημιουργοί και οι φύλακες εκτελούν το έργο τους, αποδέχονται την αναγκαιότητα υποταγής στο σχεδιασμό του λογιστικού μέρους, δηλαδή των κυβερνήτων κι έτσι επικρατεί η σωφροσύνη[21]. Μια τέτοια πολιτεία, κατά τον Πλάτωνα, δεν μπορεί παρά να είναι δίκαιη, εφόσον κάθε μέρος της εκτελεί το έργο της απρόσκοπτα και χωρίς να δημιουργεί εμπόδια στα άλλα μέρη. Αυτή η πολιτεία δεν έχει ανάγκη από νόμους. Βάση της είναι η παιδεία που καλλιεργεί αγαθούς ανθρώπους με υγιή χαρακτήρα, ενώ οι κυβερνήτες της διαθέτουν ακόμα περισσότερο ακέραιο χαρακτήρα και αποτελούν το υπόδειγμα. Σε αυτή την πολιτεία, λοιπόν, το πνεύμα των νόμων είναι ενσταλαγμένο στη συνείδηση των πολιτών, οι οποίοι δεν έχουν ανάγκη εντολών[22]

Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΟΣ

Η σύλληψη της ιδεώδους πολιτείας αποτελεί, όπως είδαμε, προϊόν της βαθύτατης απογοήτευσης που βίωσε ο Πλάτωνας από το πολιτικό σκηνικό της εποχής στην οποία έζησε. Τυραννίες βίωσε τόσο στη γενέτειρα του, την Αθήνα, όσο και στα ταξίδια που πραγματοποίησε στη Σικελία. Εντούτοις, την εντονότερη κριτική ασκεί προς τη δημοκρατία, την οποία θεωρεί ως ένα άκρως διεφθαρμένο πολίτευμα. Ίσως αυτή του η στάση, πηγάζει από το γεγονός ότι τη δημοκρατία την αντιμετώπιζε ως ένα συνονθύλευμα πολιτευμάτων, το οποίο συγκεντρώνει χαρακτηριστικά απ’ όλα τα υπόλοιπα. Αυτό σήμαινε για το μεγάλο φιλόσοφο ότι η δημοκρατία όχι μόνο δε διακρίνεται για την πολυμορφία της, αλλά αντίθετα δε διαθέτει συγκεκριμένο σχήμα κι αυτό την καθιστά εξαιρετικά ασταθές πολίτευμα[23]. Σε ποια σημεία εστιάζει, όμως, την κριτική του;

Ένα βασικό γνώρισμα της δημοκρατίας είναι η ελευθερία. Ο Πλάτωνας, όμως, αμφισβητεί το γεγονός ότι πρόκειται για ουσιαστική ελευθερία. Πώς είναι δυνατό να μιλάμε για ελευθερία, λέει, σε μια κοινωνία στην οποία εκείνοι που θεωρητικά δεν είναι ελεύθεροι (δούλοι) απολαμβάνουν την ίδια ελευθερία με εκείνους που τους αγόρασαν[24]; Το επιχείρημα αυτό ασφαλώς υπήρξε ανεδαφικό, όμως, στη συνέχεια ο Πλάτωνας διατύπωσε ορισμένα βαθύτερα επιχειρήματα. Σε μια δημοκρατία υποστηρίζει πως είναι αδύνατη η ενότητα. Δεδομένου ότι υπάρχει μια θεωρητική πολυφωνία και ελευθερία σκέψης και άποψης, αυτό σημαίνει ότι μέσα στη δημοκρατία υπάρχουν τόσα κράτη όσα και τα άτομα που το απαρτίζουν: «σ’ αυτή την πολιτεία, περισσότερο απ’ οπουδήποτε αλλού, θα συνυπάρχει κάθε καρυδιάς καρύδι […] Σαν ρούχο παρδαλό, στολισμένο με κάθε λογής πλουμίδια […] Και ίσως, είπα, πολλοί άνθρωποι […] να την κρίνουν κιόλας ως την πιο όμορφη[25]». Έτσι, μια βασική προϋπόθεση συγκρότησης της πόλεως, η ενότητα, χάνεται[26]. Στην πραγματικότητα, εκείνο που χάνεται είναι η ενότητα της ψυχής. Όταν στην ψυχή δεν κυριαρχεί ενότητα, αυτόματα κατανοούμε ότι κανένα μέρος δεν υπακούει στον ρόλο του.

