“ΚΟΡΙΤΣΙΑ ΚΑΙ ΑΓΟΡΙΑ ΜΕ ΤΑ ΧΡΩΜΑΤΑ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΔΑΣΟΥΣ” – ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ

Αφήγημα

(Aπόσπασμα) 

Κεφ. 5o : Στην αγκαλιά του δάσους

     Ένα λεωφοριάκι τους άφησε στην αρχή του φαραγγιού, λίγα χιλιόμετρα έξω απ’ τη Χώρα. Εκεί τους περίμενε η άλλη παρέα: Ο Μιχάλης, η Αλεξάνδρα, ο Στέργιος, η Φιλομένα, η Τζέσικα.

Δεν ήταν παιδιά του δάσους, αλλά συμμαθητές τους. Όμως, είχαν την ευκαιρία να ζήσουν όμορφες στιγμές στο ορεινό χωριό και στην κατασκήνωση  γίνεται τρόπος χαράς για κάποιες ομάδες αγοριών και κοριτσιών το κατακαλόκαιρο.

Κοντά τους θα βρισκόταν σε λίγο ο Θύμιος, φίλος του Μιχάλη, γιατί, όπως είπε ο Μιχάλης στα παιδιά, το δάσος το ήξερε απ’ έξω και ανακατωτά, ήταν παιδί του δάσους… Σ’ αυτό γεννήθηκε και σ’ αυτό μεγάλωσε. Ζούσε σ’ ένα κοντινό χωριουδάκι και κάθε μέρα πήγαινε εκεί. Η θάλασσα ήταν κάπως μακριά και δεν κατέβαινε, παρόλο που η αδελφή του ζούσε εκεί.

– Από το δάσος, είπε ο Μιχάλης, δεν πειράζει τίποτε, μόνο μια σφενδόνα έχει κι ένα γερό, λεπτό και μακρύ ξύλο. Σκαρφαλώνει στα δένδρα με σβελτάδα, σαν σκίουρος κι εκεί ψηλά μιλάει με τα ζώα και με τα πουλιά … Εγώ γνώριζα τους γονείς του και,  όταν με προσκάλεσαν να πάω στο χωριό, έγινα φίλος με τον Θύμιο. Αμέσως με πήγε στο δάσος και με ξενάγησε σαν να ήταν ο κύριός του!…

– Έλα, μου είπε να σου δείξω την κρυψώνα μου. Πήγα και σκαρφαλώνοντας σ’ ένα δένδρο, φτάσαμε σ’ ένα πολύ χοντρό κλαδί που ήταν προφυλαγμένο απ’ τη βροχή απ’ τ’ άλλα κλαδιά τα οποία ήταν ψηλότερα. Εκεί είχε αποθέσει αρκετά χρήσιμα πράγματα, όπως ένα μικρό φανάρι, δύο τρία κεριά για να λένε σάισμα – για να κοιμάται. Είχε και δύο γερά και μακριά ξύλα για να προστατεύεται, αν και αγαπούσε τα ζώα του δάσους τόσο, όσο τον αγαπούσαν και αυτά…

Είχε επίσης και πράγματα τα οποία μάλλον είχε βρει στο δάσος, καθώς το εξερευνούσε: Μια πυξίδα, ένα ρολόι τσέπης κι ένα μαχαιράκι. Όταν τον παρατήρησα καλύτερα, είδα μια φλόγα στα μάτια του που πετούσαν σπίθες, ενώ βαθύτερα, μέσα τους, έβλεπα έλατα και άλλα δένδρα που φαινόταν ότι αγαπούσε πολύ.

Εκεί πάνω στο δάσος που θα πάμε, θα απολαύσουμε μια πολύ σπάνια ομορφιά, η οποία όμως εύκολα καταστρέφεται με τη φωτιά. Ο Θύμιος όμως είναι τόσο τυχερός, που απολαμβάνει αυτή την ομορφιά, γιατί είναι πάντα τόσο δεμένος με αυτήν.

Περπατούσαμε, και ξαφνικά ένας δυνατός θόρυβος διέκοψε τους διαλογισμούς μου. Ήταν ο θόρυβος ενός δένδρου που έπεφτε. Αφήσαμε το καταφύγιο του Θύμιου και τρέξαμε προς το μέρος απ’ το οποίο ερχόταν ο θόρυβος. Προφτάσαμε και είδαμε μερικούς ανθρώπους οι οποίοι, μόλις μας είδαν, έφυγαν τρέχοντας. Άφησαν πίσως τους πριόνια, αναπτήρες, τσεκούρια, καμμένα δένδρα και μια αναμμένη φωτιά στη μέση, μάλλον για να ζεσταθούν, παρόλο που ήταν κατακαλόκαιρο. Έτσι είναι, στο βουνό κάποτε κάνει κρύο και το καλοκαίρι…

