“ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣΗΣ” του Θόδωρου Γραμματά

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ Ν.ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ (Απόσπασμα)

Κεφάλαιο Πρώτο “Χωροχρονική μορφή”

IV.  Ελευθερία της βούλησης

Το πρόβλημα της ελευθερίας ή ανελευθερίας της βούλησης, αποτελεί μια ακόμα πτυχή της πολυδιάστατης έννοιας της ελευθερίας. Αρχικά, ο καζαντζακικός στοχασμός μένει μετέωρος μεταξύ της αιτιοκρατίας και της αναιτιοκρατίας. Παρ’ όλο που βρίσκεται πιο κοντά στην πρώτη, αρνείται να την αποδεχθεί ολοκληρωτικά. Αντίθετα, κάτω από την μπερξονική επίδραση, διαμορφώνει την προσωπική του άποψη για το χρόνο και στη συνέχεια για το αυτεξούσιο του ανθρώπου.

Διαπιστώνει λοιπόν, πως η ιδέα του χρόνου δεν υφίσταται παρά μόνο μέσα στο κάθε φορά παρόν. Οι δυο άλλες συμβατικές στιγμές του παρελθόντος και του μέλλοντος στερούνται πραγματικής υπόστασης.

Η βούληση έχοντας πάντα ένα συγκεκριμένο αντικείμενο αναφοράς, κάθε δεδομένη στιγμή, ανάγεται άμεσα σ’ αυτό. Η ελευθερία της λοιπόν συνδέεται με το διάστημα του χρόνου που διανύεται και όχι μ’ αυτό που έχει ήδη περάσει. Κατά συνέπεια η ανεξαρτησία της εκλογής της διασφαλίζεεται απόλυτα, αφού χαρακτηρίζεται από τη μοναδικότητα της χρονικής στιγμής την οποία υποδηλώνει[1]. Σε μια δεύτερη όμως φάση, με την επίδραση της νιτσεϊκής φιλοσοφίας, το περιεχόμενο του προβλήματος διαφοροποιείται. Δεν πρόκειται πια για την ελευθερία της βούλησης, αλλά αντίστοιχα για τη δύναμη ή την αδυναμία της θέλησης.  Κατά συνέπεια,  η απορία μετατίθεται από ένα καθαρά θεωρητικό σ’ ένα πρακτικό-εμπειρικό επίπεδο, στο οποίο η ελευθερία ή όχι της εκλογής αντικαθίσταται από τη δυνατότητα ή όχι πραγμάτωσής της [2].

Κατ΄αυτόν τον τρόπο, η έννοια της ελευθερίας της βούλησης αποδεικνύεται ανυπόστατη, γιατί στηρίζεται στην ψεύτικη εντύπωση πως κάθε φορά που η συνείδηση διαλέγει μια δυνατότητα ανάμεσα σε περισσότερες, το  κάνει με απόλυτη ανεξαρτησία. Στην πραγματικότητα όμως η εκλογή της δεν είναι ελεύθερη αλλ’ αναγκαία, αφού δε σημαίνει παρά την επιλογή αυτού που βρίσκεται πιο κοντά στη συνείδηση. Επομένως, τα κριτήρια της πράξης δεν είναι καθαρά λογικά, αλλά περισσότερο συναισθηματικά. Όπως γίνεται αντιληπτό, σε παρόμοια περίπτωση δεν πρόκειται πια για αποτέλεσμα διανοητικής διεργασίας, που σαν τέτοιο θα μπορούσε να είναι ελεύθερο, αλλά για γεγονός αποκλειστικά και  μόνο ψυχολογικό. Σ΄αυτή λοιπόν την περίπτωση, δεν υπάρχει εκλογή, αφού στην πραγματικότητα δεν γίνεται επιλογή μεταξύ ίσων δυνατοτήτων, αλλά αναγνώριση κι αποδοχή αυτού που είναι πιο αρεστό από κάποιον άλλο [3]. Γιατί πραγματικά, είναι φυσικά αδύνατο να υπάρχουν την ίδια ακριβώς στιγμή περισσότερα από ένα αντικείμενα ή καταστάσεις διαφορετικής υφής, που να είναι το ίδιο επιθυμητά από τη βούληση. Μοιραία, το ένα απ’ όλα θα υπερέχει κατά κάποιο τρόπο από τα υπόλοιπα και κατά συνέπεια θα είναι αυτό που θα εκλεγεί από τη συνείδηση. Άρα στο τέλος, το πρόβλημα της ελευθερίας ή όχι της βούλησης και η αρχή της αδιαφορίας, αποδεικνύονται έννοιες ανυπόστατες, που μόνο σ’ ένα καθαρά θεωρητικό χώρο μπορούν να υπάρξουν. Στην πραγματικότητα αυτό για το οποίο γίνεται λόγος κάθε φορά, δεν είναι το ενδεχόμενο αδέσμευτης εκλογής, αλλά η δύναμη ή η αδυναμία της θέλησης να πραγματώσει τις επιδιώξεις της.

Αυτή όμως η απάντηση με τη σειρά της αποδείχνεται σόφισμα. Χωρίς να επιλύει οριστικά το πρόβλημα μεταφέρει τους όρους του σε μιαν άλλη διάσταση, απαντώντας έμμεσα στο ζητούμενο.

Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η ίδια η απορία για το ελεύθερο ή ανελεύθερο της εκλογής, παρουσιάζεται πιο έντονα απ’ ότι πριν. Η προβληματική σχέση Θεού-ανθρώπου που οδήγησε τον Καζαντζάκη στη διερεύνηση των δυνατοτήτων της ελευθερίας της βούλησης παραμένει άλυτη. Τελική απάντηση στο πρόβλημα δίνει η χριστιανική εκδοχή που υιοθετείται. Σύμφωνα λοιπόν μ’ αυτή, η ανθρώπινη δράση ρυθμίζεται ανεξάρτητα από το θεϊκό θέλημα. Ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο ελεύθερο. Η εκλογή του είναι προϊόν ελευθερίας, που δεν υπόκειται σε κανέναν περιορισμό. Εξαρτάται δηλαδή από τον ίδιο τον άνθρωπο να υπακούσει ή όχι στη θέληση του Θεού και να διαλέξει το δρόμο που εκείνος θέλει [4]. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η ανθρώπινη εκλογή αποδείχνεται ανώτερη από τη θεϊκή. Γιατί κατέχει τη δυνατότητα επιλογής μεταξύ του καλού και του κακού. Ενώ η άλλη είναι μονόπλευρα προσανατολισμένη στο καλό [5].

Το γεγονός αυτό της ελευθερίας της βούλησης, από μια άλλη σκοπιά θεωρούμενο, γίνεται ένα ασήκωτο βάρος για την ανθρώπινη ύπαρξη. Γιατί έχοντας απεριόριστες δυνατότητες, οφείλει μόνη της να αυτοπεριοριστεί και να αναλάβει υπεύθυνα τις συνέπειες της εκλογής της. Αυτή η θεληματική άρνηση των πολλαπλών ενδεχομένων και της μοναδικής εκλογής μεταξύ τους, γίνεται η τραγική μοίρα του ανθρώπου που καταδικάζεται σχεδόν να είναι ελεύθερος .

 

ΘΟΔΩΡΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΑΣ

Απόσπασμα από το βιβλίο «Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ Ν.ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ  «ΧΩΡΟΧΡΟΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ»

ΙV. ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣΗΣ

 

ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΔΩΔΩΝΗ» – ΑΘΗΝΑ-ΓΙΑΝΝΙΝΑ 1983

 

Υποσημειώσεις:

[1] Οι καθαρά μπερξονικές αυτές έννοιες αναπτύσσονται στο δοκίμιο του «Henri Bergson”, o.π.,20

[2] Βλέπε Ν.Καζαντζάκη, Ο Φρειδερίκος Νίτσε εν τη φιλοσοφία του Δικαίου και της Πολιτείας, διδακτορική διατριβή, Ηράκλειο, τυπογρ.Στ.Αλεξίου, 1909,58

[3] «Η πλάνη της ελευθερίας της βουλήσεως προέρχεται εκ του ότι έκαστος θεωρεί εαυτόν πλέον ελεύθερον εκεί όπου το ένστικτό του είναι ισχυρότερον και επομένως η ικανοποίησις του πλέον ευχάριστος» Ν.Καζαντζάκη, ο.π.,59

[4] «Δεν ντρέπεσαι, παπά-Γιάνναρε; Τι μου ζητάς, αρμήνειες; Είσαι λεύτερος-σ’ έκαμα λεύτερο. Τι κρέμεσαι από μένα; Άσε τις μετάνοιες, σήκω όρθιος παπά-Γιάνναρε, πάρε απάνω σου την ευθύνη, μη ζητάς αρμήνεια από κανένα. Δεν είσαι λεύτερος; διάλεξε». Αδερφοφάδες, 184

[5] Βλέπε Ε.Κryger, ο.π., 93-94

[6] «Ναι, ναι, σου τό ‘χω παράπονο, Θεέ μου. Γιατί με αρμάτωσες με δίκοπο μαχαίρι; γιατί μ’ έκαμες λεύτερο και μου κρέμασες κρίμα, μιστό, στο λαιμό μου; Τι χαρά θα ‘ταν κι αλάφρωση να μού ‘δινες προσταγές, να με διατάζεις: κάμε αυτό, μην κάμεις εκείνο! να ξέρω τι θες και να ζω, να ενεργώ και να θέλω με σιγουράδα! Τώρα, όλα χάος, και πρέπει εγώ, το σκουλήκι, να βάλω τάξη». Αδερφοφάδες, 219-220.

 

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ σημείωμα του συγγραφέα: O Θόδωρος Γραμματάς γεννήθηκε στη Μυτιλήνη το 1951. Είναι απόφοιτος της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών (1976),  με μεταπτυχιακές σπουδές στη Φιλοσοφία και τη Θεατρολογία στο Παρίσι στα Πανεπιστήμια Paris III, Paris X Nanterre και την Έcole Pratique des Hautes Έtudes. Έλαβε τον τίτλο του διδάκτορα από το Πανεπιστήμιο Paris X (1979) με θέμα διατριβής «La notion de liberte chez Nikos Kazantzakis». Από το 1994 είναι καθηγητής στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Αθηνών, στο γνωστικό αντικείμενο Νεοελληνικό Θέατρο και Πολιτισμός. Τομέας των ερευνητικών και διδακτικών ενδιαφερόντων και η σημειολογία του θεάτρου, το θέατρο για παιδιά και νέους, το θέατρο στην εκπαίδευση. Είναι μέλος του International Biographical Centre του Κέιμπριτζ και του American Biographical Institute, και έχει τιμηθεί με το βραβείο του Νίκου Καζαντζάκη (1991). Το συγγραφικό του έργο και η συμβολή του στην θεατρική παιδεία είναι τεράστια.

 

Πηγή βιογραφικού (biblioNet) http://www.biblionet.gr/author/21174/%CE%98%CF%8C%CE%B4%CF%89%CF%81%CE%BF%CF%82_%CE%93%CF%81%CE%B1%CE%BC%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%AC%CF%82

Πηγή φωτογραφίας του συγγραφέα: EmprosNet.gr

 

Eπιλογή κειμένου και μεταφορά στο διαδίκτυο: Τζούλια Πουλημενάκου

(Προσωπικό αρχείο βιβλιοθήκης)