Ένα άλλο σημείο στο οποίο ασκεί δριμεία κριτική είναι οι νόμοι. Θεωρεί ότι, καθώς πρόκειται για πολίτευμα χωρίς συγκεκριμένο τύπο, αυτό συνεπάγεται απουσία κανόνων. Στηρίζει αυτόν τον ισχυρισμό στο γεγονός ότι οι παραβιάσεις του νόμου στην αθηναϊκή δημοκρατία ήταν συχνό φαινόμενο. Θεωρεί, ακόμα παραπέρα, ότι η έλλειψη νομιμοφροσύνης μαρτυρά και την απουσία κατάλληλου εκπαιδευτικού πλαισίου[27]: «…χωρίς διόλου να νοιάζεται να μάθει με τι είχε ως τώρα ασχοληθεί αυτός που έρχεται να μπει στην πολιτική…[28]». Ο ίδιος θεωρούσε τους συμπολίτες του ιδιαίτερα απείθαρχους, ιδιαίτερα από τη στιγμή που η πρόσβαση στα δικαστικά αξιώματα ήταν ανοιχτή σε όλους[29]. Καθώς, λοιπόν, τα μέρη της δημοκρατικής ψυχής στερούνται της απαιτούμενης ενότητας είναι επόμενο κατά την πλατωνική σκέψη να απουσιάζει εντελώς το ύψιστο αγαθό που μπορεί να κατακτήσει η ψυχή, δηλαδή η δικαιοσύνη.

Ο Πλάτωνας κατ’ ουσία κατακεραυνώνει τη δημοκρατία. Η ελευθερία και η ισότητά της κατακρίνονται, ενώ ο δημοκρατικός άνδρας παρομοιάζεται με χαμαιλέοντα που προσαρμόζεται στις εκάστοτε συνθήκες για να διεκδικήσει τις προσωπικές του επιθυμίες[30]. Ο παραλληλισμός με τους δημαγωγούς είναι προφανής. Σε μια πολιτεία με δημαγωγούς που εξυπηρετούν προσωπικά συμφέροντα, τα μέρη της συλλογικής ψυχής δε βρίσκονται μεταξύ τους σε αγαστή συνεργασία, αλλά αντίθετα λειτουργούν ατομικά και αίρεται η διάκριση κυβερνώντων-κυβερνωμένων[31]. Θα λέγαμε, δηλαδή, ότι στην πραγματικότητα δεν υπάρχει διαίρεση της ψυχής σε μέρη. Τελικά, η δημοκρατία αποτιμάται ως ένα από τα κατώτερα πολιτεύματα, κάτι που φαίνεται από το γεγονός ότι κατά τον Πλάτωνα, η ίδια πηγάζει από την ολιγαρχία, ενώ ταυτόχρονα μπορεί να προετοιμάζει και το έδαφος για την τυραννία.[32]

ΣΥΝΟΨΗ -ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Η ιδεώδης πλατωνική πολιτεία αποτελείται από τρεις τάξεις: παραγωγοί, φύλακες και κυβερνήτες. Η εκπαίδευση καθορίζει την τάξη στην οποία θα ενταχθεί κάθε άτομο. Καθεμία από αυτές είναι αφοσιωμένη σε ορισμένο ρόλο. Έχοντας λάβει την ορθή παιδεία, κάθε τάξη εκτελεί σωστά το ρόλο της κι έτσι τα μέρη της πολιτείας βρίσκονται σε ενότητα και ισορροπία, ακριβώς όπως συμβαίνει και με τα μέρη της ψυχής.

  • Το λογιστικόν αντιστοιχεί προς τη σοφία του κυβερνήτη και ελέγχει τα άλλα δύο μέρη.
  • Το θυμοειδές συνεργάζεται με το προηγούμενο για να τηρείται η τάξη, ρόλο που επιτελούν οι φύλακες που είναι ανδρείοι.
  • Το επιθυμητικόν είναι το πλέον χαοτικό μέρος και αντιστοιχεί προς τους πολυπληθείς παραγωγούς.

Επομένως όταν επικρατεί ενότητα των μερών της πόλης-ψυχής, τότε κυριαρχεί το ύψιστο αγαθό, η δικαιοσύνη, που αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση της ατομικής και συλλογικής ευδαιμονίας και εξασφαλίζει την αρμονική συνεργασία των τριών μερών εφόσον το καθένα τους επιτελεί σωστά τον ρόλο του.