Ο φίλος μας έκλαψε για τα δένδρα που καίγονταν, για τα δένδρα που τόσο αγαπούσε. Όμως, είπε ο Μιχάλης, δε χρειάζεται να σας κουράζω με πολλά λόγια… Μόνοι μας θα απολαύσουμε το δάσος και τα χρώματά του. Ο Θύμιος απλά θα μας δείχνει τα κατατόπια…

Το φαράγγι ήταν ανηφορικό και κατάφυτο. Το μονοπάτι που χανόταν κάπου κάπου, μα πάντα η ανηφοριά τούς οδηγούσε εκεί. Ο Μιχάλης και οι άλλοι διέκριναν γέρικα δένδρα που έγερναν και δημιουργούσαν αψίδες, θάμνους πυκνούς από κουμαριές, μυρσίνες και δάφνες, όλη την πανδαισία του πράσινου με τις τόσες αποχρώσεις. Κάποιες στιγμές έκαναν μικρές στάσεις για να ξεκουράζονται, κυρίως τα κορίτσια και τότε οι μικροδιηγήσεις έδιναν κι έπαιρναν…

Αποφάσισαν να σταθμεύσουν για λίγο ακόμη, πριν πάρουν την τελική ορμή ανόδου να καθίσουν κάτω από μια βελανιδιά με μεγάλη κουφάλα και ζωντανά φύλλα. Ένα ρυάκι πιο πέρα καλούσε όσους διψούσαν κοντά του, ενώ τα τιτιβίσματα των αλητών του ουρανού και των ρεματιών ηχούσαν σαν απαλή μουσική. Απ’ την ατμόσφαιρα ανέβαινε μια πρωτόφαντη γαλήνη την οποία διέκοπταν μακριά κουδουνίσματα ζώων και συρσίματα ερπετών. Γαλήνη, αντάμα με τη μουσική των πουλιών και τις υποσχέσεις της μέρας…

Τότε ο Γιώργος πήρε τον λόγο:

–  Εμείς βέβαια, δε θα περπατήσουμε ένα πυκνό δάσος σανν αυτά της Πίνδου ή της Ευρώπης, μα θα απολαύσουμε μυστικά, γιατί στις καταπράσινες φυλλωσιές που μας φιλοξενούν βλέπουμε από τώρα την κίνηση μικρών ζώων και ερπετών. Εδώ όμως θα γίνει κάτι που σπάνια βλέπουμε: Παιδιά, αγόρια και κορίτσια, τριγυρίζουν στο δάσος και κάποιοι, όπως εγώ, ονειρεύονται να γίνουν κυνηγοί. Γνώρισα κάποτε ένα τέτοιο αγόρι με μακριά ξανθά μαλλιά, ένα αγόρι με τα χρώματα και την οσμή του δάσους. Έμοιαζε κι αυτό με λουλούδι του δρυμού, μόνο που ήταν πιο όμορφο και πιο ωραίο από κάθε φυτό και άνθος. Ήταν ένας μικρός κυνηγός που έτρεχε με τη σφενδόνα του κινώντας ρυθμικά και κυκλικά τα γυμνασμένα και λυγερά του πόδια…

Είχε επίσης κι ένα τόξο που με τα βέλη του χτυπούσε ζωάκια και πουλιά, μόνο για την τροφή του. Το τέντωνε, σκόπευε και σου θύμιζε την Άρτεμη, τον Ηρακλή και τόσους ήρωες και θεούς της μυθολογίας. Ήταν τόσο γρήγορο, που κινούταν σαν φάντασμα και ήταν τόσο δύσκολο να βρεις το σπίτι του στο δάσος. Έβρισκες όμως τ’ αδέλφια του τα τριαντάφυλλα και τις αδελφές του τις βελανιδιές και πιο χαμηλά όλα τα χρώματα που έπλεκαν μαγεία!…

Όσοι το έβλεπαν έμεναν κατάπληκτοι απ’ τη φυσική ομορφιά του και μερικοί λένε πως είναι ο προστάτης άγιος του δάσους και πως με το μικρό του τόξο δίνει και πέρνει ζωή απ’ τα άνθη και από όλον τον κόσμο της ερημικής ομορφιάς. Η δύναμή του φτάνει και στο βασίλειο των ζώων, τα οποία εποπτεύει σαν αστυνόμος της ανυπεράσπιστης απ’ τους εμπρηστές φύσης. Αυτός ο ξανθομάλλης άγγελος θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ουράνιο άνθος με φανταχτερά χρώματα και με απαλά βελουδένια φύλλα, αυτό το αγόρι με τα μάτια του δάσους και των κορυφών…

– Μοιάζει με παραμύθι της μυθολογίας μας ο κόσμος αυτός του αγοριού… είπε ο Μιχάλης.

