«Δεν ξέρω πώς ήρθες αυτό το πρωί, πώς σε άκουσα και ψάχνοντας σήκωσα το χέρι μου να χαϊδέψω τη φωνή σου στην έρημο.»*

Ν.ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ

 

Εσύ μ’ έμαθες να παίζω το ‘κρυφτό’

μαζί με τ’ άλλα τα παιδιά της γειτονιάς,

τα καλοκαίρια στο χωριό…

Κι αυτά, να τρέχουν σαν τρελά

να ’βρουν κρυψώνα,

εγώ, τυφλά να μετρώ μέχρι το εκατό,

της νιότης μου τα  όμορφα τα χρόνια

νοσταλγώντας…

Τα βήματα ηχούν στη σκέψη μου,

πίσω απ’ την τρεχούμενη τη βρύση,

μέσα στο άδειο το βαρέλι,

κάτω από το σιδερένιο κρεβάτι της γιαγιάς…

‘Φτου και βγαίνω’ , ακούγεται η φωνή μου

κι ύστερα να ψάχνω ήχους από κοφτές αναπνοές,

της νιότης μου τα όνειρα… δε φανερώνονται!

‘Φτου ξελευτερία’ …

μα με πρόλαβε ο Σωκράτης,

προτού προφτάσω τη δική μου απολογία να πω!

Μα η μνήμη έχασε το μέτρημα

λες και το μυαλό έπαιζε το δικό του παιχνίδι

κι έμεινε εκεί μετέωρη,

αιχμάλωτη,

αλυσοδεμένη…

‘Πέντε, δέκα, δεκαπέντε, είκοσι, εικοσιπέντε…’

Εσύ που μ’ έμαθες να παίζω το ‘κρυφτό’

γιατί ποτέ σου δε φανερώθηκες;

 

Τζούλια Πουλημενάκου

Ποιητική Συλλογή «Απρόσμενη Άνοιξη»

Κέντρο Ευρωπαϊκών Εκδόσεων Χάρη Τζο Πάτση

Β’ Έκδοση – Αθήνα 2017

*Απόσπασμα από το ποίημα του Ν.Βρεττάκου «Μακρινή μνήμη» από τη συλλογή «PIETΑ»

 

Επιμέλεια βίντεο: Μαρία Ταβουλάρη

Στα σπιθοβόλα οράματα,

εκεί στου νου το γεφύρωμα,

γεννήθηκα.

Μες στην πορφύρα

και τ’ ουρανού το ύψωμα,

μεγάλωσα.

Εγώ, ο ύστατος σπασμός του κόσμου,

αιχμάλωτος στην ύπαρξη

πώς να λυτρωθώ

απ’ της σοφίας το ανέγνωρο;

Ω! Γνώση! Ελευθερώσου!

Λύσε τα γόρδια δεσμά σου

και θάλασσα του λογισμού μου γίνε!

Να ταξιδεύω στα πυρωμένα σου νερά!

 

ΤΖΟΥΛΙΑ ΠΟΥΛΗΜΕΝΑΚΟΥ

ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ «ΑΠΡΟΣΜΕΝΗ ΑΝΟΙΞΗ» 

ΚΕΝΤΡΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΕΚΔΟΣΕΩΝ ΧΑΡΗ ΤΖΟ ΠΑΤΣΗ – ΑΘΗΝΑ 2016

Τι πανέμορφη που είσαι σελήνη

έτσι λαμπρή κι ασάλευτη!

Προβάλλεις στις χιονισμένες τις κορφές

σα διάφανο πέπλο στ’ ουρανού το άπειρο

και ακτινοβολείς τις νύχτες των στεναγμών μου!

Σου έχουν πει πως το φέγγισμά σου

που σκορπίζεις στα βράδια μου

αναδύει ένα διάφανο, τρυφερό φως

που απαλύνει τη σκοτεινιασμένη μου ψυχή;

Τι πανέμορφη που είσαι σελήνη

έτσι πάλλευκη κι αμίλητη!

Αναπολείς τα περασμένα χρόνια,

αυτά που δέσμια στροβιλίζονται στην άβυσσο

μιας εποχής χαμένης

στον κυκλώνα της ύπαρξης!

Σου έχουν πει πως η ασημιά μαρμαρυγή

που χαράσσεις στη θάλασσα

είναι η φλόγα μιας πνοής ξεχασμένης

που αναγεννιέται στη λάμψη σου;

Τι πανέμορφη που είσαι σελήνη,

έτσι πάμφωτη και σιωπηλή,

σαν ασημένιος κύκνος,

ν’ αντέχεις στο στεφάνι σου τα μυστικά του κόσμου!

 

 Τζούλια  Πουλημενάκου

Ποιητική Συλλογή «Απρόσμενη Άνοιξη»

Κέντρο Ευρωπαϊκών Εκδόσεων Χάρη Τζο Πάτση

Β’ ΄Εκδοση – Αθήνα 2017

 

Επιμέλεια βίντεο: Μαρία Ταβουλάρη

 

 

 

 

 

 

 

ΑΦΗΓΗΜΑ

Σε λίγα χρόνια από τώρα θα υπάρχει η λέξη «Μοναξιά» στο λεξιλόγιο της Ιατρικής, ως ασθένεια, μετά την κατάθλιψη. Είναι τρομακτικό πόσοι άνθρωποι πια επιλέγουν να ζουν μόνοι τους, γιατί η ζωή τούς έχει κατατάξει σ΄αυτή την κατηγορία. Πόσο απάνθρωπο ακούγεται αυτό!!