Η δημοκρατία, κατά τον Πλάτωνα, αποτυγχάνει ως πολίτευμα επειδή είναι ανίκανη να επιτύχει ισορροπία και ενότητα των μερών. Κάθε άτομο αποτελεί μια διαφορετική εκδοχή του κράτους, εφόσον υπάρχει πλήρης ελευθερία. Επίσης, η δράση των δημαγωγών είναι αποτρεπτική προς κάθε έννοια ισορροπίας, καθώς σε αυτή την περίπτωση η χειραγώγηση των ατόμων κυριαρχεί. Εν τέλει, κανείς δεν έχει καθορισμένο ρόλο κι έτσι η συνεργασία των μερών αίρεται και η ενότητα καθίσταται αδύνατη.

Ιανουάριος 2020

Μίνα Μπουλέκου

Συγγραφέας-Ποιήτρια-Αρθρογράφος

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 

  • Δήμας Πάνος, «Η φιλοσοφία του Πλάτωνα» στο Καλογεράκος Ι. – Θανασάς Π. – Μπάλλα Χ. – Τσούνα Β. – Δήμας Π. – Πολίτης Β. – Κοντός Π. – Ιεροδιακόνου Κ. – Καλλιγάς Π. – Ράγκος Σ. – Γιαννάκης Η. – Ζωγραφίδης Γ. – Βιρβιδάκης Σ. Ελληνική Φιλοσοφία και Επιστήμη: από την Αρχαιότητα ως τον 20ο Αιώνα, τόμος Α’, Η Ελληνική Φιλοσοφία από την Αρχαιότητα ως τον 20ο Αιώνα, ΕΑΠ, Πάτρα 2000, σσ. 121- 160.
  • Πλάτων, Πολιτεία, μτφρ. Ν. Μ. Σκουτερόπουλος, Πόλις, Αθήνα 2002.
  • Annas Julia, Εισαγωγή στην Πολιτεία του Πλάτωνα, μτφρ. Χ. Γραμμένου, επιμ. Χ. Ζαφειρόπουλος – Π. Μπουρλάκης, Καλέντης, Αθήνα 2006.
  • Baker Ernest, Ο πολιτικός στοχασμός στην Αρχαία Ελλάδα: Ο Πλάτων και οι καταβολές του, μτφρ. Κ. Κολιόπουλος, επιμ. Ζ. Κωτούλα – Η. Παπαγιαννόπουλος, Ποιότητα, Αθήνα 2007.
  • Coleman Janet, Ιστορία της Πολιτικής Σκέψης, τόμος Α’, μτφρ. Γ. Χρηστίδης, επιμ. Π. Βαλλιάνος, Κριτική, Αθήνα 2005.
  • Popper Karl, Η ανοιχτή κοινωνία και οι εχθροί της, τόμος Α’, μτφρ. Ε. Παπαδάκη, Παπαζήση, Αθήνα 2003.

 

 ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1 Σε αυτό περιλαμβάνονται η διεφθαρμένη –κατά τον ίδιο– δημοκρατία της Αθήνας, η διακυβέρνηση των Τριάκοντα τυράννων στην ίδια πόλη, το ιδιότυπο ολιγαρχικό πολίτευμα της Σπάρτης, καθώς και οι σκληρές τυραννίες της Σικελίας.

2 Δήμας Πάνος, «Η φιλοσοφία του Πλάτωνα» στο Καλογεράκος Ι. – Θανασάς Π. – Μπάλλα Χ. – Τσούνα Β. – Δήμας Π. – Πολίτης Β. – Κοντός Π. – Ιεροδιακόνου Κ. – Καλλιγάς Π. – Ράγκος Σ. – Γιαννάκης Η. – Ζωγραφίδης

Γ. – Βιρβιδάκης Σ. Ελληνική Φιλοσοφία και Επιστήμη: από την Αρχαιότητα ως τον 20ο Αιώνα, τόμος Α’, Η Ελληνική Φιλοσοφία από την Αρχαιότητα ως τον 20ο Αιώνα, ΕΑΠ, Πάτρα 2000, σ. 153.

3 Ό.π., σ. 154.

4 Ό.π., σ. 154.

5 Δήμας, ό.π., σ. 154.