– Κι όμως, είναι αληθινός, τον αντίκρισα…

– Μάλλον στα βιβλία… συμπλήρωσε η Χριστίνα.

– Κατά τη γνώμη σας, έκανε ο Γιώργος απολογητικά. Ναι, υπάρχει και θα το καταλάβετε με αυτά που θα δείτε σε λίγο…

Σηκώθηκαν και πήραν την τελευταία στροφή του μονοπατιού. Όσο ανέβαιναν, οι θάμνοι αραίωναν και οι βελανιδιές παραχωρούσαν σιγά σιγά τη θέση τους στα πευκοκυπάρισσα και στα πρώτα ελάτια. Το σκηνικό άλλαζε, το δάσος πρόβαλλε όμορφο, επιβλητικό, με τη σοβαρή του όψη και τη φιλόξενη κορμοστασιά του. Στο τέλος του φαραγγιού τούς περίμενε μια έκπληξη. Βρέθηκαν μπροστά σ’ ένα μικρό σχετικά οροπέδιο το οποίο, αν διέσχιζαν, θα συνέχιζαν την άνοδό τους στο βουνό. Όμως, το υψόμετρο ήταν αρκετό, κόντευε τα χίλια μέτρα και ο Μιχάλης τούς πρότεινε ν’ αφήσουν τα μικροπράγματά τους εκεί κι έτσι να συνεχίσουν την εξερεύνηση, τη μικρή τους περιπέτεια… Συμφώνησαν. Ο ήλιος είχε ήδη ανατείλει, γλυκιά φωτοχυσία της Ανατολής σκορπιζόταν ανάλαφρα στον ουρανό, η θάλασσα στο βάθος ήταν ήσυχη και τα πλεούμενα έμοιαζαν με μικρές κουκκίδες.

Στο οροπέδιο οργίαζε το γιορτάσι των λουλουδιών με την απίστευτη και ντροπαλή της πολυχρωμία, ενώ δεξιά και αριστερά, η μαδημένη χλόη πρόδινε την παρουσία κοπαδιών που πηγαινοέρχονταν. Η παρέα χάζεψε για λίγο απολαμβάνοντας μια άλλη ομορφιά, ώσπου μια φωνή ενός κοριτσιού ήχησε ανήσυχα:

-Κοιτάξτε έναν λαγό πώς τρέχει εκεί πέρα, δεξιά μας! Το ζωάκι, τρομαγμένο απ’ τους θορύβους και τα ξεφωνητά, χάθηκε στο βάθος και βρήκε καταφύγιο στο πυκνό φύλλωμα ενός θάμνου. Ο Κώστας έτρεξε σε αναζήτησή του, μα καθώς περιεργαζόταν τον θάμνο, μια φωνή τον αιφνιδίασε:

-Μην πειράζεις τα ζωάκια μου! Ποιος εισαι που κυνηγάς ό,τι ομορφότερο στο δάσος;

Ο Κώστας γύρισε έκπληκτος και μόλις αντίκρισε το νέο παιδί, κατάλαβε αστραπιαία πως θα ήταν ο Θύμιος, αν οι περιγραφές του Μιχάλη ήταν σωστές. Ο Μιχάλης όμως, που βρισκόταν λίγα μέτρα πιο πέρα, φώναξε με χαρά:

-Θύμιο, τι κάνεις; Να η παρέα μας. Θα τους γνωρίσεις όλους…

-Ναι, έκανε το αγόρι του δάσους, αν δεν κυνηγούν τους καλούς μου φίλους, τα ζωάκια μου…

Μαζεύτηκαν όλοι γύρω απ’ τον Θύμιο, ο οποίος ήταν αρκετά τολμηρός και δεν εντυπωσιάστηκε απ’ τα νέα πρόσωπα. Μάλλον ένιωθε βασιλιάς του δάσους μπροστά σε υπήκοους. Χωρίς να περιμένει οδηγίες, άρχισε να δείχνει στην παρέα τα μέρη και τις ομορφιές που κρύβονταν πέρα απ’ το οροπέδιο.

