“EΞΟΔΟC ΜΕ ΤΟ ΑΛΟΓΟ” (YMNOC CTH XAΡΑ) του Νικηφόρου Βρεττάκου (Απόσπασμα 1-4)

ΕΞΟΔΟC ΜΕ ΤΟ ΑΛΟΓΟ  1

Οι καμπάνες χτυπούν! Τέλειωσε η νύχτα!

Ξημέρωσε έξω! Ακόμα να στο ειπούνε

τα δάκριά σου; Ξημέρωσε! Απ’ τις γρίλιες

πηδούν μικρές φωτιές μέσα στο σπίτι!

Έξω το φως, πλησίασε την καρδιά σου,

χτυπιέται από παντού πάνω στο σπίτι,

ζητά να πέσει κάπου και να γίνει

αίμα, χορός νυφιάτικος κι’ αγέρας

από φωνές του Θεού! Κλείσαν οι δρόμοι!

Το σπίτι σου είναι περικυκλωμένο

παντού από τη χαρά! Δε θα μπορέσεις

να φύγεις ! Σε ζητάνε ! Σου χτυπάνε

την πόρτα σου! Έχει φέρει τ’ άλογό της,

έφερε τ’ άλογό της να σε πάρει!

Βάλε τη φορεσιά σου! Βάλε τ’ άνθη

που σου μάζωξε η μάννα σου! Τα δάκρια

που τα πήρε το φως κι’ έγιναν κόμποι

λεμονιάς! Ήρθε η μοίρα σου! Έχεις φτάσει

στη μοίρα σου επιτέλους! Η έξοδός σου

φρουρείται από το φως! Έξω σφυρίζουν!

Σίμωσε στο παράθυρο! Άνοιξέ το!

– Χαρά!

            – Χαρά!

                         – Χαρά!

                                        Χαιρέτισέ τους!

Βγάλε την άσπρη μπόλια της ψυχής σου

Φέρτην κύκλο στο φως!

                                         Δώστε τα χέρια!

Πλησιάστε τις καρδιές! Κλάφτε απ’ αγάπη!

 

ΕΞΟΔΟC ΜΕ ΤΟ ΑΛΟΓΟ  2

Άνοιξε η πόρτα διάπλατα και βγήκα.

Άστραψα, βγήκα, πρόβαλα στον κόσμο,

Λάμποντας πάνω στ’ άλογο, γελώντας

κατ’ από την αυγή. Τα πέταλά του

σπιθοβόλησαν άξαφνα κι’ οι σπίθες

χτυπηθήκαν στους τοίχους, χτυπηθήκαν

πάνω στα δέντρα, λάμψαν στον αγέρα,

τρέχουν πίσω μας. Τ’ άλογο χορεύει

δυο ρόδα στα καπούλια του. Χορεύει

στη χαίτη του τον ήλιο.

                           – Χόπλα !  Χόπλα !

Μια κόκκινη φωτιά που μεγαλώνει,

χτυπά με την ουρά του το γαλάζιο

δεξιά κι’ αριστερά, γέρνουν τα στάχια…

– Χαρά!

           -Χαρά!

                      -Χαρά!

                                Σηκώνεται όρθιο,

παίζουνε τα ποδάρια του στον αέρα

σα να σκάφτουν το φως, σα να χτυπάνε

τις πόρτες τ’ ουρανού:

                                  »Γυρίστε πίσω!

»Νεκροί!  Νεκροί!  Νεκροί! Γυρίστε πίσω!

»Μας χωρούσεν η γης! Γυρίστε πίσω!

»Τα σπίτια μας! Να χτίσουμε στην πέτρα

»τα σπίτια μας!  Νεκροί! Σας αγαπούσε!..

»Μ’ έστειλε να σας πω!..Γυρίστε!..Μου είπε!..

»Όλοι μαζύ!..»

                       -Χαρά!

                                  Δώστε τα χέρια!

Πλησιάστε τις καρδιές! Κλάφτε απ’ αγάπη!