6 Πλάτων, Πολιτεία, μτφρ. Ν. Μ. Σκουτερόπουλος, Πόλις, Αθήνα 2002, σ. 251.

7 Δήμας, ό.π., σ. 153.

8 Πλάτων, ό.π., σ. 405.

9 Annas Julia, Εισαγωγή στην Πολιτεία του Πλάτωνα, μτφρ. Χ. Γραμμένου, επιμ. Χ. Ζαφειρόπουλος – Π. Μπουρλάκης, Καλέντης, Αθήνα 2006, σ. 132.

10 Πλάτων, ό.π., σ. 251.

11 Annas, ό.π., σ. 133.

12 Annas, ό.π., σ. 133.

13 Πλάτων, ό.π., σ. 259.

14 Annas, ό.π., σ. 135.

15 Ό.π., σ. 162.

16 Δήμας, ό.π., σ. 151.

17 Annas, ό.π., σ. 163.

18 Πλάτων, ό.π., σ. 325.

19 Annas, ό.π., σ. 165.

20 Ό.π., σ. 166.

21 Ό.π., σ. 169.

22 Coleman Janet, Ιστορία της Πολιτικής Σκέψης, τόμος Α’, μτφρ. Γ. Χρηστίδης, επιμ. Π. Βαλλιάνος, Κριτική, Αθήνα 2005, σ. 213.

23 Baker Ernest, Ο πολιτικός στοχασμός στην Αρχαία Ελλάδα: Ο Πλάτων και οι καταβολές του, μτφρ. Κ. Κολιόπουλος, επιμ. Ζ. Κωτούλα – Η. Παπαγιαννόπουλος, Ποιότητα, Αθήνα 2007, σ. 537.

24 Popper Karl, Η ανοιχτή κοινωνία και οι εχθροί της, τόμος Α’, μτφρ. Ε. Παπαδάκη, Παπαζήση, Αθήνα 2003, σ. 93.

25 Πλάτων, ό.π., σ. 611.

26 Baker, ό.π., σ. 538.

27 Baker, ό.π., σ. 539.

28 Πλάτων, ό.π., σ. 613.

29 Coleman, ό.π., σ. 212.

30 Baker, ό.π., σ. 541.

31 Ό.π., σ. 543.

32 Ό.π., σ. 545.

 

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

Η Μίνα Μπουλέκου γεννήθηκε στην Αθήνα και διαμένει μόνιμα στο Καπανδρίτι Αττικής. Είναι μητέρα 2 παιδιών.  Παρακολουθεί μαθήματα στην σχολή Ανθρωπιστικών Σπουδών στο τμήμα του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού στο Ανοιχτό Πανεπιστήμιο Πατρών (Ε.Α.Π.).  Γνωρίζει Αγγλικά και Γερμανικά. Είναι Συγγραφέας, Ποιήτρια και Αρθρογράφος, μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών (Π.Ε.Λ.), μέλος του Ελληνικού Πολιτιστικού Ομίλου Κυπρίων Ελλάδος (Ε.Π.Ο.Κ.), μέλος του Λογοτεχνικού Ομίλου ΞΑΣΤΕΡΟΝ του περιοδικού ΚΕΛΑΙΝΩ, μέλος της WORLD POETRY CANADA INTERNATIONAL, μέλος του Ελληνικού Τμήματος της Ένωσης Ευρωπαίων Δημοσιογράφων με την ιδιότητα της αρθρογράφου, ιδρυτικό μέλος του πολιτιστικού σωματείου «ΟΙ ΚΟΡΥΦΑΙΟΙ» το οποίο δημιουργήθηκε από την κα. Μαρία Χατζηνικολάου. Επίσης είναι συνεργάτης, αρθρογράφος του διαδικτυακού portal η Πύλη της Ψυχολογίας Psychology.gr. Έχει εκδώσει μέχρι στιγμής 5 βιβλία από τις Εκδόσεις Όστρια, εκ των οποίων τα 3 είναι ποιητικές συλλογές με τους ακόλουθους τίτλους: 1) Με τη Ροή του Ανέμου,  2) Πέρα απ’ τον ορίζοντα 3) Το Σάλπισμα των Ψυχών, 4) 1 δοκίμιο με τίτλο: «Προβληματισμοί του Σύγχρονου Ανθρώπου» και 5) 1 εικονογραφημένο παραμύθι με τίτλο: «Η Λαχανόκαρδη».Έχει αποσπάσει σημαντικά βραβεία, επαίνους και διακρίσεις. Έχει συμμετάσχει σε συλλογικά έργα-ποιητικές ανθολογίες των εκδόσεων ΟΣΤΡΙΑ, ΒΕΡΓΙΝΑ, ΕΝΤΥΠΟΙΣ, ΑΓΓΕΛΑΚΗ, ΕΧΕΔΩΡΟΣ, ΕΠΟΚ.Έχει παρακολουθήσει πολιτικές και φιλοσοφικές ημερίδες. Κριτικές έχουν δημοσιευθεί στα παρακάτω λογοτεχνικά περιοδικά: «Κελαινώ» του Λογοτεχνικού Ομίλου «Ζαλώνη» Ξάστερον καθώς και στο «Πνευματική Ζωή» του  Μιχάλη Σταφυλά.

