“ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ” του Κώστα Μόντη

Ποιητική ενότητα (Απόσπασμα)

γ

Δεν είμαι βέβαιος αν δεν θα επαναλάβω

πράγματα που σου είπα κατά κάποιο τρόπο

στο προηγούμενο γράμμα μου, μητέρα,

γιατί δεν είν’ εύκολο πια να τα ξεχωρίζω αυτά,

τίποτα πια δεν είναι εύκολο να ξεχωρίζω.

Αλλάζουν όλα διαρκώς μορφή, μητέρα,

όλα διαρκώς μεταμφιέννυνται, μητέρα,

αναπεριβάλλονται,

κυμαίνονται,

αναστέφονται,

ασταθούν,

περιδινούνται

και τα καινούργια δεν είναι καινούργια,

και τ’ άγνωστα δεν είν’ άγνωστα,

και τα σχήματα δεν είναι σχήματα,

κ’ οι αποστάσεις δεν είν’ αποστάσεις,

κ’ οι αποστάσεις δεν αφίστανται

κ’ ερωτοτροπούν

ίδια κι απαράλλαχτα σαν τη βουνοσειρά της Κερύνιας

που σήμερα την αγγίζεις με το χέρι σου,

που σήμερα σκύβει απάνω απ’ το σπίτι σου,

που σήμερα είναι γατούλα στα πόδια σου,

κι’ αύριο είναι μίλια μακρυά,

σαν την ανεξήγητη, λέω, βουνοσειρά της Κερύνιας

που  σήμερα είναι

κι’ αύριο δεν είναι,

που σήμερα είναι

κι’ αύριο δεν ξέρουν, δεν άκουσαν,

που σήμερα έχει όνομα

κι’ αύριο δεν έχει,

κ’ ενίστανται πια οι γεωγραφικοί χάρτες

και σαστίζουν

και διαμαρτύρονται

και δεν εμπιστεύονται.

Σαν την ανεξήγητη, λέω, βουνοσειρά της Κερύνιας

που άλλα χαρτιά σου δείχνει σήμερα κι’ άλλα αύριο,

που ισοπεδώνεται κι’ ανεβοκατεβαίνει

κ’ επανέρχεται και δεν επανέρχεται,

που κρεμά τ’ ανεύθυνο κουδούνι στο λαιμό,

που κρεμά κουδούνι και μυρσίνι στον λαιμό

και πηλαλά κορφή και σύγνεφο,

κι ανεμίζει κορφή και σύγνεφο,

κι’ ανεμίζει κορφή και μαντήλι,

κι’ ανεμίζει κορφή και χλωρό μαντήλι,

κι’ ανεμίζει κορφή και μαντήλι χαράς,

κι’ ανεμίζει κορφή και μαντήλι χωρισμού

και δεν ανεμίζει κορφή και μαντήλι χαράς,

και δεν ανεμίζει κορφή και μαντήλι χωρισμού

γιατί δήθεν το μαντήλι χωρισμού

επιμηκύνεται στη θάλασσα,

γιατί δήθεν το μαντήλι χωρισμού

επιβραδύνεται στη θάλασσα,

και ταξιδεύει και δεν ταξιδεύει,

και σφυρίζει ελιά,

και σφυρίζει χαρουπιά,

και σφυρίζει πεύκο και κυπαρίσσι

και γυρνά εδώθε και σφυρίζει μπάτη κι’ αρμύρα

και γυρνά εκείθε και σφυρίζει κάμπο

κι’ άχνα Αυγουστιάτικη,

και σφυρίζει ψέμα και παραμύθι,

και σφυρίζει μικρή αλήθεια

και σφυρίζει πικρή αλήθεια

και πικρό νερό και πικροδάφνη.

Έγιναν όλα ρευστά, μητέρα,

έγιναν όλα απροσδιόριστα ρευστά

έτσι όπως μαθαίναμε στη Φυσική μας Πειραματική,

έγιναν όλα υδράργυρος

μ’ εκείνη την ευθιξία,

μ’ εκείνο το διαλείπον τρέξιμο,

μ’ εκείνη την έλλειψη δαχτυλικών αποτυπωμάτων,

μ΄εκείνη την τελική σφαιροποίηση.

Έγιναν όλα συνώμυμα, μητέρα,

απέβαλαν την ταυτότητά τους,

απέβαλαν τα χαραχτηριστικά τους

και μας μπερδεύουν,

και δεν μπορούμε πια να τραβήξουμε γραμμή,

και δεν είμαστε πια βέβαιοι ποιος μας μιλά,

και δεν είμαστε πια βέβαιοι σε ποιον μιλάμε,

τι μιλάμε,

αν είμαστε καν εμείς που μιλάμε.

Οι λέξεις έγιναν απλοί ήχοι, μητέρα,

τις αφαίρεσαν. Εκφράζομαι σαφώς;

Κώστας Μόντης (1914-2004)

Ποιητής-Πεζογράφος

Απόσπασμα από την Ανθολογία

ΚΩΣΤΑΣ ΜΟΝΤΗΣ – ΠΟΙΗΣΗ – ΤΟΜΟΣ 9

~ ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ~ (γ – σελ.25-27)

Εκδόσεις Πάργα

Λευκωσία 2014

 

 

Επιλογή κειμένου: Τζούλια Πουλημενάκου

(Προσωπικό Αρχείο Βιβλιοθήκης)

 Επί – Λόγου – Λεύκωμα – Ιούνιος 2020