 

ΕΞΟΔΟC ΜΕ ΤΟ ΑΛΟΓΟ  3

Τ’ αλόγου μου ο λαιμός σα ν’ αναβρύζει

μέσα στο φως ορθός, χορεύει πάνω

στον ουρανό τη χαίτη του. Μια λάμψη

πέφτει απ’ τον ουρανό, τρυπώνει, τρέχει

το γαλάζιο πουλί μέσα μου, λυώνει

την καρδιά του σε τρίλιες. Δε χωράνε

στο σώμα μου οι φωνές! Κοιτώντας γύρω,

χαμογελώ σφυρίζοντας τον ήλιο

στον αυλό της χαράς!

                                  Σκίζονται οι φλούδες,

μπαίνει το φως παντού, σκάφτει, ζεσταίνει,

σηκώνονται οι νεκροί, ακούονται οι ρίζες

σαν ποδοβολητά μέσα στο χώμα!

Ξάφνου, σε μια στροφή, τ’ άλογο βλέπει

την άσπρη κερασιά που έχει φυτρώσει

πάνω στην πέτρα που έκλαια κι’ αφηνιάζει

θαμπωμένο από τ’ άνθη της. Στηλώνει

τα ποδάρια του απότομα, παλεύει

να σηκώσει τον ήλιο, γέρνει δώθε,

γέρνει κείθε απ’ το βάρος του, τρεκλίζει,

γονατίζει, σηκώνεται, γυρίζει

το κεφάλι του πίσω, χρεμετίζει

κοιτάζοντας τα δάκριά μου.

                                                -Πού πάμε;

-Παντού! Σ’ όλη τη γης!

                                         Δώστε τα χέρια!

Πλησιάστε τις καρδιές! Κλάφτε απ’ αγάπη!

 

ΕΞΟΔΟC ΜΕ ΤΟ ΑΛΟΓΟ  4

Η καρδιά μου χτυπώντας σαν φτερούγα

όμορφου αγγέλου μέσα μου, ξαφνιάζει

την ατμόσφαιρα γύρω μας. Γιομίζει

φως κι’ ουρανό το στόμα μου, σφυρίζω

μες στη γαλάζια μέρα! Τ’ άλογό μου…

-Χαρά!

          -Χαρά!

                   -Χαρά!

                               Ποιος μας φωνάζει!

Τ’ άλογο…

          -Ποιος;

                   -Χαρά!

                               Τρέχει, διπλώνει

τα πόδια του στο φως· μένουνε πίσω

δέντρα, φωνές, πλαγιές! Η μέρα βουΐζει

σα νάναι η γης ολόκληρη μια κοίτη

μεγάλου ποταμιού που κατεβαίνει

με δύναμη! Σα να κατρακυλάμε

στο ρεύμα του καβάλα…

                                         Χόπλα! Χόπλα!

Στη μοίρα μας!  Στη μοίρα μας!  Αδέλφια!

Δεξιά κι’ αριστερά μου!

                                   Γειά σας! Γειά σας!

Χτυπά το πέταλό του ανάβει η πέτρα.

Χτυπά το πέταλό του κι’ απ’ τα δέντρα

πέφτουν λουλούδια πάνω μας. Ακόμα!

Πιο γρήγορα! Πιο γρήγο…

                                          Χόπλα! Χόπλα!

Πριν βασιλέψει ο ήλιος! Να μοιράσω

τους άσπρους αυτούς κρίνους! Να σκορπίσω

στα τέσσερα σημεία τα περιστέρια

που ακολουθάνε πίσω μου, χαμένα

μες στην πλημμύρα του ήλιου, καθισμένα

στο ρεύμα της χαράς!

                                          Δώστε τα χέρια!

Πλησιάστε τις καρδιές! Κλάφτε απ’ αγάπη! (1952)

 

Nικηφόρος Βρεττάκος (1912-1991)

Ποιητής

 

Από την ποιητική συλλογή «ΕΞΟΔΟC ΜΕ ΤΟ ΑΛΟΓΟ» (ΥΜΝΟC CTH XAΡΑ)

Σπαράγματα από στίχους που γράφτηκαν κατά τη συνήθεια του Νικηφόρου πάνω σε πακέτα τσιγάρων

Εκδόσεις ΠΟΤΑΜΟΣ-ΑΘΗΝA 2008

 

Επιλογή και μεταφορά κειμένου στο διαδίκτυο: Τζούλια Πουλημενάκου

(Προσωπικό Αρχείο Βιβλιοθήκης)

Επί – Λόγου – Λεύκωμα – Αύγουστος 2020