  

Πηγή φωτογραφίας: newsbomb.gr

.

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ

Η αξία αλλά και η επιρροή που έχουν η Λογοτεχνία και η Φιλοσοφία, στη σκέψη και κατ’ επέκταση στη συμπεριφορά του πολίτη, έχει απασχολήσει διαχρονικά, τόσο τους επαΐοντες όσο και τον κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο. Οι απόψεις που έχουν καταγραφεί είναι ποικίλες, όμως το γενικό συμπέρασμα είναι ότι η Λογοτεχνία, είτε ως Ποίηση είτε ως Πεζογραφία, εξασκούν μεγάλη επιρροή στον τρόπο του «σκέπτεσθαι» αλλά και του «πράττειν», του μέσου πολίτη.

Τούτο είναι απολύτως φυσικό αφού αποστέλλουν μηνύματα τόσο στο θυμοειδές όσο και στο διανοητικό πεδίο του ανθρώπου, οδηγώντας τον σε διαμόρφωση  συγκεκριμένης κατά περίπτωση γνώμης και άποψης. Όταν δε τα μηνύματα αυτά εξασκηθούν επί μακρόν χρονικό διάστημα, τότε, όπως ο Αριστοτέλης πρώτος επισήμανε, αυτά καθ’ έξιν καθίστανται πάγια αντίληψη των πραγμάτων. Έχουμε λοιπόν την ανάπτυξη και καθιέρωση στερεοτύπων. Αυτές οι παγιωμένες, λοιπόν, κοινωνικές αντιλήψεις, ακόμη και όταν δεν έχουν τύχει της καθολικής αποδοχής, αλλά και δεν έχουν αποδειχθεί, στην πράξη λειτουργούν ως αξιώματα, δηλαδή αποδεδειγμένες θέσεις! Όσο δε το χρονικό διάστημα κατά το οποίο έχουν ισχυρή θέση είναι μεγαλύτερο, τόσο η ισχύς και η επιρροή τους στον πολίτη γίνονται εντονότερες.

Μια παγιωμένη άποψη, όχι εντελώς άδικα, είναι και αυτή που έχει ο μέσος πολίτης για τους Λογοτέχνες, ιδιαίτερα τους Ποιητές και τους Φιλοσόφους. Στη συνείδηση λοιπόν του μέσου πολίτη οι ποιητές και οι φιλόσοφοι είναι κάποιοι ιδιαίτεροι άνθρωποι που εκφράζονται με  μυστηριώδη και εν πολλοίς ακαταλαβίστικο τρόπο, για θέματα που τις περισσότερες φορές δεν τον αφορούν. Η παγιωμένη αυτή αντίληψη-θέση διαχρονικά έχει εκφραστεί πολλάκις και έχει οδηγήσει στην απάθεια αν όχι στην αρνητικότητα έναντι της Λογοτεχνίας και της Φιλοσοφίας από το συντριπτικό κομμάτι του κοινωνικού συνόλου. Ως αποτέλεσμα αυτού του στερεότυπου είναι η προσοχή, η αποδοχή αλλά κυρίως η πρακτική εφαρμογή των ρήσεων της Λογοτεχνίας και της Φιλοσοφίας, να είναι αμελητέα.