-Βλέπετε εκεί πέρα, στην απέναντι πλαγιά, στο μέρος που ισώνουν οι τόποι; Εκεί τα καλοκαίρια μαζεόνται αγόρια και κορίτσια και κάνουν την κατασκήνωσή τους. Μπορείτε να διακρίνετε και κάποια μικρά κτίσματα. Πιο πέρα, υπάρχει ένα παλιό αλώνι, γιατί οι κάτοικοι του κάτω χωριού καλλιεργούσαν παλιά το οροπέδιο. Έσπερναν σιτάρι και το αλώνιζαν εκεί. Το κουβαλούσαν με τ’ άλογά τους και ήταν χαρά Θεού. Δεξιά σας θα αντικρίσετε κι έναν ανεμόμυλο, όμορφο, πέτρινο. Εκεί γινόταν το αλεύρι απ’ τις σοδειές της χρονιάς. Όμως, το δάσος έχει τα μυστικά του τα οποία μόνοι σας πρέπει να ψάξετε και ν’ ανακαλύψετε…

Ο Θύμιος, που άρχισε να κουράζεται κάπως από τα πολλά πρόσωπα, είπε πως έχει κάποια δουλειά και πως θα τους συναντούσε σε δύο ώρες. Στην πραγματικότητα άλλα είχε στον νου …

 

Απόσπασμα από το Βιβλίο των μαθητών (σελ.51-58)

«Κορίτσια και αγόρια με τα χρώματα της θάλασσας και του δάσους»

Φιλολογική επιμέλεια: Νίκος Μακρής, Καθηγητής Φιλοσοφίας και Ελληνικών (του Ελληνικού Τμήματος του Τρίτου Ευρωπαϊκού Σχολείου Βρυξελλών)

Πίνακας εξωφύλλου βιβλίου και εικονογράφηση κειμένου: Αλέξανδρος Μακρής

 Εκδόσεις ΔΡΟΜΩΝ  – Αθήνα 2005

 

Οι μαθητές – συγγραφείς της Β΄τάξης Γυμνασίου

του ΙΙΙ Ευρωπαϊκού Σχολείου Βρυξελλών σχολ.έτους 2005 :

Λεωνίδας Αλεξάκης

Αλέξανδρος Αργυρίου-Τσικρικώνης

Κώστας Ασωνίτης

Γιώργος Μπαρζούκας

Αλεξάνδρα Χριστοδούλου

Αλίκη Χριστοφόρου-Κωνσταντάρα

Μιχάλης Ντιναλέξης

Χρήστος Ιέρνα

Ντόρα Χριστοδούλου

Γιάννης Κορκόβελος

Ελισάβετ Λιβερίου

Χριστίνα Μαραμπούτη

Ευγενία-Φιλομένα Μεϊντανοπούλου

Στέργιος Σχοινάς

Τζέσικα Σπηλιώτη

Ρωμανός-Θεόδωρος Θεοδωρίδης

Δημήτρης Τσιτουρίδης

Μαρία Βασσάκη

Μάγδα Βασιλοπούλου

 

Σημείωση από την εισαγωγή του βιβλίου: H  πρωτοβουλία ανήκει στον καθηγητή της Φιλοσοφίας και Ελληνικών κ.Νίκο Μακρή, ο οποίος διδάσκει το μάθημα της γλώσσας στην τάξη της Β΄Γυμνασίου του Τρίτου Ευρωπαϊκού Σχολείου Βρυξελλών (σχολ.έτους 2005).  Ο κ.Μακρής έκρινε πως δύο συγκεκριμένες εκθέσεις των αγοριών και των κοριτσιών του τμήματός του ήταν πραγματικά λογοτεχνήματα και αποφάσισε να τους δώσει μυθιστορηματική πλοκή, χωρίς ν’ αλλάξει φυσικά τα κείμενα των μαθητών του. Τα παιδιά του τμήματος που διδάσκονται και Νεοελληνική Λογοτεχνία συνέταξαν τις εκθέσεις τους μετά τη διδασκαλία κειμένων των Στρατή Μυριβήλη, Ηλία Βενέζη και Ι.Μ.Παναγιωτόπουλου. Ήταν τόσο γόνιμη η μελέτη αυτών των κειμένων και τόσο δημιουργική η αφομοίωσή τους, που έδωσε στις εκθέσεις πραγματική λάμψη, η οποία φαίνεται στις σελίδες του βιβλίου. Οι μαθητές μας, λοιπόν, προσφέρουν το πραγματικά όμορφο αφήγημά τους στους γνωστούς και στους άγνωστους φίλους τους, μικρούς και μεγάλους. Αξίζουν τις ευχαριστίες μας και τα συγχαρητήρια μας!

Τούλα Βασιλάκου

Αναπληρώτρια Διευθύντρια

του Τρίτου Ευρωπαϊκού Σχολείου Βρυξελλών

 

 

Επί-Λόγου – Λεύκωμα – Απρίλιος 2020

Επιλογή κειμένου και μεταφορά στο διαδίκτυο: Τζούλια Πουλημενάκου

(Προσωπικό αρχείο βιβλιοθήκης)