Tα παγκάκια σε διάφορες πλατείες της Αθήνας, κατακλίζονται από υπερήλικους συνανθρώπους μας, οι οποίοι θέλουν ν΄αναπνεύσουν τον αέρα που η ζωή τους έχει στερήσει.

Έπιασα, λοιπόν, κουβέντα ένα μεσημέρι, μετά τη δουλειά μου, με έναν παππού, ο οποίος καθόταν στο παγκάκι δίπλα μου στη στάση του λεωφορείου. ΄Οταν ήλθε το λεωφορείο και είδα ότι δεν το πήρε, τον ρώτησα πόση ώρα καθόταν εκεί και αν ήθελε κάτι. Με κοίταξε με εκείνο το βλέμμα της απορίας στα μάτια, και μου κίνησε το ενδιαφέρον. Φυσικά, άφησα το λεωφορείο μου να φύγει, γιατί αυτό το καθηλωτικό του βλέμμα με κάρφωσε κατευθείαν στην ψυχή μου. Εκείνη τη στιγμή φαντάστηκα ότι αυτός ο άνθρωπος θα μπορούσε να είναι ο πατέρας μου ή ο παππούς μου.

Δε μπορείτε να φανταστείτε την έκφρασή του όταν του μιλούσα. Με κοιτούσε παράξενα, χωρίς να μου απευθύνεται. Συνέχισα να του μιλάω και η απόγνωση διακρινόταν στο παράξενο βλέμμα του, χωρίς και πάλι να μου απαντάει. Μετά από λίγο, δείχνοντάς μου μια σακκούλα που κρατούσε στα χέρια του, μου είπε :

-«Πήγα στην εκκλησία απέναντι και πήρα φαγητό. Είμαι καλά τώρα..»

Το περιστατικό αυτό είναι πέρα για πέρα αληθινό και αυτός είναι ο λόγος που αποφάσισα να το καταγράψω.

Αυτοί οι άνθρωποι δεν ζητούν τίποτα, παρά μόνο λίγο φαγητό για να ζήσουν και να είναι καλά. Πόσο καλά όμως είναι στ’ αλήθεια;

Ποια είναι, λοιπόν, τα αίτια αυτής της κατάστασης; Μπορεί να είναι η μη απασχόληση, η αρρώστια, η μη απόκτηση οικογένειας και παιδιών, η επιλογή τους να είναι μόνοι, ή η εγκατάλειψη από την ίδια την οικογένεια και κατ΄επέκταση από τα ίδια τα παιδιά τους;

Οι αιτίες είναι πολλές, το αποτέλεσμα όμως είναι ένα, και αυτό είναι αρκετά ανησυχητικό.

Άνθρωποι που ψάχνουν φαγητό στα σκουπίδια – τους βλέπουμε καθημερινά να περνούν από μπροστά μας – και όταν βρίσκουν κάτι, κάθονται υπομονετικά να το απολαύσουν με τον δικό τους τρόπο, χωρίς να σκέφτονται ότι κάποιος τους βλέπει.

Άνθρωποι μοναχικοί στις γωνίες των πολυσύχναστων δρόμων, αναζητούν συντροφιά και παρέα, έστω και για λίγη κουβεντούλα.

Άνθρωποι που θα μπορούσαν να είναι οι παππούδες μας, οι γονείς μας, τα αδέλφια μας, άνθρωποι της γειτονιάς μας.

Επιλογή τους είναι, θα πούνε κάποιοι.
Μα στ΄αλήθεια το πιστεύουν αυτό; Υπάρχει άνθρωπος που επιλέγει να ζει μ΄αυτόν τον τρόπο; Εσείς θα το επιλέγατε;

Γιατί λείπει η αγάπη από τη ζωή μας;
Γιατί δε βοηθάμε τον συνάνθρωπό μας;
Γιατί όλο το βάρος το΄χουμε ρίξει στο προσωπικό μας όφελος;
Γιατί εγκαταλείπουμε τους γονείς μας, τους ανθρώπους που μας έδωσαν τη ζωή;
Ας τους δώσουμε ένα χώρο – έστω και μικρό – κι έτσι να τους δείξουμε ότι μας είναι ακόμη χρήσιμοι.
Γιατί η αλήθεια είναι ότι μάς είναι χρήσιμοι, οι εμπειρίες τους, τα βιώματά τους έχουν να μας πουν πολλά, τα οποία εμείς αγνοούμε.

Η πολιτεία όσο και να βοηθάει πάντα θα υπάρχουν τέτοιες καταστάσεις εγκαταλελειμμένων ανθρώπων. Εμείς με την αγάπη μας και τη συμπαράστασή μας μόνο, μπορούμε να βοηθήσουμε, γιατί θα φτάσουμε κάποτε στα χρόνια τους και μόνο τότε – που θα είναι πια αργά- θα καταλάβουμε.

Ας γίνουμε λίγο πιο χρήσιμοι στους συνανθρώπους μας, που μας χρειάζονται!

Ας αγαπήσουμε λίγο περισσότερο αυτούς που θέλουν τη βοήθειά μας, αλλά από περηφάνεια δεν μας την ζητούν!

Ας παραμερίσουμε λίγο τον εαυτό μας, δίνοντας προσοχή σ΄αυτούς που μας χάρισαν τη ζωή!
Ας ανοίξουμε την αγκαλιά μας σ΄αυτούς τους ανθρώπους, που δεν μας χρωστάνε τίποτα, παρά μόνο εμείς χρωστάμε σ΄αυτούς την ύπαρξη και τη ζωή μας!!!

ΤΖΟΥΛΙΑ ΠΟΥΛΗΜΕΝΑΚΟΥ
Ανέκδοτη συλλογή διηγημάτων «Μικρές αληθινές ιστορίες»