Αλλά γιατί συμβαίνει αυτό το φαινόμενο και πώς δημιουργήθηκε αυτό το στερεότυπο; Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε το «Γιατί», προκειμένου να φτάσουμε σε χρήσιμα συμπεράσματα. Είναι γεγονός ότι η εξέλιξη όποιου πράγματος, ιδιαίτερα δε των πνευματικών, χαρακτηρίζεται από την έντονη επιθυμία για την ανακάλυψη και καθιέρωση νέων δρόμων. Τούτο είναι θεμιτό, γιατί έτσι έχουμε την εξελικτική πορεία, όμως δυστυχώς παραβιάζεται κατά κόρον ο κανόνας του «Μέτρον Άριστον», με αποτέλεσμα να οδηγούμαστε σε εκφραστικό βερμπαλισμό είτε καθ’ υπερβολήν είτε κατ’ έλλειψην.  Δεν είναι τυχαίο ότι όλοι οι μεγάλοι συγγραφείς και ποιητές στο χώρο της λογοτεχνίας διακρίνονται για την ισορροπημένη και «εν μέτρω» γραφή τους. Το γεγονός λοιπόν της παραβίασης αυτού του κανόνα, καθιστά τα κείμενα των συγγραφέων και των φιλοσόφων ακατανόητα για τον μέσο πολίτη. Φυσικά, αφού δεν τα κατανοεί δε θα ασχοληθεί σοβαρά με αυτά, πόσο μάλλον να τα χρησιμοποιήσει στην καθημερινότητά του! Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μην του χρησιμεύουν σε κάτι τα όποια μηνύματά τους. Εξ άλλου εκείνο που συμβαίνει πολλάκις, είναι ο μέσος άνθρωπος να νιώθει ένα «εκ του μη κατανοητού» ιδιότυπο δέος απέναντι στο μη κατανοητό! Στον μη εκπαιδευμένο να αναλύει λογικά τα μηνύματα, πολλάκις, οι ομιχλώδεις διατυπώσεις των «σημαντικών» πνευματικών ταγών φαντάζουν σαν υψηλή διανόηση την οποία έχει «χρέος» να την θαυμάζει! Αυτή δε η αντίληψη καθίσταται επικίνδυνο στερεότυπο, γιατί απορρίπτονται στην αντίληψη του αναγνώστη ή του ακροατή συλλήβδην όλες οι απλές και κατανοητές εκφράσεις και θέσεις, ως δήθεν μη σημαντικές! Το πρόβλημα που προκύπτει από μια τέτοια στερεοτυπική αντίληψη είναι διπλό. Τις μεν ομιχλώδεις  εκφράσεις δεν τις καταλαβαίνει, άρα δεν ασχολείται, τις δε απλές και κατανοητές δεν τις θεωρεί σημαντικές, άρα και πάλι δεν ασχολείται με τα μηνύματά τους. Έχουμε δηλαδή μια παράλογα «λογική» αντίληψη!  Το αποτέλεσμα είναι, να οδηγούμαστε σε φαύλο κύκλο σκέψης και φυσικά πλήρους αχρηστίας της Λογοτεχνίας και της Φιλοσοφίας για το  κοινωνικό σύνολο!

Οι ανωτέρω διαπιστώσεις είναι παγιωμένες στην αντίληψη του πολίτη και του «κοινού Νου». Είναι όμως πραγματικότητα, ευθύνονται οι συγγραφείς και οι φιλόσοφοι ή κάποιο αόρατο «σύστημα» κατευθύνει από το παρασκήνιο τα πάντα;  Η επίκληση του «συστήματος» είναι η συνηθισμένη  μη λύση για τα πάντα. Από την προσωπική μας ανεπάρκεια έως την κοινωνική, κρατική και παγκόσμια κατάσταση, όμως, αγνοούμε ή προσποιούμαστε ότι αγνοούμε, πως ένα σύστημα αποτελείται υποχρεωτικά  από δύο δυνάμεις και η μία είναι αναγκαστικά εκείνη, στην οποία επιστρέφει η παραγόμενη θετική ή αρνητική ενέργεια του «συστήματος», κατά συνέπεια και η εν μέρει εκφορά της. Με ποιο απλά λόγια ένα σύστημα αποτελείται πάντοτε από δύο κύριες συνιστώσες, (συν+στήνω), εν προκειμένω από τους πολίτες και τη διοίκηση. Η Λογοτεχνία και η Φιλοσοφία διαδραματίζουν καταλυτικό ρόλο σε τούτη τη λειτουργία του συστήματος και για τούτο η ευθύνη τους είναι μεγίστη.

