“ΤΟ ΕΜΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ” του Φραντς Κάφκα

Διήγημα

Στην αρχή όλα ήσαν σε υποδειγματική τάξη, όσο αφορά το χτίσιμο του τείχους της Βαβυλώνας. Ίσως  μάλιστα σε υπερβολικά μεγάλη τάξη. Οι άνθρωποι σκέφτονταν πολύ: για δρόμους, μεταφραστές, εργατικές κατοικίες και μέσα συγκοινωνίας, σα να είχαν μπροστά τους ολόκληρους αιώνες δουλειάς. Τα μεγάλα και επίσημα πνεύματα της εποχής είχανε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το χτίσιμο έπρεπε να γίνεται με όσο το δυνατό αργότερο ρυθμό. Κι η δικαιολογία τους γι’ αυτό ήταν ότι «το σπουδαιότερο πράγμα όλης της επιχείρησης είναι η σκέψη: να χτίσουμε ένα τείχος που να φτάνει μέχρι τον ουρανό. Μπροστά σε τούτη τη σκέψη, όλα τ’ άλλα είναι ασήμαντες λεπτομέρειες. Η σκέψη, όταν πια συλληφθεί σ’ όλο της το μεγαλείο δεν μπορεί να χαθεί με κανέναν τρόπο. ΄Οσο υπάρχουν άνθρωποι, θα υπάρχει κι η δυνατή επιθυμία να χτιστεί το τείχος ως το τέλος. Για να γίνει όμως αυτό, πρέπει οι άνθρωποι να μην έχουν καμιά έγνοια για το μέλλον. Αντίθετα, πρέπει να είναι ολότελα απερίσκεπτοι. Οι ανθρώπινες γνώσεις μεγαλώνουν, πλουτίζονται ολοένα. Η τέχνη του χτισίματος έχει προοδεύσει και θα προοδεύσει ακόμα περισσότερο. Μια δουλειά, που τώρα χρειαζόμαστε ένα χρόνο για να την κάνουμε, σ’ εκατό χρόνια θα τελειώνει ίσως με μισό χρόνο, και θα είναι μάλιστα καλύτερη και στερεότερη. Γιατί, λοιπόν, να σπαταλάμε άδικα τις δυνάμεις μας σήμερα; Αυτό θα είχε νόημα μόνο στην περίπτωση που θα ελπίζαμε να τελειώσουμε το τείχος σε διάστημα μιας γενιάς. Όμως κάτι τέτοιο είν’ αδύνατο να γίνει. Άλλωστε υπάρχει κι η πιθανότητα η επόμενη γενιά, με τις πιο τελειοποιημένες της γνώσεις, να μη βρει καλή τη δουλειά της προηγούμενης γενιάς και να γκρεμίσει ό,τι έχτισε εκείνη, για να τα ξαναχτίσει απ’ την αρχή…»

΄Ετσι σκέφτονταν, μ’ αποτέλεσμα να λιγοστεύουν, όσο πήγαιναν, ο ζήλος κι οι δυνάμεις τους, μέχρι που κατάληξαν να φροντίζουν περισσότερο για την εργατούπολη, παρά για το χτίσιμο του τείχους. Κάθε αγροτική ένωση διεκδικούσε τώρα την ωραιότερη συνοικία. Άρχισαν να τσακώνονται μεταξύ τους, ώσπου έφτασαν σ’ αιματηρές συγκρούσεις κι ύστερα σε πολέμους, που δε σταμάτησαν πια ποτέ. Τότε οι αρχηγοί βρήκαν ένα νέο επιχείρημα, ότι, δηλαδή, δεν υπήρχε η απαραίτητη αυτοσυγκέντρωση που απαιτούσε το τείχος κι ότι θα έπρεπε ή να χτιστεί με πολύ αργό ρυθμό, ή ν’ αναβληθεί το χτίσιμο μέχρι που να επιτευχθεί μια γενική συμφωνία για ειρήνη. Ωστόσο, οι άνθρωποι δεν ξόδευαν τον καιρό τους μονάχα σε πολέμους. Στα διαλείμματα ασχολούνταν με τον εξωραϊσμό της πόλης, πράγμα που έδινε, φυσικά, αφορμή για νέες ζήλειες και νέους πολέμους. Έτσι πέρασε η πρώτη γενιά, όμως καμιά απ’ τις επόμενες δεν ήταν διαφορετική. Μόνο η δύναμη των χεριών μεγάλωνε όλο και περισσότερο, και μαζί της η πολεμική μανία. Άλλωστε, η δεύτερη κιόλας ή η τρίτη γενιά κατάλαβε πόσο παράλογη ήταν η ιδέα του τείχους – ουρανοξύστη, όμως οι άνθρωποι ήσαν πια πολύ στενά δεμένοι μεταξύ τους, για να εγκαταλείψουν την πόλη.

Όλα όσα λέγονται και τραγουδιούνται σ’ αυτήν την πόλη, είναι γεμάτα απ’ την προφητική λαχτάρα κάποιας μέρας, όπου μια τεράστια γροθιά θα κομματιάσει την πόλη σε πέντε μικρότερες γροθιές, στοιβαγμένες τη μια πάνω στην άλλη. Γι’ αυτό κι η πόλη έχει τη γροθιά σαν έμβλημά της.

 

Φραντς Κάφκα (1883-1924)

Λογοτέχνης

Από το βιβλίο της Ειρένας Ιωαννίδου-Αδαμίδου

«56 ΜΙΚΡΑ ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ»

ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟΝ ΤΗΣ «ΕΣΤΙΑΣ» Ι.Δ.ΚΟΛΛΑΡΟΥ & ΣΙΑΣ Α.Ε.

Αθήνα 1976

    

O Φραντς Κάφκα (Franz Kafka) γεννήθηκε στην Πράγα το 1883 και πέθανε στη Βιέννη, σ’ ένα σανατόριο, το 1924. Μυθιστοριογράφος, διηγηματογράφος και δοκιμιογράφος, από τους πιο πολυσυζητημένους της σύγχρονης λογοτεχνίας.

 

 

Πηγή φωτογραφίας:

Από Atelier Jacobi: Sigismund Jacobi (1860–1935) – http://www.bodleian.ox.ac.uk/news/2008_july_02, Κοινό Κτήμα, https://commons.wikimedia.org/w/index.php?curid=5428566

 

Περισσότερα για τον λογοτέχνη και την εργογραφία του στη Βικιπαίδεια: 

https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A6%CF%81%CE%B1%CE%BD%CF%84%CF%82_%CE%9A%CE%AC%CF%86%CE%BA%CE%B1

Πηγή φωτογραφίας εξωφύλλου: iskra.gr

 

 

Επί-Λόγου – Λεύκωμα – Απρίλιος 2020

Επιλογή κειμένου και μεταφορά στο διαδίκτυο: Τζούλια Πουλημενάκου

(Προσωπικό αρχείο βιβλιοθήκης)