Ο ακατανόητος τρόπος γραφής εν ονόματι του όποιου μοντερνισμού στη Λογοτεχνία, ιδίως στην Ποίηση, δεν δίνει το δικαίωμα στον συγγραφέα να γράφει με τρόπο απολύτως ακατανόητο. Αυτού του είδους η γραφή δεν είναι μοντέρνα, απλά αποδεικνύει την αδυναμία του συγγραφέα να εκφράσει αυτό που πιθανώς έχει κατά νου. Εδώ έχουμε λοιπόν έναν καθ’ υπερβολή βερμπαλισμό, όπου ο συγγραφέας με την ομιχλώδη και ασυνάρτητη γραφή του επιχειρεί να εντυπωσιάσει με το υπερβολικά ακατανόητο, καλύπτοντας τη δική του ελλειπτική γνώση της τέχνης του. Το ίδιο συμβαίνει εκ του αντιθέτου και στην εντελώς γραμμική κι επίπεδη γραφή. Εδώ έχουμε έναν ελλειπτικό βερμπαλισμό, κατά τον οποίον ο συγγραφέας υστερών σε νοηματική σύλληψη και υπερβατικότητα στη σκέψη, γράφει τόσο απλοϊκά, που πλέον ο αναγνώστης δεν ασχολείται σοβαρά, αφού γρήγορα διαπιστώνει ότι δεν έχει τίποτα σημαντικό ν’ αποκομίσει.

Το ίδιο ή και σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό ισχύει δυστυχώς και στη Φιλοσοφία. Η γλώσσα και το εκφραστικό ύφος των πλείστων εκ των εκπροσώπων της, ιδίως των πανεπιστημιακών καθηγητών, είναι τόσο πολύπλοκη και βρίθει τόσων ορισμών, που ακόμη και  οι γνώστες της Φιλοσοφίας τις περισσότερες φορές δεν μπορούν να κατανοήσουν το νόημα του μηνύματος, πόσον μάλλον ο απλός πολίτης.

Η εξήγηση αυτού του φαινομένου είναι διπλή. Ενδέχεται από κάποιους να γίνεται από μη επαρκή γνώση του αντικειμένου ή από εκφραστική ανεπάρκεια. Επίσης, κάποιοι  πιθανόν να επιχειρούν να εντυπωσιάσουν τους αδαείς… ό,τι και να συμβαίνει όμως, είναι σίγουρο ότι καταφέρνουν με αυτόν τον τρόπο να απομακρύνουν από τα μηνύματά τους τους πολίτες! Αλλά αν συμβαίνει αυτό, τότε ποια είναι η χρησιμότητά τους για το κοινωνικό σύνολο; Είναι καιρός να προβληματιστούν όλοι οι Λογοτέχνες και οι φιλόσοφοι με το φαινόμενο, γιατί είναι χρέος τους να καταστήσουν τη Λογοτεχνία και ιδίως τη Φιλοσοφία χρήσιμο πρακτικό εργαλείο για τον πολίτη. Ο Πλάτων στην ιδανική πολιτεία του είχε πει, ότι θα πρέπει να βασιλέψουν οι φιλόσοφοι. Σήμερα, ασφαλώς αυτό δεν είναι εφικτό, αλλά αξίζει να προσπαθήσουμε όλοι οι γράφοντες ώστε να «βασιλέψουν» τα μηνύματα της Λογοτεχνίας και της Φιλοσοφίας στη σκέψη και τη βούληση, των πραγματικών αρχόντων της πολιτείας, των Πολιτών.

Νίκος Ταβουλάρης

Ποιητής-Πεζογράφος-Δοκιμιογράφος

τ.Πρόεδρος της «Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών»

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ: Ο Νίκος Ταβουλάρης είναι ποιητής-πεζογράφος-δοκιμιογράφος. Γεννήθηκε το 1956 και κατάγεται από την Καρυούπολη Γυθείου Λακωνίας. Είναι έγγαμος και πατέρας δύο παιδιών. Τελείωσε τις εγκύκλιες σπουδές του στην ιδιαίτερη πατρίδα του και σπούδασε Δημοσιογραφία, Μarketing και Διοίκηση Επιχειρήσεων. Έχει παρακολουθήσει σεμινάρια σχετικά με τα ανωτέρω αντικείμενα, μεταξύ των  οποίων και την εφαρμογή του χαοτικού Μanagment. Διαθέτει πτυχία Δημοσιογραφίας, GRADUATE DIPLOMA IN MANAGEMENT STUDIES του Αγγλικού ΙSTITUTE OF COMMERCIAL MANAGEMENT (I.C.M.). Επίσης, από το Οlymbian university MBA στα αντικείμενα του MANAGEMENT BY CHAOS THE REAL TIME MENAGMENT SYSTEM και HOW TO THINK LIKE A MANAGER. Με τη λογοτεχνία και τη συγγραφή ασχολείται από τη εφηβική του ηλικία.Το πρώτο του μυθιστόρημα, το οποίο ξεκίνησε σε ηλικία 19 ετών, το εξέδωσε το 1997 από τις εκδόσεις «Όμβρος» με τίτλο «Η ανάσα της καταιγίδας-Ωδή στη ματωμένη Κύπρο».Το συγκεκριμένο βιβλίο είναι αφιερωμένο «Στους αγνοούμενους της Κύπρου – Στη μνήμη των ηρωικών Τάσου Ισαάκ και Σολωμού Σολωμού».  Το 2007 εξέδωσε την ποιητική συλλογή «Με τα φτερά του ανέμου», από τις εκδόσεις «Αμαρυλλίς» και το 2008 την ποιητική ενότητα «Πέτρινος Κόσμος» από τις εκδόσεις «Γ.Χ.Αλεξανδρή». Το 2009 εξέδωσε το βραβευμένο μυθιστόρημα «Ώρα μηδέν»,  από τις εκδόσεις «Δρόμων», το οποίο είναι ενδεικτικό της γραφής του συγγραφέα και έχει χαρακτηριστεί ως «φιλοσοφικό μυθιστόρημα». Το 2014 εξέδωσε την ποιητική ενότητα «Νυν και Αεί» από τις Εκδόσεις «Όστρια».

Εκτός από τα λογοτεχνικά του βιβλία ο συγγραφέας έχει συγγράψει ικανό αριθμό επιστημονικών-τεχνικών βιβλίων σχετικών με το Managment και το Marketing. Το 2009 εξέδωσε από τις Εκδόσεις «Δρόμων»  το πρωτοποριακό βιβλίο Συστημάτων Πωλήσεων «Αρμονική Πώληση».  Το ανέκδοτο έργο του Νίκου Ταβουλάρη είναι πληθωρικό και αποτελείται από 20 ποιητικές συλλογές, πέντε μυθιστορήματα, τρία δοκίμια, τρεις συλλογές διηγημάτων, παραμύθια και πραγματείες. Το έργο αυτό έχει δημιουργηθεί σε μια χρονική περίοδο 35 ετών. Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί στην Αγγλική και Γαλλική γλώσσα. Έχουν δημοσιευθεί πολλές εργασίες του σε περιοδικά και εφημερίδες. Έχει δώσει πολλές διαλέξεις σχετικές με λογοτεχνικά και φιλοσοφικά θέματα και επιπλέον εκτός από τη συγγραφή διδάσκει την τεχνική της λογοτεχνικής γραφής. Οργάνωσε και διηύθυνε την ελεύθερη ομάδα λόγου «Σπείρα», στο πλαίσιο της οποίας πραγματοποιήθηκαν  λογοτεχνικές και φιλοσοφικές συζητήσεις. Τιμήθηκε με βραβεία λογοτεχνικών διαγωνισμών σε όλα τα είδη του λόγου, με σηματικότερη τη διάκριση του Α΄Βραβείου ποίησης που απέσπασε το 1998 στον Πανελλήνιο Διαγωνισμό Ποίησης των Δελφών της «Πανελλήνιας ΄Ενωσης Λογοτεχνών», με το ποίημα «Θα ‘θελα ν’ αγγίξω».

Ο Νίκος Ταβουλάρης διετέλεσε Έφορος της «Πανελλήνιας ΄Ενωσης Λογοτεχνών»  για τη διετία 2007-2009 και  Πρόεδρος για τη τριετία 2010-2013. Επανεξελέγη στη θέση του Προέδρου για τη διετία 2013-2015. Διετέλεσε Αντιπρόεδρος της «Πανελλήνιας ΄Ενωσης Λογοτεχνών»  για τη διετία 2016-2018.